Πρόλαβα τη «Διάπλασι των Παίδων» στα τελευταία της, στη διάρκεια της χούντας. Ημουν ένας από τους τελευταίους αναγνώστες της. Θυμάμαι με πόση χαρά την περίμενα κάθε βδομάδα. Σε χρόνια κατά τα οποία η πληροφόρηση ήταν ούτως ή άλλως δυσεύρετη και περιζήτητη, ήταν ένα παράθυρο στον κόσμο για παιδιά που έψαχναν πληροφορίες πέραν του επαρχιωτισμού της ελληνικής κοινωνίας.
Η τελευταία περίοδος της «Διαπλάσεως» δεν είχε τους παλιούς πρωτεργάτες, ούτε τον Αριστοτέλη Κουρτίδη ούτε τον Γρηγόριο Ξενόπουλο. Οι διάδοχοί τους, όμως, έπρεπε να μπορούν να κρατούν ψηλά τον πήχη, γι’ αυτό άλλωστε ακόμα και στα τελευταία του το περιοδικό είχε καλογραμμένα κείμενα: μυθιστορήματα σε συνέχειες, ρεπορτάζ για αστέρια του κινηματογράφου και της μουσικής αλλά και για επιστημονικές κατακτήσεις, μικρά δοκίμια, προσωπογραφίες για πρόσωπα της επικαιρότητας… Υπήρχε η σελίδα του Φαίδωνα, του κυρίου άρθρου, όπως θα λέγαμε σήμερα, πάντα στο στυλιστικό ύψος του Ξενόπουλου που την είχε λανσάρει. Υπήρχαν, επίσης, σελίδες με κείμενα, μικρά δοκίμια, ποιήματα, γραμμένα από μαθητές και φοιτητές, σε μια προσπάθεια ενθάρρυνσης της δημιουργικής γραφής –πολλοί νεότεροι λογοτέχνες πρωτοδημοσίευσαν στη «Διάπλασι», όπως είχε συμβεί και παλαιότερα, με τον Τέλλο Αγρα ή τον Ναπολέοντα Λαπαθιώτη. Στυλίστες της γραφής συγκαταλέγονταν στους συνεργάτες του περιοδικού –θυμάμαι, ανάμεσά τους, τα ξεχωριστά κείμενα του Ευγένιου Τριβιζά, τον «Χιονάνθρωπο και το κορίτσι» ή τους «Πειρατές της καμινάδας»…

Θυμάμαι ακόμα την ελληνική εκδοχή του «Μικρού Νικολά», του αριστουργήματος του Σεμπέ, που είχε μετονομαστεί σε Παπάκια και έγραφε χαριτωμένα πειράγματα στα κορίτσια. Μάλιστα είχαν ιδρύσει τον ΣΑΠΟΔΕΧΩΤΑΚΟ, τον Σύλλογο Αγοριών Που Δεν Χωνεύουν Τα Κορίτσια. Και βέβαια, έσκιζε η στήλη με τις Μικρές Αγγελίες, στις οποίες η ζωή κυλούσε με φιλίες, ανταλλαγή απόψεων και συγκρούσεις –σαν ένα αργό και πολύ ευγενικό facebook στο χαρτί.

Αυτή ήταν η «Διάπλασις των Παίδων». Ενα συντηρητικό περιοδικό, ανοιχτό στη γνώση και στα επιτεύγματα του κόσμου, που μυούσε τους νέους στη δημιουργική ελευθερία, συμβάλλοντας ταυτόχρονα να αποκτήσουν αστική αγωγή και την κουλτούρα του δημοκρατικού διαλόγου. Η χρήση του τίτλου του συγκεκριμένου περιοδικού από τη Χρυσή Αυγή για να ονομάσει το προπαγανδιστικό «παιδομάζωμά» της, για το οποίο έγραψαν χθες εκτενέστατα «ΤΑ ΝΕΑ», είναι ο θρίαμβος της στρεψοδικίας. Χυδαία προσπάθεια οικειοποίησης μιας ταυτότητας που δεν έχει σχέση με το ιδεολογικό έκτρωμα που εκπροσωπούν. Δεν έχουν άραγε τίποτα δικό τους να επικαλεστούν οι εκφραστές της ρατσιστικής βίας, της έχθρας έναντι κάθε στοιχείου του σύγχρονου πολιτισμού, του απομονωτισμού και της βαρβαρότητας;

ΥΓ: Διαβάζοντας την απάντηση της Χρυσής Αυγής στα «ΝΕΑ», διαπίστωσα ότι αυτοί που επικαλούνται τα ελληνικά ιδεώδη διά της βίας δεν σκαμπάζουν ούτε στοιχειώδη ελληνικά. Μιλούν για κάποιον «ευείδη» (!) νεαρό, «δηλαδή καλαίσθητο», εξηγούν. Ευειδής (και όχι ευείδης) σημαίνει ωραίος, όμορφος, αυτός που είναι ωραίος στην όψη. Το αντίθετο δηλαδή από το ιδεολογικό και γνωστικό νεάντερταλ που εκπροσωπεί ο συγγραφέας του εν λόγω κειμένου.