Η δεκαετία του 1970, για την επαρχία, ήταν «ταράτσα κι απομόνωση» για όσους ήμασταν μαθητές σε κάποια γωνιά της. Ενας βασανιστικός εγκλεισμός σε (σχολικούς και οικογενειακούς) κανόνες που νιώθαμε ότι δεν μας αφορούν. Γι’ αυτό και δεν βλέπαμε την ώρα να δραπετεύσουμε –κάτι που ήταν εφικτό μόνο μέσω της εκπαίδευσης. Γι’ αυτό λιώναμε στο διάβασμα. Σχολικό, διότι χωρίς κάποια πανεπιστημιακή σχολή θα μας έτρωγε η μαύρη επαρχία. Και εξωσχολικό, διότι στους κόσμους των βιβλίων βρισκόταν η ταράτσα από την οποία βλέπαμε τον μεγάλο κόσμο, που ελπίζαμε να ενταχθούμε στους κόλπους του.

Η δεκαετία του 1970 ήταν ασπρόμαυρη –τηλεόραση, περιοδικά κι εφημερίδες. Θυμάμαι κάποιους συμμαθητές μου, λίγους, πρώιμους νάρκισσους, που βιάζονταν να μεγαλώσουν, να αποκτήσουν σωματοδομή γεροδεμένου, μούσκουλα και πλατάρες, κυρίως επειδή πίστευαν ότι έτσι θα αρέσουν στα κορίτσια. Ενας κολλητός μου επένδυσε χαρτζιλίκι μηνών για να αγοράσει το «μπουλγουόρκερ», ένα πολυδιαφημιζόμενο τότε όργανο γυμναστικής με ελατήρια. Κοπανιόταν ώρες και, όντως, έκανε πλάτες –αλλά κατάφερε να γοητεύσει μία όλη κι όλη συμμαθήτρια στο φροντιστήριο, που θα τη γοήτευε ούτως ή άλλως. Αργότερα, όταν πέρασε η μανία εκείνη, και μερικές ακόμα ανώδυνες μανίες, έκανε ένα διδακτορικό στον Καστοριάδη και τώρα κάπου διδάσκει, αυτοσαρκαζόμενος.

Ολα αυτά συνέβαιναν στην περιοχή όπου έγινε το πολυσυζητημένο φονικό της περασμένης εβδομάδας, στην Καλαμάτα και στη Μεσσηνιακή Μάνη. Δυο πολύ καλοί μαθητές, που προσπάθησαν να κάνουν μούσκουλα όχι με μπουλγουόρκερ, αλλά με τα αναβολικά και την ντόπα της κουλτούρας των γυμναστηρίων, έχουν ομολογήσει φόνο και συμμετοχή σε φόνο. Η αφορμή, μαθαίνουμε, ήταν μια συναλλαγή με αντικείμενο αυξητικά χάπια και αναβολικά –«το δέλεαρ της δημιουργίας ωραίου σώματος και της κατάκτησης διακρίσεων» είπε ο ένας κατηγορούμενος.

Οι καιροί έχουν αλλάξει. Η επαρχία πλέον προσφέρει τις ίδιες περίπου δυνατότητες με εκείνες της (αρκετά επαρχιώτικης) πρωτεύουσας –αλλά το περιεχόμενο του μεγάλου κόσμου δεν έχει πια για τους νεότερους το νόημα που είχε για τη δική μου γενιά. Η επιβεβαίωση στους κύκλους τους, συχνά μέσα από υποκουλτούρες της κυριαρχίας, της δύναμης και της ισχύος, έχει μεγαλύτερη σημασία από τη διεκδίκηση ενός μέλλοντος στον μεγάλο κόσμο. Ακόμα κι όταν αυτό το μέλλον, που περνάει μόνο μέσα από τη γνώση, είναι προσβάσιμο και προσιτό, δεν θεωρείται από πολλούς αντικείμενο περιέργειας, προσπάθειας, δεν είναι στόχος κατάκτησης.

Το φονικό της Μάνης, ανεξαρτήτως της ατομικής ευθύνης των κατηγορουμένων που ομολόγησαν, αποδεικνύει και μια συλλογική χρεοκοπία. Οι επενδύσεις ακόμα και της μεσαίας τάξης δεν περιλαμβάνουν τη γνώση –και προφανώς η έμφαση στην ατομικότητα τελειώνει στο «να τη βολέψουμε», δεν έχει στόχο το κοινό καλό. Αποπνευματοποιημένος αμοραλισμός. Να την η ισχυρότερη ιδεολογία της νεότερης Ελλάδας.