Τελικά το πολυτραγουδισμένο «αντιρατσιστικό νομοσχέδιο» αποδεικνύεται ένας απλός ασκός του Αιόλου. Μόλις άνοιξε η σχετική συζήτηση, όλοι οι άνεμοι μας πήραν και μας σήκωσαν.

Δεν χρειάζεται να αναρωτιέται κανείς γιατί. Ηταν περισσότερο από αναμενόμενο.

Κι αυτό επειδή για πρώτη φορά μια νομοθετική ρύθμιση υπερβαίνει τη λεπτή γραμμή ισορροπίας που λέει πως στη δημοκρατία διώκονται οι πράξεις και όχι οι απόψεις.

Καλώς Ή κακώς, η αντιρατσιστική νομοθεσία όπως έχει διαμορφωθεί διώκει (και) απόψεις. Απόψεις ενδεχομένως θλιβερές, αστήριχτες, αποκρουστικές, επικίνδυνες αλλά απόψεις.

Τις διώκει ίσως υπό αίρεση και με προϋποθέσεις αλλά τις διώκει.

Από τη στιγμή όμως που αυτή η λεπτή ισορροπία τέθηκε σε αμφισβήτηση τότε συνέβη το αναμενόμενο: ο καθένας θέλει να διώκονται οι απόψεις των άλλων αλλά όχι οι δικές του.

Ετσι, ας πούμε, οι δεξιοί ζητούν να διώκονται όσοι αμφισβητούν διάφορα εθνικά στερεότυπα, κυρίως τις «γενοκτονίες» των δικών μας –για τις οποίες μόνοι μας αποφασίσαμε ότι είναι γενοκτονίες…

Ο αντιρατσισμός γι’ αυτούς είναι η προστασία μιας εθνικής ορθότητας.

Ενώ οι αριστεροί θέλουν να διώκονται περίπου όσοι έχουν ακροδεξιές απόψεις επί διαφόρων θεμάτων αλλά οι δικές τους απόψεις επί των ιδίων θεμάτων να διατυπώνονται ελευθέρως, όσο ακραίες και να είναι.

Ο αντιρατσισμός για αυτούς είναι η επιβολή της αριστερής ορθοδοξίας.

Ο Νίτσε έλεγε ότι «οι πεποιθήσεις είναι χειρότερος εχθρός της αλήθειας από τα ψέματα».

Αυτό ακριβώς ζούμε τώρα. Μια σύγκρουση πεποιθήσεων.

Και μάλιστα πεποιθήσεων σχηματικών, ανεπεξέργαστων, αντιεπιστημονικών, αγοραίων. Οι Πόντιοι συμψηφίζονται με τους Εβραίους, οι επιστάτες της Μανωλάδας με τον Κεμάλ Ατατούρκ, οι ρατσιστικές επιθέσεις με το Σύμφωνο Συμβίωσης ενώ ανασύρονται ξεπερασμένες και βλακώδεις εξισώσεις του ναζισμού με τον… καπιταλισμό!..

Αλλα αντί άλλων, δηλαδή.

Διότι ακόμη και μια σύγκρουση πεποιθήσεων μπορεί να διεξαχθεί με γνώση, επιχειρήματα και σοβαρότητα. Μόνο που στα δικά μας δημόσια πράγματα, ακόμη και μια ιδεολογική αντιπαράθεση εξελίσσεται τελικά με όρους ξεκατινιάσματος.

Υποθέτω ότι το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο θα ψηφιστεί. Η Ελλάδα όμως δεν θα έχει κάνει ούτε ένα βήμα παραπάνω στην κατεύθυνση μιας ανοιχτής και ανεκτικής κοινωνίας.

Με άλλα λόγια, η «αντιρατσιστική νομοθεσία» θα αποδειχθεί άλλη μια νομοθεσία χωρίς ουσιαστικό αντίκρισμα.

Για τον απλούστατο λόγο πως ούτε οι απόψεις ούτε οι πεποιθήσεις ούτε οι αντιλήψεις αλλάζουν με νόμους.

Κι αν μπορούσαν να αλλάξουν τότε πολύ πριν από τον ρατσισμό ή τον αντισημιτισμό θα έπρεπε να βγάλουμε εκτός νόμου την απλή βλακεία. Ούτως ή άλλως στην Ελλάδα μεγαλύτερη ζημιά κάνει.