Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) εξέδωσε προσφάτως μια πολύ ενδιαφέρουσα απόφαση, στην οποία δεν ασχολήθηκε μόνο με περίπλοκα προβλήματα ελευθερίας της έκφρασης, αλλά έθιξε, εκόν άκον, και ζητήματα ιστορίας και πολιτικής. Πιο συγκεκριμένα, η υπόθεση που κρίθηκε αφορούσε τον Ντογού Πέριντζεκ. Ο Πέριντζεκ, πρόεδρος του τουρκικού Εργατικού Κόμματος, ερωτηθείς κατά την διάρκεια περιοδείας του στην Ελβετία, περιέγραψε την αρμενική γενοκτονία ως «διεθνές ψέμα», αρνούμενος τον χαρακτηρισμό των δολοφονιών που τελέσθηκαν στην Ανατολία τη δεκαετία του 1910 ως γενοκτονία. Αυτό συνιστούσε παραβίαση του άρ. 261 του ελβετικού Ποινικού Κώδικα, το οποίο τιμωρεί όποιον αρνείται μια γενοκτονία. Αξιο παρατήρησης τυγχάνει επίσης ότι ο Πέριντζεκ δεν αμφισβήτησε τα γεγονότα καθεαυτά, δηλαδή τις μαζικές δολοφονίες των αρμενίων αμάχων, αρνήθηκε όμως ότι αυτές συνιστούσαν «γενοκτονία».

Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έχει αναγνωρίσει τη συμβατότητα παρόμοιων ρυθμίσεων με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) στο παρελθόν, όπως π.χ. στις υποθέσεις Μαρέ κατά Γαλλίας και Γκαροντί κατά Γαλλίας. Εχει κρίνει δηλαδή ότι ακόμη και η απλή άρνηση μιας γενοκτονίας, συνήθως του εβραϊκού Ολοκαυτώματος, της Shoah, κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, μπορεί να αποτελέσει ποινικό αδίκημα, διότι, κατά την άποψη πάντα του ΕΔΔΑ, δεν πρόκειται πλέον για προστατευόμενη ελεύθερη έκφραση, αλλά για προσβολή των δικαιωμάτων των άλλων.

Η επιχειρηματολογία αυτή δεν είναι ασφαλώς αναντίλεκτη. Από το φιλελεύθερο στρατόπεδο αντιτείνεται ότι η προστασία της ελεύθερης έκφρασης αποτελεί δομικό στοιχείο κάθε δημοκρατικής κοινωνίας. Οτι η έντονη, ζωηρή, ακόμη και προκλητική πραγμάτευση του ιστορικού παρελθόντος αποτελεί έκφραση επιστημονικής ελευθερίας. Οτι ο σεβασμός στη μνήμη των δολοφονημένων νεκρών δεν επιτυγχάνεται με αστυνομικού τύπου μέτρα, που ηρωοποιούν κάποιους περιθωριακούς συγγραφείς (πρβλ. την ανεπιτυχή δίωξη Πλεύρη παρ’ ημίν). Οτι, σε τελευταία ανάλυση, η επιβολή ποινών φυλακίσεως για διατύπωση ιστορικών ή και ανιστορικών απόψεων συνιστά η ίδια τρανό παράδειγμα ανελευθερίας, δυσανεκτικότητας και ολοκληρωτισμού.

Στην παρούσα περίπτωση ωστόσο το ΕΔΔΑ επέλεξε, με ψήφους 5-2, τη διαφοροποίηση από την προηγούμενη συντηρητική νομολογία του. Η διαφοροποίηση αυτή όμως δεν εδράζεται σε μια νέα αποτίμηση της αξίας της ελευθερίας της έκφρασης εντός μιας εύτακτης δημοκρατικής πολιτείας, όπως θα ήλπιζε κανείς. Αντιθέτως, το δικαστήριο, αντί να ανοιχτεί σε μια πιο φιλελεύθερη προσέγγιση της ελευθερίας του λόγου, στα πρότυπα ενδεχομένως και του αμερικανικού Ανωτάτου Δικαστηρίου, προτίμησε να διαχωρίσει τοις πράγμασι τις γενοκτονίες σε δυο κατηγορίες: σε όσες επιτρέπεται να προστατεύονται ποινικά και σε όσες όχι. Καταρχάς, το δικαστήριο αρνείται το ίδιο να μιλήσει για γενοκτονία, περιοριζόμενο στη στεγνή περιγραφή «τα γεγονότα του 1915». Διαγιγνώσκει μάλιστα ότι δεν υπάρχει σχετικώς επιστημονική συναίνεση, σε αντίθεση με την εβραϊκή περίπτωση. Εκεί, ισχυρίζεται το δικαστήριο, υπάρχει «σαφής νομική βάση», ενώ τα σχετικά ιστορικά γεγονότα έχουν κριθεί «από διεθνή δικαστική Αρχή». Τέλος, στην εβραϊκή περίπτωση υφίσταται σαφής αντισημιτισμός, που πρέπει να αντιμετωπιστεί, πράγμα που δεν συμβαίνει με τους Αρμενίους.

Η αιτιολογία της απόφασης κρίνεται ανεπαρκής. Κατ’ αρχάς, και αυτό είναι πολύ λυπηρό, αγνοεί ότι η αρμενική γενοκτονία έχει αναγνωριστεί όχι μόνο από δεκάδες κράτη, αλλά και από τη Διεθνή Εταιρεία των Ερευνητών Γενοκτονιών (IAGS), ήδη από το 2007. Εξάλλου, με αυτήν τη θεώρηση ιστορικές τυχαιότητες και πολιτικές σκοπιμότητες κρίνουν τελικά την έκταση της ελευθερίας της έκφρασης κάθε πολίτη. Και αντίστροφα, η μνήμη κάθε γενοκτονημένου νεκρού προστατεύεται ανάλογα με το πότε έτυχε να δολοφονηθεί και αν οι διεθνείς συνθήκες ευνόησαν την ποινική δίωξη των υπαιτίων ή όχι. Τέλος, με το επιχείρημα του ΕΔΔΑ περί αντιμετωπίσεως του αντισημιτισμού θα μπορούσε να τιμωρείται ο εγκωμιασμός κακουργήματος μόνο για τα κακουργήματα τα διαπραχθέντα εις βάρος μαύρων, γιατί αυτοί υφίστανται φυλετικές διακρίσεις κατά κύριο λόγο και όχι οι λευκοί. Κάτι τέτοιο όμως μάλλον δεν θα το υποστήριζε ούτε το ίδιο το ΕΔΔΑ.

Η απόφαση Πέριντζεκ αφήνει τελικά μια γλυκόπικρη γεύση. Ναι στην ελευθερία της έκφρασης, όχι όμως με αυτήν την αιτιολογία. Ολες οι γενοκτονίες είναι ίσες κατά τον λόγο που ίσοι κατά την αξίωσή τους στη συλλογική μνήμη είναι και οι νεκροί τους.

Ο Αθανάσιος Αναγνωστόπουλος είναι διδάκτορας Ποινικού Δικαίου και θεολόγος