Η Ανδόρρα γράφηκε το 1961 και μόλις ενάμιση χρόνο αργότερα ο διορατικότατος αείμνηστος Κάρολος Κουν ανέβασε το έργο στη Θεσσαλονίκη (πρωταγωνιστές η Μάγια Λυμπεροπούλου, ο Μίμης Κουγιουμτζής και ο ίδιος ο δάσκαλος). Εκτοτε θάφτηκε ολοσχερώς, πιθανότατα λόγω της αντιδημοφιλούς στη χώρα μας θεματικής του, μιας και αναδεικνύει με καθαρότητα την ευθύνη των πολιτών (του περιλάλητου «λαού»), και μάλιστα του λεγόμενου «μέσου ανθρώπου» στη στήριξη των διώξεων συγκεκριμένων πληθυσμιακών ομάδων ή ατόμων. Ο ίδιος ο πολυγραφότατος Μαξ Φρις (1911- 1991) μεταφράσθηκε κατά κόρον στα χρόνια της δικτατορίας από φωτισμένους εκδοτικούς οίκους όπως ο Κάλβος και ο Μπαρμπουνάκης. Βιβλία του σαν Το όνομά μου ας είναι Γκάττενμπαϊν, το Ο Μπίντερμαν και οι Εμπρηστές, το Στίλλερ, το περίφημο Homo Faber κ.ά. έκαναν την ιδιαίτερη καριέρα τους στη χώρα μας. Προσωπικά του οφείλω πολλά, μιας και ο μεγάλος Ελβετός είναι ο κατ’ εξοχήν συγγραφέας που ασχολείται με τον ρόλο της τεχνολογίας στη διαμόρφωση της ταυτότητας του σύγχρονου ανθρώπου, με την σχέση φύσης – πολιτισμού στις μέρες μας, με την απομάγευση του κόσμου, με την αναζήτηση ταυτότητας όταν ο κόσμος γύρω μας αλλάζει ραγδαία, αλλά και με τη διαχρονικότητα της βίας. Ο Φρις αντλεί μάλιστα σταθερά υλικό από την αρχαία τραγωδία. Σημειωτέον ότι είχε ταξιδέψει και στη χώρα μας, μάλιστα οι περιγραφές του της Αθήνας στη δεκαετία του ’50, όπως και η περίφημη σκηνή του παιγνιδιού των παρομοιώσεων στον Ακροκόρινθο (στο Homo Faber) είναι από αυτές που συλλαμβάνουν την ουσία ενός τόπου με τη φρεσκάδα της ματιάς του νεοφερμένου.

Φανταστική γεωγραφία

Και η Ανδόρρα; Μάλλον για το εύηχο του ονόματός της επελέγη εδώ παρά για τις ομοιότητές της με την ομώνυμη λιλιπούτεια δημοκρατία των Πυρηναίων. Οπως και σε άλλα έργα, υπάρχει μια φανταστική γεωγραφία που επικάθεται στους πραγματικούς τόπους (εντελώς πρόχειρα ανακαλώ το Τζέφερσον του Φόκνερ, το Σετσουάν του Μπρεχτ, τον Ντον του Σόλοχοφ, τη Βενετία και το Χέλσινγκορ του Σαίξπηρ, τον Βάλτο (Λίμνη Γιαννιτσών) της Π. Δέλτα, ακόμη και τη Χρυσή Ακτή, τον Μεγάλο Αμπάι ή την Εκουατόρια της ταπεινότητάς μου). Εδώ πάντως ο Μαξ Φρις έχει κατά νουν την πατρίδα του Ελβετία προς την υποτιθέμενη ουδετερότητα της οποίας έχει συχνά στρέψει τα βέλη του (ακόμη και τον ιδρυτικό μύθο της χώρας του, τον Γουλιέλμο Τέλλο, έχει αποδομήσει σε ένα χιουμοριστικό βιβλιαράκι του). Πράγματι, η Ανδόρρα μοιάζει στο έργο καθαρή, τακτοποιημένη, αυτάρκης, απομονωμένη, βουνίσια, ευημερούσα, μια χώρα που δεν την αφορούν οι μικρότητες του γύρω κόσμου εκτός από τους «μαύρους» (αναφορά στους μελανοχίτωνες) που απειλούν να εισβάλουν από τη γειτονική δημοκρατία.

Χωρίς ονόματα

Τα πρόσωπα του έργου, εκτός από τους δύο πρωταγωνιστές, τον Αντρί και την Μπαρμπλίν, δεν έχουν όνομα. Παρουσιάζονται ως ο Δάσκαλος, ο Γιατρός, ο Εφημέριος, η Μητέρα, ο Πανδοχέας, ο Στρατιώτης, χαρακτήρες αρχετυπικοί που υποδεικνύουν τον μέσο άνθρωπο. Ο Αντρί και η Μπαρμπλίν αγαπιούνται από παιδιά και είναι αρραβωνιασμένοι, παρά το ότι ο πρώτος φέρεται να είναι Εβραίος, υιοθετημένος από τον μεγαλόψυχο πατέρα του προκειμένου να προστατευθεί από τους «μαύρους». Στην πραγματικότητα, όπως σημειώνει ο συγγραφέας προκαταρκτικά σε απόσπασμα από τα περίφημα Ημερολόγιά του, ο Αντρί είναι εξώγαμος γιος του Δάσκαλου, γεννημένος στην απειλητική γειτονική χώρα και προκειμένου να μη φανερωθεί η απιστία του τον έχει φυγαδεύσει και υιοθετήσει. Οι πολίτες της Ανδόρρας του καταλογίζουν ιδιότητες που έχουν ιστορικά αποδοθεί στους Εβραίους (φιλοχρηματία, εξ ανάγκης ευστροφία, έλλειψη πατρίδας, ακόμη και μικροσυνήθειες που εφευρίσκονται καθ’ οδόν). Έτσι ο Αντρί σταδιακά αλλάζει ταυτότητα, νοιώθει και «γίνεται» Εβραίος ό,τι κι αν σημαίνει ο όρος, σε σημείο που όταν τελικά εισβάλλουν οι γείτονες θα γίνει ο αποδιοπομπαίος τράγος της Ανδόρρας. Στο μεταξύ οι πολίτες έχουν κρεμάσει οικειοθελώς τις σημαίες των «μαύρων» από τους εξώστες τους, ο Δάσκαλος / Πατέρας, που μόνο αυτός γνωρίζει ότι ο Ανρί και η Μπαρμπλίν είναι ετεροθαλή αδέλφια, αρνείται τον γάμο τους, η μητέρα του Αντρί (η Σενιόρα) δολοφονείται και η ευθύνη για το φονικό πέφτει (σε ποιον άλλο;) στον Εβραίο. Η τραγική λύση του δράματος θα βρει και πάλι την Ανδόρρα νομοταγή και καθαρή, την Μπαρμπλίν τρελή, περιφρονημένη και βιασμένη από τον Στρατιώτη, ενώ μόνο ο Εφημέριος έχει ομολογήσει την ενοχή του στην κατασκευή «ειδώλων» κατά παράβαση της γνωστής από τη Βίβλο δεύτερης των Δέκα Εντολών. Ολοι οι άλλοι πολίτες απεκδύονται των ευθυνών τους σε μια σαφή υποδήλωση της στάσης των πληθυσμών της Γερμανίας και των κατακτημένων χωρών κατά τη διάρκεια του Πολέμου.

Επικό έργο

Η κοινοτοπία του κακού διαγράφεται πεντακάθαρα

Το έργο είναι δομημένο σε δώδεκα σκηνές και επτά προσκήνια. Στα τελευταία, επτά διαφορετικοί πολίτες, εξηγούν στο ακροατήριο ότι δεν είχαν καμία ευθύνη, ότι δεν μπορούσαν να φαντασθούν τι θα επακολουθούσε, ότι ο Αντρί είναι εντέλει θύμα της μοίρας. Η κοινοτοπία του κακού (για να θυμηθούμε την Χάνα Αρεντ) διαγράφεται πεντακάθαρα. Το έργο είναι επικό, δομημένο στα χνάρια του Μπρεχτ ο οποίος έχει επηρεάσει ομολογημένα τον Φρις, στοχεύει δε ευθαρσώς στο ξύπνημα των συνειδήσεων και το ταρακούνημα των συμπολιτών του. Γι’ αυτό και χρησιμοποιείται συνειδητά το εργαλείο της αποστασιοποίησης από τα δρώμενα – κυρίως όταν στα προσκήνια ο θεατής προϊδεάζεται για τη συνέχεια της δράσης αλλά και για τον πραγματικό χαρακτήρα των προσώπων. Ο Φρις στις οδηγίες του θέλει το σκηνικό απέριττο, αντιπροσωπευτικό ίσως μιας μεσογειακής χώρας, με μόνο τα απαραίτητα λειτουργικά αντικείμενα επί σκηνής, έτσι ώστε ο θεατής να θυμάται διαρκώς ότι έχει να κάνει με ένα πρότυπο της πραγματικότητας, όχι με τον κόσμο καθεαυτό. Επίσης, στο πρόσωπο του οιονεί Εβραίου Αντρί δεν ήθελε να υποδείξει το ίδιο το Ολοκαύτωμα αλλά τους εν γένει θυματοποιημένους του κόσμου τούτου, που με εξαιρετική οξύνεια τους κάνει να υιοθετούν οι ίδιοι την αποδιδόμενη σε αυτούς ταυτότητα, άρα και την ενοχή τους (ίσως σε μια ανάκληση των σταλινικών Δικών της Μοσχας). Οι χαρακτήρες δεν προβάλλουν ως καρικατούρες αλλά είναι προσεκτικά δομημένοι, έτσι ώστε η αποτρόπαια στάση τους να αποκαλύπτεται σταδιακά, καλά κρυμμένη καθώς είναι πίσω από την κόλαση των καλών προθέσεων. Γι’ αυτόν το λόγο διαφώνησε ρητά με πολλά ανεβάσματα του έργου που παρεξήγησαν τις προθέσεις και το θεωρητικό του υπόστρωμα καταργώντας τους συμβολισμούς και δίνοντάς στο έργο ρεαλιστικές διαστάσεις που εφαρμόζουν γάντι στα πραγματικά γεγονότα.

Εύγε στις εκδόσεις Μελάνι και τον μεταφραστή που το ξέθαψαν. Είθε κάποιος να το ξανανεβάσει με τον δέοντα βεβαίως σεβασμό.
Max Frisch

Ανδόρρα

Μτφ. – πρόλογος: Αλέξανδρος Ισαρης

Εκδ. Μελάνι 2016, σελ. 157

Τιμή: 11 ευρώ