Την προεκλογική περίοδο του 2004, ο Γιώργος Παπανδρέου κατέγραφε, κάθε μέρα, με ειδική προσωπική εγγραφή στην ιστοσελίδα του, την προεκλογική κίνηση της ημέρας –ένα είδος αγαπημένου ημερολογίου. Συνήθως περιέγραφε σε προσωπικό τόνο και, συχνά, με ποιητικίζουσα ιμπρεσιονιστική διάθεση που έφτανε στο μελό, τις συναντήσεις του με απλούς ψηφοφόρους, πώς του έσφιγγαν το χέρι, πώς του έλεγαν ότι ελπίζουν σ’ αυτόν… Διάβαζα με βουλιμία εκείνες τις εγγραφές επειδή ήταν μνημεία αντιπολιτικού λόγου. Επειδή τις θέσεις και τις ιδέες τις αντικαθιστούσε η ασάφεια του συναισθήματος –κι η υψιπετής πρόθεση του αρχηγού, μεγάλη η χάρη του, να θυσιαστεί για τον λαό του.

Είναι μια στρατηγική επικοινωνίας ασφαλής τρόπος για να βγάλει κανείς συμπέρασμα περί της πολιτικής ταυτότητας ενός ηγέτη; Οχι, προφανώς. Αλλά, όσο περνούσαν τα χρόνια, ο Γιώργος Παπανδρέου εδραίωνε την ταυτότητα του πατερναλιστή και προχωρούσε χωρίς ιδεολογικό μπούσουλα. Υποτίθεται ότι εκείνος είχε τη θέληση, τα στελέχη που θα την υλοποιούσαν άρχισαν σύντομα να συνιστούν το περιβάλλον του –κι όσο για την απήχηση του κόμματός του, αυτήν υποτίθεται θα την εξασφάλιζε η κληρονομιά του ονόματος. Κι η εξουσία, αυτή θα την έφερνε η φθορά του αντιπάλου.

Τα χρόνια της αντιπολίτευσης για το ΠΑΣΟΚ του Γιώργου, όλα έγιναν ακριβώς όπως είχαν προβλεφθεί. Αλλά η συγκυρία το έφερε η ανάληψη κυβερνητικών ευθυνών να συνδυαστεί με κάτι που δεν υπήρχε στη ρουτίνα της εναλλαγής –με τις συνθήκες που οδήγησαν στην κρίση. Αυτές οι συνθήκες, που είχαν τρέψει σε άτακτη φυγή τον Κώστα Καραμανλή, για τον Γιώργο Παπανδρέου, τον πρώτο καιρό, φάνηκαν (ή επέτρεψε να φανεί ότι του φάνηκαν) σαν ένα άνευ σημασίας επεισόδιο. Η ιστορική απάντησή του, «λεφτά υπάρχουν», σε δημοσιογραφική ερώτηση στη συνέντευξη στο πλαίσιο της ΔΕΘ, αποδείκνυε άγνοια κινδύνου. Επί της ουσίας, πήγε στην κρίση ως πρόβατον επί σφαγήν. Τα υπόλοιπα είναι γνωστά.

Η προχθεσινή επανεμφάνισή του στο Ζάππειο, πάντως, δεν με εξέπληξε. Ηταν το αποκορύφωμα μιας σειράς προσπαθειών να αλλάξει την ετυμηγορία της πραγματικότητας, που τον οδήγησε στην πολιτική εξαφάνιση. Ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ επιχειρεί, καιρό τώρα, να φτιάξει έναν μύθο, μια θεωρία συνωμοσίας, προσπαθώντας να δείξει ότι τα πράγματα δεν έγιναν όπως τα ξέρουμε, ότι ο ίδιος είναι θύμα κάποιων κακών που απεργάστηκαν την εξόντωσή του. Η ανοχή (απλή ανοχή;) μιας στην ουσία μηδενιστικής παρέμβασης στα εσωκομματικά του «κινήματος», ιδίως στην τωρινή επετειακή συγκυρία, αποδεικνύει πάντως ότι ο πρώην αρχηγός συνεχίζει να συμπεριφέρεται όπως κάθε μνησίκακος κληρονόμος που τον αποκλήρωσαν: ζητώντας εκδίκηση.

Κι ύστερα; Θα περιγράψει την ικανοποίησή του στο αγαπημένο του ημερολόγιο, καθισμένος ανάμεσα στα ερείπια;