Η αξιοποίηση της δημόσιας ακίνητης περιουσίας δεν πρέπει να γίνεται αντιληπτή ως μια έκτακτη ενέργεια του ελληνικού κράτους προκειμένου να αντιμετωπίσει εισπρακτικά ή δημοσιονομικά την κρίση χρέους. Θα όφειλε να είναι η αυτονόητη λειτουργία και ο αυτονόητος προσανατολισμός κάθε σοβαρής οικονομίας, ειδικά της ελληνικής, που διαθέτει μεγάλο πλούτο και ελάχιστες εναλλακτικές λύσεις. Ωστόσο, στον καμβά της έννοιας «αξιοποίηση» έχουν κατά καιρούς χωρέσει διάφορα απίθανα σενάρια με ιδεολογικές αποχρώσεις όλων των ειδών. Από την πλήρη άρνηση της αλλαγής σε οτιδήποτε θυμίζει τη σημερινή κατάσταση, εγκατάλειψη δηλαδή της ακίνητης περιουσίας, καταπατήσεις (κυρίως από τους δήμους, για όσους πιστεύουν ότι το φαινόμενο αφορά μόνο τους ιδιώτες), διαφθορά, μέχρι την πλήρη ανατροπή της, δηλαδή μεταφορά του συνόλου της κυριότητας της περιουσίας του ελληνικού λαού σε «φιλόπονους» τεχνοκράτες εξ αλλοδαπής. Σε κάθε περίπτωση και τα δύο αυτά άκρα είναι ενδεικτικά ενός πραγματικά χρεοκοπημένου διαλόγου για ένα σοβαρό θέμα που ποτέ δεν αντιμετωπίστηκε ως σοβαρό.

Η αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας του ελληνικού Δημοσίου είναι ανάγκη να πραγματοποιηθεί, έστω και με καθυστέρηση ή καθυστερήσεις, προς όφελος της ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας και της κοινωνικής συνοχής. Το όφελος της ανάπτυξης θα προκύψει μόνο μέσα από την εφαρμογή αξιόλογων σχεδίων αξιοποίησης, δηλαδή μακροχρόνιες μισθώσεις ακινήτων για την εκτέλεση επενδυτικών σχεδίων ιδιωτών. Για παράδειγμα, στον Δήμο Αντιρρίου οι πρώην εργοταξιακοί χώροι της Γέφυρας, περίπου 230 στρέμματα, μπορούν να αξιοποιηθούν για την προσέλκυση ενός επενδυτικού σχεδίου με σκοπό τη βελτίωση της τοπικής και εν γένει της ελληνικής οικονομίας. Τα σχέδια και η βούληση της τοπικής κοινωνίας να συνεργαστεί υφίστανται εδώ και πολλά χρόνια, κανείς όμως δεν αξιοποιεί κανένα από τα δύο. Αντίστοιχα σχέδια αξιοποίησης, σιγά αλλά σταθερά και με μακροπρόθεσμο ορίζοντα, μπορούν να βελτιώσουν τη μακροοικονομική κατάσταση της οικονομίας μας και να τη μετατρέψουν, μαζί με άλλους παράγοντες βέβαια, από μια ασυνάρτητα κινούμενη οικονομία σε μια εξωστρεφή οικονομία. Ωστόσο, οφείλουμε όλοι να παραδεχτούμε ότι στην ύφεση η αξιοποίηση δυσχεραίνεται και ότι επίσης, από κάθε άποψη, η εγκατάλειψη του θεμελιώδους δικαιώματος αξιοποίησης σε αλλότρια από τα ελληνικά συμφέροντα αποτελεί τεράστιο λάθος, αν όχι κάτι πολύ χειρότερο.

Αυτό που έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για το ελληνικό Δημόσιο, όπως θα είχε και για κάθε ορθολογικά σκεπτόμενο ιδιώτη, είναι ο τρόπος με τον οποίο η αξιοποίηση της περιουσίας του θα επιφέρει πολλαπλασιαστικά οφέλη στην ανάπτυξη της οικονομίας. Προς αυτή την κατεύθυνση, το σύνδρομο του ενεχυροδανειστή από το οποίο έλκεται η κεντρική ιδέα των σχεδίων (αλλοδαπής και εγχώριας προελεύσεως) τα οποία θέλουν την περιουσία του ελληνικού λαού να μεταφέρεται σε ξένη κυριότητα, προς απόδοση ρευστότητας, είναι εντελώς λάθος. Καταρχάς, όπως και στον ενεχυροδανειστή, ό,τι αφήσεις χάνεται για πάντα και μόνο ρομαντικοί ή αφελείς μπορούν να πιστέψουν ότι θα πάρουμε τίποτα πίσω από αυτά που θα δώσουμε, ακόμα και αν ως διά μαγείας βρούμε τους αναγκαίους οικονομικούς πόρους. Επιπλέον, θα αποτελούσε άστοχη οικονομική τραγωδία ένα τέτοιο άνευ όρων ξεπούλημα. Ο ελληνικός λαός θα βρισκόταν στη δυσχερή θέση ό,τι χρησιμοποιεί και όπου πατάει (από τις παραλίες μέχρι τα δάση), εκτός από την ιδιωτική του περιουσία, να βρίσκεται σε ξένη κατοχή ή, αν θέλετε, στην ιδιωτική κατοχή ενός ξένου συστήματος, που δεν ενδιαφέρεται ούτε για την ανάπτυξη ούτε για τις περιβαλλοντικές της διαστάσεις, αλλά για το υψηλότερο δυνατό κέρδος. Δεν θα ωφελούσε την οικονομία μας, δεν θα αποκαθιστούσε τα απολεσθέντα εισοδήματα των ελλήνων εργαζομένων και θα μας μετέτρεπε σε κράτος παρία στην ΕΕ.

Μου φαίνεται δύσκολο να πιστέψω ότι οι ευρωπαίοι εταίροι μας κάνουν λάθος όταν σπεύδουν να διασώσουν τους εθνικούς τους πρωταθλητές σε περιόδους κρίσεως, όπως τις αυτοκινητοβιομηχανίες, και εμείς ότι θα πράξουμε ορθώς αν πράξουμε το αντίθετο. Η Ελλάδα δεν χρειάζεται μια Συνθήκη των Βερσαλλιών, με τις γνωστές συνέπειες, αλλά ένα Σχέδιο Mάρσαλ. Σε κάθε περίπτωση δεν έχει σίγουρα ανάγκη από την καλλιέργεια στην ελληνική κοινωνία του συνδρόμου του ενεχυροδανειστή.

Ο Βασίλης Μαγκλάρας είναι διδάκτωρ Πολιτικών Επιστημών, προϊστάμενος Επιχειρηματικής Ανάπτυξης Κτηματικής Εταιρείας του Δημοσίου