Οπως και ο απερχόμενος, έτσι και ο επόμενος κυβερνητικός συνασπισμός του Ισραήλ πιθανότατα θα εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από δεξιά και θρησκευτικά κόμματα. Παρ’ όλα αυτά, η δεύτερη θητεία του Μπαράκ Ομπάμα θα μπορούσε να προσφέρει μια ζωτική ευκαιρία επανέναρξης της ειρηνευτικής διαδικασίας.

Κατά την πρώτη θητεία του έκανε πίσω, θεωρώντας πως η Αμερική θα μπορούσε να διαμεσολαβήσει μόνον αν τα ίδια τα μέρη ήθελαν την ειρήνη. Το σκεπτικό πίσω από την αδράνεια βασίζεται σε τέσσερις σχετιζόμενες αξιώσεις: πως οι ακραίες δυνάμεις κυριαρχούν επειδή κυριαρχούν οι ιδεολογίες τους· πως το στάτους κβο –οι δημογραφικές τάσεις που οδηγούν αναπόφευκτα σε μια «λύση του ενός κράτους» και το τέλος του Ισραήλ ως εβραϊκής δημοκρατίας –θα αναγκάσει τελικά το Ισραήλ να λογικευτεί· πως το καθεστώς του κράτους-παρατηρητή που εξασφάλισε ο παλαιστίνιος Πρόεδρος Μαχμούντ Αμπάς στον ΟΗΕ είναι κενό περιεχομένου· και πως, δεδομένης της δύναμης του ισραηλινού λόμπι, τα χέρια του Ομπάμα είναι δεμένα.

Οι αξιώσεις αυτές όμως είναι παραπλανητικές. Κατ’ αρχάς, παρότι η Χαμάς και οι ισραηλινοί ακροδεξιοί ανεβαίνουν σε δημοτικότητα, ο λόγος δεν είναι οι ιδεολογίες τους, αλλά η απόγνωση των νέων για τη βία της κατοχής. Δεύτερον, το στάτους κβο δεν οδηγεί σε μια λύση του ενός κράτους, αλλά σε μια εθνοκάθαρση τύπου Βοσνίας. Τρίτον, το παλαιστινιακό κράτος δεν είναι ένας μύθος που επέβαλε η Φατάχ, αλλά ένας δρόμος προς την οικονομική ανάπτυξη, με τη στήριξη της διεθνούς διπλωματίας και των δωρεών, που οι περισσότεροι Παλαιστίνιοι θέλουν να επιτύχει. Και τέταρτον, αμερικανική στήριξη δεν χρειάζεται να σημαίνει μόνο απευθείας συνομιλίες. Η Ουάσιγκτον θα μπορούσε να προωθήσει επενδύσεις στην παλαιστινιακή εκπαίδευση και την κοινωνία των πολιτών που δεν υπονομεύουν την ισραηλινή ασφάλεια. Ο Ομπάμα θα μπορούσε επίσης να απαιτήσει να επιτρέψει το Ισραήλ στις παλαιστινιακές επιχειρήσεις πιο ελεύθερη πρόσβαση σε ταλέντα, προμηθευτές και πελάτες.

Διορίζοντας τον Τσακ Χέιγκελ επικεφαλής του Πενταγώνου, ο Ομπάμα αγνόησε, και ορθώς, τις επιθέσεις από «φιλοϊσραηλινές» (στην πραγματικότητα φίλα προσκείμενες στον Νετανιάχου) ομάδες. Πρέπει να διορίσει έναν διαπραγματευτή που θα χαίρει της εμπιστοσύνης όλων των πλευρών –τον Μπιλ Κλίντον, για παράδειγμα, ή τον Κόλιν Πάουελ. Οταν η Ουάσιγκτον βγαίνει μπροστά, γίνεται ένα πολιτικό δεδομένο που απασχολεί και τις δύο πλευρές. Αν συνεχίσει να κάνει πίσω, θα νικήσει η απελπισία.

*Ο Μπέρναρντ Αβισαϊ είναι ισραηλινοαμερικανός συγγραφέας και ζει στην Ιερουσαλήμ. Ο Σαμ Μπαχούρ είναι παλαιστινιοαμερικανός σύμβουλος επιχειρήσεων και ζει στη Ραμάλα.