Πρόκειται για μία πεπαλαιωμένη ιδεολογική έριδα μεταξύ «προοδευτικών» και «παραδοσιακών» στη χώρα μας, από την οποία απουσιάζει η σε βάθος προσέγγιση του προβλήματος. Ετσι, το μάθημα των Θρησκευτικών συχνά εγκαλείται για δογματικό κατηχητισμό και ως εκ τούτου υποστηρίζεται ότι δεν έχει θέση στο σύγχρονο σχολείο. Μία σειρά άλλων γνωστικών αντικειμένων θα άξιζε, στο όνομα του «εκσυγχρονισμού» της εκπαίδευσης, να καταλάβουν τις διδακτικές ώρες αυτού του μαθήματος. Η μόνη περίπτωση που το μάθημα αυτό θα ήταν ανεκτό σχετίζεται με τη σαφή προαιρετικότητα και την αλλαγή του χαρακτήρα του από ομολογιακό σε θρησκειολογικό.

Η πολιτεία, εν μέσω κρίσης, η οποία δεν είναι μονοσήμαντα οικονομική, πιέζεται να απεμπολεί την ευθύνη της για σοβαρή και υπεύθυνη θρησκευτική αγωγή. Ποια όμως θα είναι η σχέση της ελληνικής κοινωνίας με την παράδοση και τον πολιτισμό της Ορθοδοξίας, όταν από τον δημόσιο χώρο η ορθόδοξη παράδοση συνωθείται βίαια και παραμερίζεται απλώς στην ιδιωτική σφαίρα;

Είναι χαρακτηριστικό ότι τόσο οι επικριτές όσο και οι υποστηρικτές της υποχρεωτικής διδασκαλίας των Θρησκευτικών συνήθως θεωρούν δεδομένο τον στενά ομολογιακό και κατηχητικό χαρακτήρα του μαθήματος αυτού. Η πραγματικότητα αυτή προκαλεί εντάσεις που αποκαλύπτουν συχνά εκ διαμέτρου αντιτιθέμενες ιδεολογικές θέσεις για τη θρησκευτική εκπαίδευση στο δημόσιο σχολείο. Συχνά οι επικριτές του μαθήματος επικαλούνται διάφορες ευρωπαϊκές συστάσεις και συγκεκριμένα τη Σύσταση 1720 του έτους 2005. Η Κοινοβουλευτική Συνδιάσκεψη του Συμβουλίου της Ευρώπης με τη Σύσταση αυτή προτείνει απλώς το θρησκειολογικό πρότυπο διδασκαλίας των θρησκειών, για να διασφαλίσει έτσι την αμεροληψία και αντικειμενικότητα στην παρουσίασή τους. Ωστόσο, η ανακάλυψη των διαφόρων θρησκειών και κυρίως των θρησκειών γειτονικών χωρών από τους μαθητές, συστήνεται να γίνεται παράλληλα με τη γνωριμία της δικής τους θρησκείας. Θεωρούμε, πάντως, ότι με τη Σύσταση αυτή άνοιξε μια μεγάλη συζήτηση στην Ευρώπη, συνεπώς και στη χώρα μας. Σε κάθε περίπτωση, όμως, δεν είναι δυνατό να υπάρχει τεχνητή ομοιομορφία και κοινή αντιμετώπιση της διδασκαλίας του θρησκευτικού φαινομένου για κάθε χώρα, ανεξάρτητα από τα ιδιαίτερα πολιτιστικά, θρησκευτικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά της.

Θεωρούμε, πάντως, ότι είναι καιρός τα Θρησκευτικά στο Νέο Λύκειο να προσλάβουν έναν πιο ανοικτό και πλουραλιστικό χαρακτήρα.

Η εναλλακτική αυτή θεώρηση των Θρησκευτικών στο Νέο Λύκειο ασφαλώς θα ξεκινά και θα έχει επίκεντρο τη θρησκευτική παράδοση του τόπου, όπως αυτή σαρκώθηκε στη ζωή και αποτυπώθηκε στα μνημεία του πολιτισμού της Ορθοδοξίας. Ο κάθε μαθητής ή μαθήτρια είναι χρήσιμο και πολύτιμο να γνωρίζει τη θρησκευτική παράδοση του τόπου και συνάμα μπορεί να γνωρίζει και να διαλέγεται με τις χριστιανικές παραδόσεις που υπάρχουν στην Ευρώπη και γενικότερα στον κόσμο. Η διευρυμένη αυτή θρησκευτική εκπαίδευση θα εξετάζει με ερευνητικό, κριτικό και διαλεκτικό τρόπο τι συνεισέφερε στην Ιστορία και στον πολιτισμό η κάθε θρησκευτική παράδοση, αποβλέποντας στον θρησκευτικό γραμματισμό, αλλά και στην ευαισθητοποίηση και στον αναστοχασμό των μαθητών απέναντι στον δικό τους θρησκευτικό και ηθικό προβληματισμό. Το εγχείρημα αυτό δεν είναι θεωρητικό ή νεφελώδες, αλλά ήδη έγινε πραγματικότητα στο νέο Πρόγραμμα Σπουδών στα Θρησκευτικά Δημοτικού και Γυμνασίου, το οποίο από το 2011 είναι σε φάση πιλοτικής εφαρμογής σε ορισμένα σχολεία.

Ενα τέτοιο μάθημα Θρησκευτικών μπορεί να είναι ζήτημα επιλογής; Τι σημαίνει επιλέγω για έναν έφηβο 15-17 ετών σε ένα Λύκειο προθάλαμο της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης; Ποιο μάθημα θα συζητά τα ηθικά και υπαρξιακά ερωτήματα των μαθητών του Λυκείου ως ερμηνευτική αναζήτηση του νοήματος, ως υποδομή για την ίδια τη ζωή;

Σε ένα σχολείο όπου τα Θρησκευτικά μπορεί και να μη διδάσκονται στο υποχρεωτικό πρόγραμμα πώς θα αντιμετωπιστούν θέματα διαπολιτισμικής αγωγής, θρησκευτικού φονταμενταλισμού και μισαλλοδοξίας, αποδοχής της θρησκευτικής ετερότητας, ηθικής ανάπτυξης και συμπεριφοράς κ.ά.; Η ελληνική πολιτεία έχει ευθύνη για μια σύγχρονη, σοβαρή και υπεύθυνη θρησκευτική αγωγή. Για να μπορεί να διαχειριστεί το θρησκευτικό φαινόμενο στην πολυείδεια και πολυπλοκότητά του, είναι ανάγκη οι πολίτες να γνωρίζουν έγκυρα τις πραγματικές διαστάσεις του.

Ο Σταύρος Γιαγκάζογλου είναι σύμβουλος του υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων