Τα δύο κεντρικά συνθήματα των ελληνικών ευρωεκλογών της περασμένης Κυριακής, «σταθερότητα» και «ανατροπή», μοιάζουν εκτός τόπου και χρόνου στο σεισμόπληκτο ευρωπαϊκό τοπίο που προέκυψε, την ίδια ημέρα, από την ενεργοποίηση του ρήγματος Βορρά – Νότου. Tι νόημα έχει η σταθερότητα, όταν υπηρετεί μια οικονομική πολιτική που οδηγεί η ίδια στην αποσταθεροποίηση, σηκώνοντας θύελλες και στις δύο πλευρές του ρήγματος, αν και για διαφορετικούς λόγους; Πώς να γίνει πανευρωπαϊκή πυρκαγιά η σπίθα της ανατροπής που ευαγγελίζεται ο ΣΥΡΙΖΑ, όταν ο θυμός στην ήπειρο διοχετεύεται σε κηρύγματα για εντελώς άλλου είδους ανατροπές, όταν η Λεπέν, ο Φάρατζ και άλλοι εκστρατεύουν εναντίον του κάστρου των Βρυξελλών με πολύ μεγαλύτερες δυνάμεις από αυτές του Τσίπρα;

Αν, παρ’ όλα αυτά, αφήσουμε τη γενική εικόνα και εστιάσουμε στον μικρόκοσμό μας, που μας αρέσει έτσι κι αλλιώς να τον φανταζόμαστε αυτόνομο κέντρο του Σύμπαντος, οι καθ’ ημάς ευρωεκλογές υποβάλλουν μερικές ενδιαφέρουσες διαπιστώσεις, πέρα από τις προφανείς.

Ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε τις εκλογές, αλλά έχασε το δημοψηφισματικό στοίχημα που είχε βάλει, καθώς δεν αύξησε ούτε στο ελάχιστο τα ποσοστά του (μάλιστα έχασε περίπου μισή μονάδα σε σχέση με το 2012). Κέρδισε τις εντυπώσεις, αλλά ηττήθηκε στο ουσιαστικό κομμάτι της στρατηγικής του. Ωστόσο, εδώ οι εντυπώσεις μπορεί να μην επισκιάζουν απλώς την ουσία αλλά, παραδόξως, να είναι η ουσία. Για δύο λόγους. Πρώτον, πετυχαίνοντας τη μόνη πρωτιά αριστερού κόμματος στην Ευρώπη, ο Τσίπρας ενίσχυσε το προφίλ του ως ηγέτη της ευρωπαϊκής Αριστεράς. Δεύτερον, και σημαντικότερο, η νικηφόρα αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ να προκαλέσει άμεση ανατροπή μπορεί να του δώσει ικανό χρονικό περιθώριο για μια περιεσκεμμένη αναπροσαρμογή της πολιτικής του. Λέω μπορεί, επειδή σε αυτό το κόμμα των μεταμοντέρνων υβριδισμών το λογικό δεν είναι οπωσδήποτε το πιο πιθανό.

Τα δύο κόμματα της συγκυβέρνησης έχασαν συνολικά περίπου 11 μονάδες σε σχέση με το 2012. Σοβαρότατες οι απώλειες, αλλά μικρότερες από αυτές των κυβερνητικών σχημάτων σε άλλες χειμαζόμενες ευρωπαϊκές χώρες και, εξάλλου, δεν τις καρπώθηκε ο κύριος ανταπαιτητής της εξουσίας. Κάτι άλλο όμως θα έπρεπε να προβληματίσει πολύ τους δύο εταίρους, όπως και το ΚΚΕ. Αυτά τα τρία παραδοσιακά κόμματα της Μεταπολίτευσης, που άλλοτε προσέλκυαν σταθερά γύρω στο 90% των ψήφων, βλέπουν το συνολικό ποσοστό τους να έχει συρρικνωθεί στο 37%, κάτι πρωτοφανές για μια μη μετακομμουνιστική ευρωπαϊκή χώρα (στην Ιταλία τα παραδοσιακά κόμματα δεν συρρικνώθηκαν, διαλύθηκαν). Αυτό δεν σημαίνει το τέλος της Μεταπολίτευσης, που κηρύσσουν κάθε λίγο και λιγάκι οι αναλυτές, γιατί η Μεταπολίτευση έχει λήξει προ πολλού, κάπου εκεί στα μέσα της δεκαετίας του 1990. Σημαίνει όμως ότι το πολιτικό σύστημα που μας κληροδότησε δεν μπορεί να το αντιληφθεί. Ο λόγος του είναι αφόρητα γερασμένος, ανίκανος να εμπνεύσει. Τι πιο ενδεικτικό από το γεγονός ότι το ΚΚΕ, σε συνθήκες βίαιης «προλεταριοποίησης» του λαού, παίρνει χαμηλότερα ποσοστά από εκείνα που έπαιρνε σε συνθήκες αστικής ομαλότητας;

Αν ο ΛΑΟΣ μάς έκανε να πιστέψουμε στο θαύμα της ανάστασης, δύο άλλα κόμματα φαίνεται πως κοντεύουν να εκμετρήσουν το ζην, νωρίς μεν, φυσιολογικά δε. Η βραχυβιότητα των ΑΝΕΛ είναι προδιαγεγραμμένη από τη φύση τους. Για την εξάχνωση της ΔΗΜΑΡ φρόντισε η τακτική της, που και αυτή ανάγεται, φευ, στη φύση της. Υπάρχει και κάτι άλλο, που η δημοσιογραφική ευγένεια (ή ευμένεια) δεν επιτρέπει να λέγεται φωναχτά: τα δείγματα γραφής αυτού του κόμματος της «ανανεωτικής Αριστεράς» στον ένα χρόνο που συμμετείχε στην κυβέρνηση τίμησαν τις ένδοξες παραδόσεις του παλαιοκομματισμού, τόσο με τα πεπραγμένα του ενός υπουργού του (και τα άπρακτα του άλλου) όσο και με την ολοπρόθυμη αποδοχή και συνεκμετάλλευση της πελατειακής ποσόστωσης 4 – 2 – 1. Αυτά δεν γινόταν να τα παραβλέψει το είδος εκείνο των πολιτών που επιθυμεί μια αληθινή ανανέωση της Αριστεράς.

Θα έπρεπε να ήταν αναμενόμενο ότι Το Ποτάμι δεν θα πετύχαινε τα πολύ υψηλά ποσοστά που του έδιναν οι πρώτες μετά την εμφάνισή του δημοσκοπήσεις. Εντούτοις, το 6,6% που συγκέντρωσε είναι κάτι παραπάνω από αξιοσημείωτο για ένα κόμμα που προήλθε από παρθενογένεση, αντί με διάσπαση ή αποχωρήσεις από άλλο κόμμα, δεν έχει στις τάξεις του επαγγελματίες πολιτικούς και δεν κατέφυγε σε δημαγωγίες. Επιπλέον, το ευρωψηφοδέλτιο που παρουσίασε ήταν το ποιοτικότερο και πιο φρέσκο από όλα. Από εδώ και πέρα όμως ο δρόμος του θα είναι δύσκολος. Πρέπει να επιλέξει ανάμεσα στη μοναχική πορεία μιας ΔΗΜΑΡ, με μεγάλη πιθανότητα να έχει την ίδια τύχη, και μια πολιτική συμμαχιών πάνω σε συγκεκριμένες προγραμματικές θέσεις, όχι σε κάτι νεφελώδες όπως εκείνο το περί «προοδευτικής κατεύθυνσης» που αναμασούσε ο Κουβέλης.

Μένει η Χρυσή Αυγή. Και, δυστυχώς, θα μείνει μαζί μας για πολύ. Για δεύτερη συνεχόμενη Κυριακή το ναζιστικό κόμμα δικαιούνταν, μόνο αυτό, να πανηγυρίζει. «Υπάρχουν και χειρότερα» άκουσα μια δημοσιογράφο να σχολιάζει στο ραδιόφωνο τα ποσοστά των ακροδεξιών κομμάτων σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Οχι, δεν υπάρχουν χειρότερα. Μπορεί το γαλλικό Εθνικό Μέτωπο, το βρετανικό UKIP ή το δανέζικο Λαϊκό Κόμμα να είναι απωθητικά για τους ευρωπαϊστές και τους υπέρμαχους της ανοιχτής κοινωνίας, αλλά δεν είναι ναζιστικά και δεν μάχονται τη δημοκρατία. Σύμφωνα με την εθνική μυθολογία μας, είναι αδύνατον να ριζώσει στην Ελλάδα ο φασισμός, διότι ο ελληνικός λαός στην Κατοχή κ.λπ., κ.λπ. Η θλιβερή αλήθεια είναι όμως ότι υπάρχει μια μεγάλη μερίδα Ελλήνων με αντιδημοκρατικές έως απροκάλυπτα φασιστικές ιδέες. Η ακόμη θλιβερότερη αλήθεια είναι ότι η ίδια αυτή μυθολογία περιέχει στοιχεία που αποτελούν λίπασμα για τέτοιες ιδέες, ενώ η παραμικρή αμφισβήτησή της επισύρει κατακραυγή, προπηλακισμούς και προγραφές. Υπάρχει σοβαρό πρόβλημα εθνικής αυτογνωσίας και δεν θα λυθεί εύκολα. Στο μεταξύ, ας ανοίξουν τα μάτια τους όσοι επιμένουν να αναγνωρίζουν στους ψηφοφόρους της ΧΑ το ακαταλόγιστο του παραπλανημένου ή του αγανακτισμένου. Ας καταλάβουν, επιτέλους, ότι έχουν να κάνουν με συνειδητή ιδεολογική επιλογή. Θα είναι αυτό ένα πρώτο βήμα για την αντιμετώπιση του φαινομένου.

Περισσότερη Ευρώπη ζήτησε την Κυριακή ο ταλαιπωρημένος ευρωπαϊκός Νότος. Λιγότερη Ευρώπη, απάντησε ο καλοβαλμένος Βορράς. Πάνω σε αυτό το ρήγμα χορεύει ο δικός μας μικρόκοσμος –και όπου τον βρει η τελευταία γυροβολιά.