Δεν είναι μόνον ο τόνος της φωνής που υψώνεται με το παραμικρό για να καλύψει την απουσία νοήματος. Δεν είναι μόνον η προσπάθεια για την εύρεση ευφυολογήματος με το οποίο ο βουλευτής θα απαντήσει στο ευφυολόγημα του προλαλήσαντα. Δεν είναι μόνον η γλώσσα του σώματος, το θέαμα ενός ολόκληρου πληθυσμού που απλώνεται στα έδρανα και, ενώ προκλητικά δεν ακούει τον ομιλητή, στο τέλος βαράει παλαμάκια. Δεν είναι μόνον η ταύτιση της πολιτικής ρητορείας με τη δικηγορική γλώσσα, δεν είναι μόνον η κατανάλωση παροιμιών. Τίποτε από όλα αυτά δεν αρκεί από μόνο του για να περιγράψει το αίσθημα του ενυδρείου που προκαλούν στον θεατή οι συνεδριάσεις της Βουλής. Ολα αυτά μαζί όμως επιβεβαιώνουν την άποψη ότι η χώρα πριν χάσει το παιχνίδι της οικονομίας είχε χάσει το παιχνίδι της πολιτικής. Και πριν χάσει το παιχνίδι της πολιτικής είχε χάσει το παιχνίδι της παιδείας. Αυτό το δυσάρεστο και δυσμενές θέαμα και ακρόαμα που προσέφερε η Βουλή των Ελλήνων πριν από μερικά εικοσιτετράωρα είναι ένα ζωντανό παράδειγμα των ελλειμμάτων που προκαλεί η παιδεία της αποστήθισης. Μιλούν σαν γνήσια και άξια τέκνα της ημετέρας παιδείας. Εχουν μάθει απέξω τις σελίδες της αντιπολίτευσης, όπως έχουν μάθει απέξω και τις σελίδες της συμπολίτευσης, της κάθαρσης, της απόδοσης δικαιοσύνης και λοιπών κοινοβουλευτικών εργασιών και περιμένουν πότε θα έρθει η ώρα για να γράψουν. Δεν ξέρω πώς θα αισθανόμουν αν είχα υπάρξει δάσκαλος του Τσίπρα ή του Βενιζέλου, όταν αντάλλασσαν παροιμίες περί κλέφτη και νοικοκύρη. Εκείνο που ξέρω είναι ότι μεγαλώνει κάθε φορά η ανασφάλειά μου και η ανάγκη για μία πολιτική σκέψη με αρχή, μέση και τέλος, κατά προτίμηση σ’ αυτήν τη σειρά. Οταν ακούω τον τάδε υπουργό να απαγγέλλει το υπουργικό του μάθημα προσπαθώντας να διαβάσει σωστά ξέρω ότι δεν μπορώ να περιμένω τίποτε καλύτερο από τον συνδικαλιστή. Και ο ένας και ο άλλος για κεκτημένα δικαιώματα αγορεύουν. Οπως ξέρω ότι όταν παίρνουν τον λόγο οι βουλευτές της Χρυσής Αυγής, ό,τι κι αν πουν, εντέλει αυτό που σου μένει είναι η διεκδίκηση του δικαιώματος στην αμάθεια. Υπάρχουν και οι καλοί μαθητές βέβαια, όπως η κ. Κωνσταντοπούλου, η οποία, με τη δικηγορική της ευφυΐα, άλλους τους βασανίζει και άλλους τους ηδονίζει –έχει και η ηδονή δικαίωμα στην ιδιομορφία. Παιδιά μιας παιδείας που επιβραβεύει μόνον όσους ξέρουν να αποστηθίζουν και η οποία τιμωρεί την παραγωγή σκέψης. Παιδιά του πολιτισμού της ατάκας που αντιμετωπίζουν τον διάλογο σαν βάρος και αρκούνται στην επίδειξη ευφυΐας. Παρακολουθώντας τη συνεδρίαση της περασμένης Πέμπτης σκεφτόμουν ότι μπορεί Θεού θέλοντος, που λέει κι ο κ. Σαμαράς, την κρίση κάποτε να την ξεπεράσουμε. Αυτό όμως που δύσκολα θα ξεπεράσουμε, αυτό που χρειάζεται χρόνο και πραγματικό κόπο είναι το κεκτημένο δικαίωμα στην αποστήθιση, την ταύτιση της σκέψης με την πονηριά, την αποθέωση του εξυπνακισμού.