Οι περισσότεροι αναλυτές συμφωνούν ότι η ψήφος της 6ης Μαΐου υπήρξε προϊόν οργής και απόγνωσης. Οργής για τη μακροχρόνια κακοδιαχείριση της χώρας και απόγνωσης για τη βίαιη ανατροπή εισοδηματικών και εργασιακών κεκτημένων.

Ομως, οι διαπιστωμένες πλέον παθογένειες της ελληνικής πολιτικής και κοινωνικής πραγματικότητας, μπορεί να μας οδηγήσουν και σε άλλα συμπεράσματα. Οι οργισμένοι και αγανακτισμένοι πολίτες είναι άραγε όλοι υπεράνω πάσης υποψίας;

Αν είναι αλήθεια ότι η συντριπτική πλειονότητα των προσλήψεων στο Δημόσιο έχουν γίνει με πελατειακά και όχι με αξιοκρατικά κριτήρια, δεν είναι λογικό να φοβούνται οι ημέτεροι τις 150.000 απολύσεις που προβλέπει το Μνημόνιο μέχρι το τέλος του χρόνου; Εκείνοι που λαμβάνουν προνοιακά επιδόματα με πλαστά πιστοποιητικά αναπηρίας, δεν είναι αναμενόμενο να αντιμάχονται τη διασταύρωση των στοιχείων; Οι αργυρώνητοι δημόσιοι υπάλληλοι που έκαναν περιουσίες «διευκολύνοντας» τους συναλλασσόμενους, δεν είναι αναμενόμενο να αντιδρούν στην ηλεκτρονική διακυβέρνηση που καταργεί την επαφή τους με τους πολίτες; Οι πανεπιστημιακοί που εξελέγησαν σε αξιώματα με τη στήριξη των φοιτητικών παρατάξεων, δεν είναι λογικό να θέλουν την απόσυρση του πρόσφατου νόμου; Οι επαγγελματίες που, οργανωμένοι σε ισχυρές συντεχνίες, κατοχύρωσαν εντυπωσιακά προνόμια, δεν είναι επίσης αναμενόμενο να τάσσονται κατά του ανοίγματος των παντοιοτρόπως κλειστών επαγγελμάτων τους; – κ.ο.κ.

Πολλοί, επομένως, από τους οργισμένους και αγανακτισμένους πολίτες που φούσκωσαν τα ποσοστά των λεγόμενων αντιμνημονιακών κομμάτων, δεν είναι αναξιοπαθούντες συμπατριώτες μας που υποφέρουν. Για να αντιμετωπιστούν αυτοί οι ήκιστα έντιμοι συμπολίτες μας, ο δρόμος της Ευρώπης, ο δρόμος των διαρθρωτικών αλλαγών που προβλέπει το Μνημόνιο είναι αναγκαίος και επιβεβλημένος. Αποτελεί όρο επιβίωσης της χώρας και προϋπόθεση ανακατανομής των βαρών υπέρ των πιο ευάλωτων στρωμάτων του πληθυσμού, που έχουν πραγματικές ανάγκες. Το ότι στην εκλογική δύναμη των αντιμνημονιακών κομμάτων βρίσκονται και οι μεν και οι δε, και οι λύκοι και τα πρόβατα, αποτελεί ανωμαλία και στρέβλωση της πραγματικότητας, που πρέπει να αποκαλυφθεί και να ανατραπεί. Τούτο έχει πιθανότητες να γίνει αν οι πολίτες αντιληφθούν και ξεχωρίσουν στο μυαλό τους τα δύο διακριτά στοιχεία τα οποία συνιστούν τον ευρωπαϊκό δρόμο εξόδου από την κρίση, που είναι το Μνημόνιο και τα μέτρα που το συνοδεύουν: το διαρθρωτικό και το δημοσιονομικό.

Το διαρθρωτικό στοιχείο αποτελεί, εκτός από εξυγιαντικό παράγοντα για την οικονομία και την κοινωνία, και αναγκαία προϋπόθεση για την εξοικονόμηση πόρων που θα συμβάλουν στη δημιουργία πλεονασμάτων και στην τόνωση της απασχόλησης και της ανάπτυξης με αυτοδύναμο και υγιή τρόπο και όχι με δανεικά. Αυτό είναι προς το συμφέρον των έντιμων πολιτών, των νοικοκυραίων και ιδίως υπέρ εκείνων που πιέζονται περισσότερο από τα δημοσιονομικά μέτρα. Τις διαρθρωτικές αυτές μεταρρυθμίσεις θα έπρεπε να τις είχαμε προβλέψει και εφαρμόσει μόνοι μας.

Το δημοσιονομικό στοιχείο μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο επαναδιαπραγμάτευσης και προσαρμογής. Οι πολίτες πρέπει να καταλάβουν ότι η ΕΕ είναι μια συνεχής διαπραγμάτευση. Εμείς οι ίδιοι διαθέτουμε τη σχετική εμπειρία, που συχνά ξεχνάμε λόγω της βραχείας μνήμης που μας διακρίνει. Τι συνέβη όταν μπήκαμε στην ΕΟΚ του 1981; Η ταχύτητα τότε των διαπραγματεύσεων ένταξης, που για πολιτικούς λόγους είχε επιδιώξει ορθά ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, δεν είχε δώσει τη δυνατότητα πρόβλεψης ευνοϊκών μεταβατικών και μονιμότερων μέτρων ευελιξίας, τα οποία θα μπορούσαν να διευκολύνουν την προσαρμογή της χώρας στο κοινοτικό κεκτημένο. Παρά τη συνθήκη, οι εταίροι μας αντελήφθησαν την ανάγκη αυτή και μας έδωσαν όχι μόνο τα Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα αλλά και τη συνολική πολιτική της συνοχής, με τα γνωστά ευεργετικά αποτελέσματα. Το ίδιο είναι βέβαιο ότι θα συμβεί και τώρα, ενόψει μάλιστα της συζήτησης που άρχισε για το περιεχόμενο και την κατεύθυνση της οικονομικής διακυβέρνησης.

Για να συμμετάσχουμε όμως στη συζήτηση αυτή και για να πετύχουμε τους στόχους μας, οφείλουμε να είμαστε παρόντες και αξιόπιστοι συνομιλητές. Για τον λόγο αυτό, τα περί μονομερούς γενικής καταγγελίας του Μνημονίου αποτελούν διπλό θανάσιμο λάθος. Γιατί απομακρύνουν την αναγκαία υλοποίηση των δομικών αλλαγών και γιατί ακυρώνουν την πορεία προς μια πιο ήπια αλλά εξίσου αναγκαία δημοσιονομική εξυγίανση. Στη συνέχεια θα προχωρήσουμε, μαζί με τους εταίρους μας, στην εμβάθυνση της ενοποίησης, με την εκχώρηση περαιτέρω αρμοδιοτήτων στα κοινά όργανα, ώστε όλοι μαζί να αντιμετωπίσουμε την επέλαση της παγκοσμιοποίησης. Αυτό το βήμα δεν θα είναι απεμπόληση της εθνικής κυριαρχίας, αλλά συλλογική και αποτελεσματικότερη άσκησή της σε συνθήκες κοσμογονικών αλλαγών στις διεθνείς σχέσεις, που δεν επιτρέπουν σε μεμονωμένα κράτη – ακόμα και πολύ πιο ισχυρά από την Ελλάδα – να δρουν αυτοτελώς στην παγκόσμια σκηνή.

Οταν τα πολιτικά κόμματα αντιληφθούν αυτές τις απλές αλήθειες και βοηθήσουν και τους πολίτες να τις κατανοήσουν, ο σχηματισμός κυβερνήσεων συνεργασίας με διασφάλιση της συμμετοχής μας στην ευρωζώνη και στο ευρώ θα γίνει πολύ ευκολότερος. Από τον σημερινό αδιέξοδο καβγά, θα περάσουμε στην ουσιαστική και καρποφόρα συνεννόηση και δράση.

Ο Ξενοφών Γιαταγάνας έχει διατελέσει νομικός σύμβουλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης