Κατηγορούμενε, εγέρθητι! Κατηγορείσαι ότι: Παρέλαβες την ελληνική οικονομία στην 35η θέση στη διεθνή κλίμακα ανταγωνιστικότητας και την παρέδωσες στην 71η. Φόρτωσες μέσα σε πέντε χρόνια κάτι περισσότερο από 100 δισ. ευρώ στο δημόσιο χρέος μιας ήδη καταχρεωμένης χώρας. Κατόρθωσες σε μια περίοδο αύξησης του ΑΕΠ με υψηλούς ετήσιους ρυθμούς (38%) να μειώνονται χρόνο με τον χρόνο τα δημόσια έσοδα και, από την άλλη, κατόρθωσες να αυξάνεις τις καταναλωτικές δαπάνες του Δημοσίου με ρυθμό 75%- διπλάσιο της αύξησης του ΑΕΠ! Παρέλαβες το κονδύλι της μισθοδοσίας των δημοσίων υπαλλήλων στα 13 δισ. και το έφθασες κοντά στα 22 δισ. μέσα σε μια πενταετία. Και ενώ είχες υποσχεθεί επανίδρυση του κράτους, το φόρτωσες με μερικές εκατοντάδες νέους (άχρηστους) δημόσιους οργανισμούς και μερικές δεκάδες χιλιάδες (πελατειακές) προσλήψεις, προς διευκόλυνση των οποίων ανακάλεσες και τα όποια δειλά βήματα αποκομματισμού είχαν προηγηθεί, περιθωριοποίησες το ΑΣΕΠ και όλες τις ανεξάρτητες αρχές, έδεσες χειροπόδαρα στο κομματικό σου άρμα τη Δικαιοσύνη και εισήγαγες τον φαύλο θεσμό της συνέντευξης.

Κατηγορείσαι, επίσης, ότι: Υπονόμευσες, με χαρακτηριστική επιπολαιότητα, την αξιοπιστία της χώρας και την (ήδη προβληματική) αξιοπιστία των στατιστικών της. Πρώτα με το τέχνασμα της απογραφής του 2004 και το τρικ της αναδρομικής αύξησης του ελλείμματος διά της αλλαγής του τρόπου υπολογισμού των αμυντικών δαπανών. Έπειτα, με τη σουρεαλιστική, κοντοπυράκειο αύξηση του ΑΕΠ (στο οποίο προσμετρήθηκαν η πορνεία και το λαθρεμπόριο). Με τη συστηματική δημιουργική λογιστική, στα χρόνια της πρώτης ευρωεπιτήρησης (όπου τα πλεονάσματα των ασφαλιστικών ταμείων, των ΟΤΑ και των νοσοκομείων αυξάνονταν με μαγικό τρόπο, οι αμυντικές δαπάνες άλλαξαν ξανά τρόπο καταγραφής και οι δαπάνες για τόκους μεταφέρθηκαν με swaps στο μέλλον). Και, τέλος, με τη συστηματική και προκλητική χειραγώγηση των στοιχείων για το έλλειμμα του 2009, το οποίο ξεκίνησε από 3% για να κλείσει τελικά κοντά στο 13% – και αφού είχαν ξεφύγει τα ελλείμματα τόσο του 2007 (3,5% αντί 2,4%) και του 2008 (πάνω από 5% αντί 1,6%).

Κάπως έτσι (και με καλύτερη τεκμηρίωση από την πρόχειρη που προηγήθηκε) θα μπορούσε να διατυπωθεί το κατά Καραμανλή κατηγορητήριο σε ένα υποθετικό, φανταστικό δικαστήριο που θα δίκαζε τα εις βάρος της εθνικής οικονομίας εγκλήματα. Μόνο που τέτοιο δικαστήριο ούτε υπάρχει ούτε μπορεί να υπάρξει. Τα εγκλήματα αυτού του είδους κρίνονται στις κάλπες, όπου και κρίθηκαν ήδη. Και αν ο βαθμός της ενοχής είναι τόσο βαρύς όσο στην περίπτωσή μας, την εκλογική ήττα συμπληρώνει ένα είδος πολιτικής ατίμωσης του ενόχου- η οποία ήδη, σιωπηλά, συνομολογείται στην κοινή συνείδηση, ακόμη και των οπαδών του κόμματός του.

Κι εκεί τελειώνουν όλα. Οι Εξεταστικές Επιτροπές στην Βουλή το μόνο που θα μπορούσαν να προσθέσουν είναι να μετατρέψουν την τραγωδία σε φάρσα και την ιστορική λογοδοσία σε κομματική κλωτσοπατινάδα.

Κι ίσως όχι μόνον αυτό. Η κλωτσοπατινάδα και η εντυπωσιοθηρία, που κατ΄ έθιμον χαρακτηρίζουν τις εργασίες των Εξεταστικών Επιτροπών της Βουλής των Ελλήνων, θα μπορούσαν επίσης να μας εμποδίσουν να δούμε καθαρά το πρόβλημα.

Να αναγνωρίσουμε, δηλαδή, πως, όσο βαριά και ασύγγνωστη κι αν είναι η αμέλεια της καραμανλικής διακυβέρνησης, τα διαρθρωτικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας δεν τα δημιούργησε αυτή- απλώς τα επιδείνωσε- και πως η αδυναμία προσαρμογής μας στις ευκαιρίες και τους κινδύνους του περιβάλλοντος ευρώ μπορεί να έγινε οξύτερη στα χρόνια της δικής του αφρόντιστης διακυβέρνησης, αλλά οι ρίζες της είναι βαθύτερες και οι αιτίες της δομικές- όσο και οι αιτίες της διαρκούς αποτυχίας των μεταρρυθμίσεων από το 2000 κι έπειτα. Κι αν δεν το αναγνωρίσουμε σωστά το πρόβλημά μας, πώς θα μπορέσουμε να το λύσουμε; Πώς θα πιστέψουμε ότι το πικρό ποτήρι που θα πιούμε, κατά πώς λέει και ο Θ. Πάγκαλος, δεν θα είναι φαρμάκι, αλλά φάρμακο και γιατρικό;

Οι Εξεταστικές Επιτροπές στη Βουλή το μόνο που θα μπορούσαν να προσθέσουν είναι να μετατρέψουν την τραγωδία σε φάρσα και την ιστορική λογοδοσία σε κομματική κλωτσοπατινάδα