Η εποχή του ισχυρού ΠΑΣΟΚ και των μονοκομματικών κυβερνήσεων έχει παρέλθει. Οσο γρηγορότερα προσαρμοστούν η ηγεσία και τα στελέχη του στα νέα δεδομένα, τόσο καλύτερα για τον χώρο της Κεντροαριστεράς.

Κατ’ αρχήν, το ΠΑΣΟΚ πρέπει να ξεκαθαρίσει αν ενδιαφέρεται για την οργανωτική επιβίωση ή για την εκπροσώπηση ιδεών και πολιτικών. «Να σώσει τα έπιπλα» –κατά τη γαλλική έκφραση –είναι σχετικά εύκολο: θα βρεθεί πιθανότατα ένας ικανός πυρήνας εκλογέων πέριξ των κομματικών ελίτ που, λόγω μακροχρόνιας κομματικής ταύτισης, συναισθηματικών και προσωπικών δεσμών, θα το επιλέξει. Είναι όμως εγχείρημα βραχύβιο, αυτοαναφορικό, εμφορείται από και ικανοποιεί επιλεκτικά κίνητρα. Αν υπάρχει ειλικρινής πρόθεση να εκφρασθεί πολιτικά και να εκπροσωπηθεί με αξιώσεις ένα πρόγραμμα κεντροαριστερού, σοσιαλδημοκρατικού χαρακτήρα, τότε απαιτούνται εκλογικά μεγέθη που το ΠΑΣΟΚ δεν φαίνεται να μπορεί στην παρούσα συγκυρία να συγκεντρώσει.

Δεν είναι μόνο τα χαμηλά δημοσκοπικά ποσοστά του, αλλά και τα εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα πολιτικής εμπιστοσύνης που επιβεβαιώνουν την αδυναμία του να γίνει και πάλι ένας πλειοψηφικός πολιτικός φορέας. Αν υπάρχει πιθανότητα επαναπατρισμού ψηφοφόρων στην Κεντροαριστερά, αυτό μπορεί να γίνει μέσα από μια διπλή στρατηγική.

Σε επίπεδο κορυφής, να υλοποιηθεί μια πλατιά προγραμματική και εκλογική συμμαχία όλων των δυνάμεων της Κεντροαριστεράς.

Σε επίπεδο βάσης, να υφάνει από μηδενική βάση τον κοινωνικό δεσμό, μέσα από ουσιαστική συμμετοχή και ανανέωση ιδεών και προσώπων. Και στα δύο επίπεδα, από την πλευρά του ΠΑΣΟΚ απαιτείται οργανωτική και πολιτική υπέρβαση σε τέτοιο βαθμό που η φυσιογνωμία του στο μέλλον δεν θα θυμίζει σε τίποτα αυτή του παρελθόντος.