Η Φινλανδία έχει, σύμφωνα με τις διεθνείς αξιολογήσεις, το αποτελεσματικότερο εκπαιδευτικό σύστημα, το οποίο κατά τις τελευταίες δεκαετίες παρήγαγε διεθνώς ανταγωνιστικούς νέους επιστήμονες. Η κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης στις αρχές της δεκαετίας του ’90, του προνομιούχου οικονομικού εταίρου της, είχε ως αποτέλεσμα ανεργία 20%, αύξηση του δημοσίου χρέους κατά 60% του ΑΕΠ και ελάττωση του ΑΕΠ της κατά 13% (OECD 2010). Η οικονομική καταστροφή οδήγησε τις πολιτικές και ακαδημαϊκές ελίτ της Φινλανδίας να αλλάξουν άρδην την εκπαιδευτική και ερευνητική πολιτική της. Μέσα σε μία δεκαετία και παρά την απίστευτη οικονομική ύφεση, η Φινλανδία σχεδόν τριπλασίασε τον προϋπολογισμό της Παιδείας και της Ερευνας και τετραπλασίασε τον αριθμό των νέων και έμπειρων ερευνητών στα πανεπιστήμια και τα ερευνητικά κέντρα της. Το 2001 αναρριχήθηκε στην πρώτη θέση στον κατάλογο ανταγωνιστικότητας του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ, θέση που διατηρεί μέχρι σήμερα.

Δυστυχώς στη χώρα μας οι πολιτικές και ακαδημαϊκές ελίτ της ενεργούν προς την ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση. Ο προϋπολογισμός της Παιδείας έχει μειωθεί κατά 60%, ενώ η προσπάθεια μεταρρύθμισης της Ανώτατης Εκπαίδευσης το 2011 (Νόμος Διαμαντοπούλου, που ψηφίστηκε από τα 4/5 της Βουλής) τραυματίστηκε από τις διαρκείς τροπολογίες του πρώην υπουργού Παιδείας Κων. Αρβανιτόπουλου. Οι πρυτάνεις συνεχίζουν να κωλυσιεργούν στην εφαρμογή των θετικών σημείων του νόμου τα οποία διασώθηκαν, αρνούμενοι, παρά την πάροδο τεσσάρων χρόνων, να προωθήσουν ακόμη και τους Οργανισμούς Λειτουργίας των Ιδρυμάτων τους. Ο νέος υπουργός Παιδείας Α. Λοβέρδος έστειλε τα πρώτα μηνύματα συνέχισης της παρελκυστικής, πελατειακής πολιτικής του προκατόχου του.

Η εμπειρία με τους δύο πρόσφατους υπουργούς Παιδείας δεν αφήνει περιθώρια αισιοδοξίας. Ο Πρωθυπουργός έχει τεράστια ιστορική ευθύνη για τα μελλούμενα στα ελληνικά πανεπιστήμια. Η παρέμβασή του είναι εκ των ων ουκ άνευ συνθήκη για την αλλαγή ρότας. Η σύσταση Διεθνούς Επιτροπής Επιστήμης (International Fund for Greek Science) με πρόεδρο τον Πρωθυπουργό και την αξιοκρατική συμμετοχή κορυφαίων ελλήνων επιστημόνων και επιχειρηματιών εντός και εκτός Ελλάδας θα βοηθούσε καθοριστικά στη διεθνή κινητοποίηση για την αναζήτηση επιπλέον πόρων για την υποστήριξη της ανανέωσης των πανεπιστημίων. Η Επιτροπή θα μπορούσε να συνδράμει στην τεκμηρίωση πρότασης προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για την εξαίρεση από το πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής των δαπανών για την Παιδεία και την Ερευνα – Καινοτομία αλλά και την αναζήτηση επιπλέον πόρων από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων. Η συμμετοχή σημαντικών Ελλήνων της Διασποράς στην όλη διαχείριση του εγχειρήματος θα προσέφερε την αναγκαία διεθνή εγγύηση για την προσέλκυση σημαντικών δωρεών, χορηγιών και επενδύσεων στον χώρο της ελληνικής επιστήμης και της έρευνας.

Κεντρικό επίσης πρόβλημα των πανεπιστημίων αποτελεί το κύμα φυγής των άριστων νέων και έμπειρων επιστημόνων προς το εξωτερικό, ενώ η εκ των ων ουκ άνευ για τον εκσυγχρονισμό τους ανανέωση του επιστημονικού τους δυναμικού είναι πλέον αδύνατη λόγω των περικοπών στις προκηρύξεις νέων και κενούμενων θέσεων καθηγητών. Είναι εξαιρετικά σημαντική η αναστροφή του ρεύματος εξόδου με ισχυρή κινητροδότηση για την προσέλκυση σημαντικών επιστημόνων από το εξωτερικό αλλά και την παραμονή των άριστων επιστημόνων που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα. Η άμεση κατάργηση όλων των μισθολογικών πλαφόν που επέβαλε το πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής θα έκανε τη διαφορά. Τα επιπλέον χρήματα θα προκύψουν από την επιτυχή προσέλκυση ανταγωνιστικών, διεθνών ερευνητικών χρηματοδοτήσεων που εξασφαλίζουν οι άριστοι επιστήμονες. Επίσης, η απλοποίηση της διαχείρισης των ερευνητικών προγραμμάτων που χρηματοδοτούνται από το ΕΣΠΑ θα διευκολύνει περαιτέρω τις παραπάνω παρεμβάσεις.

Η άμεση κατάθεση των Οργανισμών και των Κανονισμών Λειτουργίας των Ιδρυμάτων, και η συνεπαγόμενη ίδρυση του νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου που διαχειρίζεται τους εκτός κρατικής χρηματοδότησης επιπλέον πόρους των ΑΕΙ (εκμετάλλευση της ακίνητης και της άυλης περιουσίας τους και της πνευματικής ιδιοκτησίας από την έρευνα, παροχή εξειδικευμένων υπηρεσιών) είναι περισσότερο από επείγουσα. Η κινητοποίηση της ακαδημαϊκής κοινότητας για την εκλογή σημαντικών επιστημόνων ως νέων πρυτάνεων θα έχει επίσης καθοριστική επίδραση, υποστηρίζοντας τις προσπάθειες των ποιοτικών Συμβουλίων των Ιδρυμάτων που σήμερα «ταλαιπωρούνται» από τους ανεκδιήγητους νυν πρυτάνεις.

Ο Αχιλλέας Γραβάνης είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κρήτης