Αν το πολιτικό μας σύστημα αγαπούσε τον Σαίξπηρ, ακόμη και να μη ήταν τόσο απελπισμένο όπως ο Ριχάρδος Γ’, θα το ακούγαμε να φωνάζει, λίγο πριν από την διαφαινόμενη κατάρρευση του success story, λόγω της αντιδημοκρατικής κατάργησης της ΕΡΤ, «τη μείωση του ΦΠΑ στην εστίαση για την επανεκλογή μου». Ολος ο αγώνας για την ανάκαμψη έχει επικεντρωθεί στη μείωση του ΦΠΑ. Αποδεικνύεται, έτσι, πως αυτό το πολιτικό σύστημα δύσκολα μαθαίνει από τα παθήματά του.

Το πρόβλημα της χώρας πριν από την κρίση αλλά και σήμερα, σύμφωνα και με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, δεν είναι οι δαπάνες ούτε και τα χαμηλά έσοδα, έτσι γενικά. Είναι ο ποιοτικός χαρακτήρας των χαμηλών εσόδων. Χαρακτήρας που προέκυπτε από τη φοροδιαφυγή των υψηλών εισοδημάτων. Το 2007, έναν χρόνο πριν ξεσπάσει η παγκόσμια και η ελληνική κρίση, βλέπουμε πως οι δαπάνες του κράτους μας ανέρχονταν στο 40,2% του ΑΕΠ, ενώ ο μέσος όρος στην ευρωζώνη ήταν 45,1%. Τα δημόσια έσοδα επίσης άγγιζαν το 40%. Χαμηλά αλλά όχι τα χαμηλότερα. Το πρόβλημα προέκυπτε από το γεγονός ότι τα έσοδα αυτά ήταν από τη μισθωτή εργασία, ενώ οι φόροι από τα επιχειρηματικά κέρδη ήταν πολύ χαμηλότεροι από όλες τις άλλες χώρες του ΟΟΣΑ (OECD, Economic Outlook No.91). Μήπως αυτό πρέπει να μας οδηγήσει στο να ξανασκεφτούμε τι πρέπει να κάνουμε με τους φόρους που δεν αποδίδονται;

Από τότε τα πράγματα χειροτέρεψαν. Ενώ το πραγματικό δημόσιο έλλειμμα από το 2009 έως το 2012 μειώθηκε κατά 8,6%, το ελληνικό κράτος έχει μειώσει τις δαπάνες του (εκτός από τους τόκους) κατά 22%. Οι κοινωνικές δαπάνες είναι μείον 12%, ενώ η ανεργία βρίσκεται στο 27%. Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη των Μάνου Ματσαγγάνη, Χρύσας Λεβέντη και Ελένης Καναβιτσά («Διαστάσεις της φτώχειας στην Ελλάδα της κρίσης»), σχεδόν το 40% των ανέργων σήμερα βρίσκεται κάτω από το όριο της σχετικής φτώχειας, ενώ περίπου το 20% των ανέργων βρίσκεται κάτω και από το όριο της ακραίας φτώχειας. Μόνο όμως το 16% του συνόλου των ανέργων λαμβάνει επίδομα ανεργίας. Οταν ολοκληρωθεί το έτος που έχουν δικαίωμα να λαμβάνουν αυτό το επίδομα, ο αριθμός των επιδοτούμενων ανέργων θα μειωθεί ακόμη περισσότερο.

Την ίδια στιγμή στην παραπάνω έρευνα αναφέρεται πως «ενώ το 2009 το 20% των πλουσιότερων Ελλήνων είχε εισόδημα 6,1 φορές μεγαλύτερο από το 20% των φτωχότερων Ελλήνων, το 2012 ο λόγος ανέβηκε στο 7,8. Με άλλα λόγια, το 20% των πλουσιότερων έχει πλέον 7,8 φορές μεγαλύτερο εισόδημα από το 20% των φτωχότερων». Οι οικονομικές ανισότητες στη χώρα μας γεννιούνται κυρίως από τις φορολογικές ανισότητες. Αντί λοιπόν το πολιτικό σύστημα να εστιάζει στο να βρει τρόπους ώστε να αρθούν οι φορολογικές αδικίες, επικεντρώνεται στον «αγώνα» για μείωση του ΦΠΑ στην εστίαση ή στη δημιουργία προσωρινών θέσεων εργασίας (με μισθούς στα 500 ευρώ, και αν). Αυτό ξέρουν, αυτό μαρτυρούν ή δείγμα ταξικής πολιτικής;

Σήμερα χρειάζεται να πνεύσει τέτοιος ιδεολογικός άνεμος που θα μεταφέρει τα μηνύματα υπέρ μιας δίκαιης φορολόγησης και της ανάγκης συγκρότησης ενός κράτους παροχής υπηρεσιών προς τους πολίτες (που θα αμείβει ανάλογα και τους μετόχους σ’ αυτή την προσπάθεια –εκπαιδευτικούς, γιατρούς, νοσοκόμους κ.ά.). Αντί εκείνων των ψευδομεταρρυθμίσεων που αποδιοργανώνουν κάθε κοινωνικό ιστό, αντί να αγωνιζόμαστε για να «προσφέρουμε «εξάμηνες θέσεις εργασίας» και μειωμένο ΦΠΑ στην εστίαση σ’ εκείνους που ζουν με εισοδήματα που μόλις αγγίζουν τα 5.000 ευρώ το έτος, δεν είναι καλύτερα να αρχίσουμε να συζητούμε προτάσεις όπως αυτή που κάνουν οι προαναφερθέντες επιστήμονες στη μελέτη τους για την καθιέρωση ενός ελάχιστα εγγυημένου εισοδήματος;

Σίγουρα είναι πάρα πολλές οι παράμετροι που πρέπει να μετρηθούν για να προχωρήσουμε στην καθιέρωση ενός ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος. Δεν είμαι σίγουρος ούτε για την αποτελεσματικότητά του, αλλά ούτε και για την αναποτελεσματικότητά του. Είμαι όμως βέβαιος ότι η συζήτηση για την αποτροπή ενός κοινωνικού ναυαγίου πρέπει να ξεκινά από τη φορολογική μεταρρύθμιση, να περνά από το κράτος υπηρεσιών και να καταλήγει σε προτάσεις όπως το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα.

Βεβαίως όλα τα παραπάνω σήμερα που με διαβάζετε μοιάζει να μην έχουν άμεση σημασία, μια που οι εξελίξεις στο θέμα της ΕΡΤ απειλούν την ίδια την ύπαρξη της κυβέρνησης.

Ο Γιώργος Σιακαντάρης είναι επιστημονικός διευθυντής του ΙΣΤΑΜΕ