Στη γειτονιά μου, στο κέντρο της Αθήνας, τα κομπρεσέρ της εταιρείας που εγκαθιστούσε το δίκτυο του φωταερίου και του ΟΤΕ έπαψαν να «κελαηδάνε» ακριβώς την παραμονή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004. Την ημέρα που όλοι μέναμε κατάπληκτοι μπροστά στο σόου του Δημήτρη Παπαϊωάννου για την τελετή έναρξης, στον δρόμο μπροστά από το σπίτι ένας οδοστρωτήρας πατίκωνε φρέσκια άσφαλτο πάνω από τις λακκούβες και τις ρωγμές. Ηδη είχαν στρωθεί καινούργια πεζοδρόμια και σε όλο το Κέντρο είχαν τοποθετηθεί κάδοι απορριμμάτων, στους οποίους οι περαστικοί μάθαιναν να ρίχνουν ξεχωριστά οργανικά σκουπίδια, χαρτί, πλαστικό. Τα βράδια, μετά τους αγώνες, πολυεθνικές συντροφιές συγκεντρώνονταν στις πλατείες, σε ένα διαρκές πανηγύρι της επικοινωνίας. Η πρωτεύουσα ποτέ δεν είχε τόση ζωή, τόση τάξη, τόση καθαριότητα και, φάνταζε, τόσο οργανωμένες υποδομές. Αρκεί να τις κρατούσε.

Το συμβολικό μήνυμα για το τι θα επακολουθούσε το έζησα από το παράθυρο του σπιτιού μου. Την παραμονή λήξης των αγώνων, προτού ο Παπαϊωάννου σκηνοθετήσει το σόου του τέλους και προτού επικριθεί για τη σκηνή με τα Ντάτσουν, εμφανίστηκε μέσα στην αυγουστιάτικη ησυχία το αυτοκίνητο της εταιρείας που εγκαθιστούσε το δίκτυο φωταερίου. Βγήκαν οι εργάτες και το κομπρεσέρ άρχισε να σκίζει την ωραία, φρέσκια άσφαλτο, για να συνεχιστεί η δουλειά που, προφανώς, είχε μείνει στη μέση για τους αγώνες. Υστερα, τον Σεπτέμβριο, τα συνεργεία του δήμου έπαψαν να βάζουν τρεις ξεχωριστές σακούλες στα καλάθια για τα σκουπίδια, στα πεζοδρόμια ξανάρχισαν να καβαλάνε τα αυτοκίνητα, σύντομα μαύρισαν και φθάρηκαν, και οι ξένοι έφυγαν. Την επόμενη χρονιά και να ήθελαν να ξανάρθουν δεν θα έβρισκαν τις ίδιες υποδομές, οπότε όση καλή διάθεση κι αν είχαν θα έφευγαν για τις γνωστές ελληνικές διακοπές του ήλιου και της θάλασσας. Η πόλη είχε χάσει την ευκαιρία της. Είχαμε προαποφασίσει ότι θα φτιαχτεί ένα σκηνικό πολιτισμένης δυτικής μητρόπολης που, αμέσως μετά, θα το ρίξουμε για να γυρίσουμε στα ίδια.

Δέκα χρόνια μετά, τα ξένα ΜΜΕ θυμούνται εκείνο το σκηνικό και στέλνουν εκπροσώπους τους στην Ελλάδα της χρεοκοπίας, για να φωτογραφίσουν αυτά που γνωρίζουμε καλά: τις ρημαγμένες εγκαταστάσεις, το αποτέλεσμα της έλλειψης στοιχειωδών σχεδίων για την αξιοποίηση των υποδομών, το στρώμα της καταστροφής. Για να αποδειχθεί, τι; Οτι, όντως, έχουν δίκιο όσοι μιλάνε για πάρτι, για μια γιορτή επίδειξης χωρίς κανένα άλλο νόημα και χωρίς κανέναν άλλο στόχο. Για το πανηγύρι της αφροσύνης και της σπατάλης.

Εχει λοιπόν ενδιαφέρον ότι η πρόεδρος των αγώνων, Γιάννα Αγγελοπούλου, δέκα χρόνια μετά θα πληρώσει την εκπόνηση μελέτης από το Ιδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) για να προσεγγισθεί το πραγματικό κόστος των αγώνων. Θα είναι σοβαρή μελέτη, είναι βέβαιο, θα μάθουμε ακριβώς τον λογαριασμό που μας ήρθε να πληρώσουμε την ημέρα που ξυπνήσαμε με το χανγκόβερ του θριάμβου.

Δυστυχώς, υπάρχει και ένας δεύτερος λογαριασμός, που τον πληρώνουμε ακόμα, και μάλιστα χωρίς απόδειξη: ο λογαριασμός της ανευθυνότητας, της απρονοησίας, του νεοπλουτισμού και ακόμα του εθνοχουλιγκανισμού, του υποστρώματος πάνω στο οποίο άνθισαν στη συνέχεια τα χαρακτηριστικά μιας πολιτιστικής και πολιτικής καθυστέρησης –της καθυστέρησης που έκανε κυρίαρχη ιδεολογία τη συνωμοσιολογία, τον ρατσισμό, το μίσος και την εσωστρέφεια. Εχουμε ακόμα πολλά να πληρώσουμε.