Τρία χρόνια από την υπαγωγή στο πρώτο Μνημόνιο είναι πλέον ιδιαίτερα σαφείς οι δυσμενείς επιπτώσεις στην οικονομία της χώρας. Οι έστω με στρεβλό τρόπο διαμορφωμένες άρρηκτες μέχρι πρότινος σχέσεις πολιτών και πολιτείας έχουν διαρραγεί, με αποτέλεσμα τον κατακερματισμό της κοινωνικής συνοχής και την αμφισβήτηση ακόμα και των θεμελιωδών δημοκρατικών θεσμών.

Παρά το γεγονός πως κινητήριος δύναμη του ελληνικού φαινομένου υπήρξαν τα ενδογενή δομικά προβλήματα της οικονομίας, το ξέσπασμα ή πιο σωστά η αποκάλυψη της κρίσης επιταχύνθηκε από τη μεγάλη κρίση των χρηματοοικονομικών συναλλαγών και προϊόντων που ξέσπασε το 2008 στις ΗΠΑ.

Η κρίση, αποτέλεσμα της μετάλλαξης της διεθνούς οικονομικής φιλοσοφίας που άρχισε από τις αρχές της δεκαετίας του ’70, αποκάλυψε ακόμα μία πτυχή της δυσμορφίας του οικονομικού συστήματος. Αυτή η πτυχή είναι η παντελής απουσία της ηθικής στη διαχείριση του χρηματοπιστωτικού μοντέλου της σύγχρονης οικονομίας.

Η συνεχής χειραγώγηση των αγορών με στόχο την οικονομική μεγέθυνση, η αύξηση του πλούτου χωρίς την υποστήριξη καμίας παραγωγικής διαδικασίας οδήγησαν στη δημιουργία μιας επίπλαστης και ανεξέλεγκτης οικονομίας, ενώ αποσύνδεσαν κάθε ηθική διάσταση της κοινωνίας στο όνομα μιας οικονομικής πανθρησκείας. Η έννοια της ηθικής της οικονομίας, μέρος της ευρύτερης καντιανής ηθικής, δεν αποτελεί μια αποκομμένη έννοια φιλοσοφικού χαρακτήρα, αλλά προβάλλει ως το μέσο της προόδου του ατόμου και της κοινωνίας μέσα από το συλλογικό συμφέρον.

Κύριοι εκφραστές του οικονομικού φιλελευθερισμού όπως οι Ντέιβιντ Ρικάρντο και Ανταμ Σμιθ επισήμαναν τους σοβαρούς κινδύνους που απορρέουν από τον ανεξέλεγκτο ρόλο των αγορών. Αλλά και ο νομπελίστας Φρίντριχ Χάγιεκ στο ζήτημα της ηθικής της οικονομίας τονίζει τη σημασία της ηθικής συμπεριφοράς ως βάσης της οικονομίας. Οι οικονομικές κρίσεις συσχετίζονται άμεσα με τους οικονομικούς κύκλους, όμως, η νέα παγκόσμια ανισορροπία είναι αποτέλεσμα της έλλειψης οικονομικής ηθικής και όχι των κατάλληλων χρηματοοικονομικών εργαλείων. Ο άνευ ορίων ανταγωνισμός και η απουσία κοινωνικής ευθύνης των επιχειρήσεων οδήγησαν στη δημιουργία οικονομικών γιγάντων και ώθησαν τον πλούτο προς την κορυφή της πυραμίδας χωρίς μέριμνα για τους αδύνατους και το κοινωνικό κράτος. Η έννοια της ηθικής της κοινωνικής ευθύνης στον χώρο της οικονομίας είναι κεϊνσιανής έμπνευσης, γι’ αυτό και όχι άδικα ο Κέινς χαρακτηρίστηκε ως ο πατέρας της σύγχρονης σοσιαλδημοκρατίας αλλά και της ηθικής στην οικονομία.

Η θεώρηση που ήθελε τη συνολική κολεκτιβοποίηση των μέσων παραγωγής και τη δημιουργία μιας κρατικά ελεγχόμενης και κλειστής οικονομίας απέτυχε ιστορικά. Εκμεταλλευόμενη αυτή την αποτυχία η νεοφιλελεύθερη αφήγηση, βασιζόμενη στον κανόνα του «αόρατου χεριού» και στη βάση ενός δήθεν αλάνθαστου μοντέλου της ελεύθερης αγοράς, υποστήριξε πως ο ανεξέλεγκτος ανταγωνισμός και η ελεύθερη οικονομία αποτελούν τον μοναδικό δρόμο που πρέπει να ακολουθήσουν οι σύγχρονες φιλελεύθερες δημοκρατίες. Αυτή η παραδοχή όμως μετέτρεψε τα πλεονεκτήματα του καπιταλισμού της χρυσής εικοσαετίας (1950-71) στη σημερινή χρηματοπιστωτική οικονομία της φούσκας.

Αντίθετα με την κλασική αντίληψη για τον σοσιαλισμό και τον καπιταλισμό ο Κάρλο Ροσέλι από το 1929 στο βιβλίο του Φιλελεύθερος Σοσιαλισμός (στα ελληνικά επανακυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Πόλις) υποστήριζε πως ο σοσιαλισμός αποτελεί πρώτα ηθική επανάσταση και σε επόμενο επίπεδο υλικό μετασχηματισμό. Η ενσωμάτωση της ηθικής διάστασης στην οικονομία, μέσω της διαμόρφωσης ενός νέου κοινωνικού συμβολαίου, κρίνεται επιβεβλημένη για τον 21ο αιώνα. Οταν η ηθική και ο πολιτικός έλεγχος απομακρύνονται από τις οικονομικές συναλλαγές, τότε το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο μπορεί να ελέγχει πλήρως την πολιτική, τους θεσμούς, τη δημοκρατία. Την ίδια στιγμή οι πολυεθνικοί κολοσσοί παραμένουν ανεξέλεγκτοι όσον αφορά τις περιβαλλοντικές επιδράσεις τους και οι πολιτικές των κρατών αλλά και των διεθνών ενώσεων υπερκαθορίζονται από αδιαφανή οικονομικά συμφέροντα.

Η έξοδος από τα σημερινά αδιέξοδα βρίσκεται αφενός στον επαναπροσανατολισμό της οικονομίας προς την πραγματική παραγωγή και αφετέρου στην προστασία και στον επιμερισμό των πόρων μέσα από τον ρόλο ενός ανανεωμένου κοινωνικού κράτους που θα εξακολουθεί να μειώνει τις κοινωνικές ανισότητες. Φαντάζει λοιπόν επίκαιρη η ρήση του Επίκουρου για όσους επενδύουν τις ελπίδες τους στη σύγχρονή οικονομική της εποχής μας: Ουδέν ικανόν ω ολίγον ικανόν.

Ο Μιχάλης Γεωργακάς είναι οικονομολόγος, διδάκτορας του Πανεπιστημίου Αθηνών στην Οργάνωση και τη Διοίκηση Υπηρεσιών Υγείας.