ΤΟ Μουντιάλ τελείωσε. Ωστόσο, ο γερμανικός μαξιμαλισμός συνεχίζει να προκαλεί τη σκέψη μας. Αρχής γενομένης από την Ανγκελα Μέρκελ.

Η καγκελάριος θεωρείται νηφάλια πολιτικός που ίσως να οδεύει σιγά προς το κλείσιμο του κύκλου. Πληροφορίες επιμένουν ότι η Μέρκελ δεν ενδιαφέρεται για τέταρτη θητεία. Δηλαδή, δεν θέλει να γίνει Χέλμουτ Κολ. Κάτι όχι εντελώς παράλογο. Αρα, είναι αποστερημένη από τον ψυχαναγκασμό της διαρκούς προεκλογικής εκστρατείας. Σωστά; Σωστά αλλά τότε προς τι η παρουσία της στη Βραζιλία, οι φωτογραφίες στα αποδυτήρια, τα selfies με τους παίκτες; Δεν ανταποκρίνονται όλα αυτά στις ανάγκες της πολιτικής επικοινωνίας; Διαφορετικά, τι λόγο έχουν; Ή μήπως είναι η Μέρκελ κολλημένη με την μπάλα;

ΠΡΑΓΜΑΤΙ, με όρους εκλογικού ωφελιμισμού, η Μέρκελ δεν έχει λόγο να οσφραίνεται από κοντά τον ιδρώτα των παικτών της Εθνικής Γερμανίας. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν δύο εξηγήσεις για τους πανηγυρισμούς της καγκελαρίου.

Η πρώτη εξήγηση λέει ότι η Γερμανία δεν έχει πια ούτε αναστολές ούτε ενοχές. Οπως επιβάλλεται στην ευρωζώνη, έτσι απολαμβάνει και την επτάρα κατά της Βραζιλίας. Η έννοια της ύβρεως είναι, άλλωστε, άγνωστη στους ουμανιστές σε θέματα κλασικής παιδείας Γερμανούς. Είτε πρόκειται για το κοινό νόμισμα είτε για τον χλοοτάπητα των ποδοσφαιρικών γηπέδων, ο γερμανικός εθνικισμός είναι πλέον πλήρως απελευθερωμένος –και σε όποιον αρέσει. Κάτι όμως που έχει διπλή ανάγνωση. Η Γερμανία είναι χώρα με προσωπικότητα τύπου Α. Θέλει τη νίκη, αλλά δεν φοβάται την ήττα. Μάχεται όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα. Εχει, δηλαδή, την ατσάλινη προσωπικότητα του διεκδικητή. Κάτι που εξηγεί γιατί κερδίζει.

Η δεύτερη εξήγηση είναι περισσότερο πολιτική. Η καγκελάριος κινείται με τη φιλοσοφία των μοντέρνων πολιτικών. Ξέρει ότι πρέπει με κάθε ευκαιρία να κάνει καταθέσεις στο πολιτικό της κεφάλαιο. Αρα, υιοθετεί οτιδήποτε συνιστά φιλολαϊκή ενέργεια και δεν κοστίζει. Το ποδόσφαιρο –πόσω μάλλον μια ποδοσφαιρική νίκη –ανταποκρίνεται κατ’ εξοχήν σε αυτά τα χαρακτηριστικά. Συνεπώς, η Μέρκελ το αγκαλιάζει, θέλοντας να κερδίσει σε δημοτικότητα και, κυρίως, να ταυτιστεί με το συλλογικό υποσυνείδητο των συμπατριωτών της. Αυτή η ταύτιση θα της επιτρέψει να είναι πιο πειστική απέναντί τους την επόμενη φορά που θα εισηγηθεί καμιά διαγραφή χρέους για την Ελλάδα! Ή, τέλος πάντων, κάτι συναφές που να μην είναι και τόσο δημοφιλές στη χώρα του Ρήνου.

ΜΕ άλλα λόγια, σε προηγμένες χώρες και σε μεταμοντέρνα πολιτικά συστήματα, το ποδόσφαιρο ή μάλλον ο αυτοπροσδιορισμός ενός πολιτικού ως ποδοσφαιρόφιλου είναι έκφραση λαϊκισμού. Ενός λαϊκισμού όμως που έρχεται δωρεάν, δεν συνιστά δέσμευση και δεν έχει τα βάρη υποσχέσεων για φόρους ή προσλήψεις. Για όλους αυτούς τους λόγους, η καγκελάριος δεν χάνει τα μεγάλα ματς. Ξέρει ότι, γινόμενη κομμάτι της μάζας των γερμανών φιλάθλων είναι κερδισμένη, ανεξαρτήτως αποτελέσματος. Ακόμη περισσότερο: η Εθνική Γερμανίας είναι πια πολυπολιτισμική –άρα, η υποστήριξή της απαλλάσσει και από την υποψία των διακρίσεων.