Οταν τον Μάιο του 2010 η Ελλάδα αποδέχθηκε το πρώτο Μνημόνιο, συγκροτήθηκαν δύο ομάδες συμπολιτών μας.

Από τη μια πλευρά όσοι θεωρούσαν ότι η Ελλάδα ήταν «λάθος χώρα» και το Μνημόνιο αποτελούσε τη θεόπεμπτη ευκαιρία για να πληρώσουμε τις αμαρτίες μας.

Ηταν περίπου η φωτιά που έριξε ο Πανάγαθος στα σύγχρονα Σόδομα και Γόμορρα.

Από την άλλη πλευρά όσοι φώναζαν ότι η Ελλάδα δεν έχει κανένα πρόβλημα και ότι δεν χρειάζεται να αλλάξει τίποτα, αρκεί να συνεχίσουμε να δανειζόμαστε όσα μας λείπουν.

Ηταν η πολιτική εκδοχή της συμβουλής «ό,τι φάμε, ό,τι πιούμε…» –και προφανώς σεμνύνομαι για τη συνέχεια…

Σχεδόν τρία χρόνια αργότερα διαπιστώνουμε όλοι και από κοινού ότι το Μνημόνιο ήταν λάθος. Οχι αχρείαστο αλλά λάθος.

Λάθος οικονομικό. Λάθος κοινωνικό. Και προφανώς λάθος πολιτικό.

[Οι μόνοι που δεν το ομολογούν είναι οι Γερμανοί και τα τσιράκια τους στις Βρυξέλλες που φοβούνται μήπως αποδυναμωθεί η «γερμανική συνταγή»…].

Αυτή η παραδοχή είναι μια θεόπεμπτη ευκαιρία να συζητηθεί ξανά το σχέδιο, να επέλθουν διορθώσεις και κυρίως να ξεφύγουμε από τη βλακώδη αντιπαράθεση που προανέφερα.

Αλλάζουν όμως οι στόκοι; Δεν αλλάζουν!

Ετσι, οι μεν ισχυρίζονται σήμερα ότι αν απέτυχε το Μνημόνιο δεν φταίει το Μνημόνιο, αλλά εμείς που δεν μετανοήσαμε αρκετά για τις αμαρτίες μας ώστε να το εφαρμόσουμε με ταχύτητα, ζήλο και αυταπάρνηση.

Οι δε κατάλαβαν ότι κακώς μεσολάβησε ό,τι μεσολάβησε διότι η λύση ήταν εξαρχής πολύ απλή: να μείνουμε στο 2009. Τώρα λοιπόν οι φταίχτες πρέπει να καταλάβουν το λάθος τους και να επιστρέψουμε πίσω όσο πιο γρήγορα γίνεται.

Το ηθικό δίδαγμα είναι απλό: μην απευθύνεστε σε στόκους! Αλλα τους λες και άλλα καταλαβαίνουν.

Το πολιτικό συμπέρασμα είναι ακόμη απλούστερο: αυτό που ονομάζεται «πολιτική τάξη» στη χώρα μας δυσκολεύεται να κατανοήσει τα προφανή και να συμφωνήσει ακόμη και στα αυτονόητα.

Ετσι, όλα καταλήγουν σε κάποιου είδους κομματική κλωτσοπατινάδα –ποτέ σε ένα συνολικό σχέδιο!

Γιατί άραγε συμβαίνει αυτό;

Η καλή εξήγηση είναι η πρωτοφανής αδυναμία μεγάλου μέρους του πολιτικού προσωπικού να κατανοήσει το αντικείμενο της συζήτησης.

Δεν είμαι καθόλου βέβαιος, για παράδειγμα, ότι οι περισσότεροι κατάλαβαν επαρκώς το θέμα που δημιουργήθηκε με τους «πολλαπλασιαστές» ούτε ότι αντιλαμβάνονται πώς μπορεί κανείς να το χειριστεί επωφελώς για τη χώρα.

Αλλά ή άγνοια δεν είναι καταδικαστική. Σήμερα μπορεί να μην ξέρεις, αύριο μπορεί να μάθεις.

Διότι δυστυχώς υπάρχει και η κακή εξήγηση. Αυτή που έχει να κάνει με τους στόκους.

Στους οποίους, ως γνωστόν, άλλα λες και άλλα καταλαβαίνουν.