Η Κατερίνα Μυστακίδου, καθηγήτρια σήμερα στη Σχολή Δημοσιογραφίας του Αριστοτελείου και άλλοτε ανταποκρίτρια μέσων ενημέρωσης στα Βαλκάνια, έχει γνωρίσει πληθώρα συγγραφέων και γενικότερα διανοουμένων. Στην παρούσα αφήγηση, η οποία στην πλήρη της μορφή παρουσιάζεται στο λογοτεχνικό περιοδικό «Δέκατα», τεύχος 51 που κυκλοφορεί μεθαύριο Δευτέρα, περιγράφει την Κωνσταντινούπολη της δεκαετίας του 1990 και στέκεται ιδιαίτερα σε ένα βραδινό ραντεβού στο ρωσικό εστιατόριο του παλιού Πέραν, το Rejans, «στέκι κυρίως διανοουμένων και παλιών αστών σε ένα σκοτεινό στενό, θαμπά φωτισμένο, ένα αδιέξοδο κολλημένο στη εκκλησία της Παναγίας Σταυροδρομίου». Εκεί συνέφαγε με τον αριστερό διανοούμενο Αζίζ Νεσίν και άλλους συγγραφείς και επιστήμονες, τους οποίους ήδη γνώριζε και περιγράφει γλαφυρά. Λεπτομέρειες στο περιοδικό, για το κλίμα της Πόλης εκείνη την εποχή, για τις πολιτικές ιδεολογίες που συγκρούονταν και άλλα πολλά, ωστόσο εδώ παίρνουμε μια γεύση από τις απόψεις της ανδροκρατούμενης αυτής παρέας για τις γυναίκες.

Η πολιτική ήταν το κοινό πάθος όλων, οι γυναίκες ακολουθούσαν ή ίσως και προηγούνταν. Ο Αζίζ Νεσίν μιλούσε ανοιχτά κατά του Τουργκούτ Οζάλ που τον θεωρούσε ασύλληπτα διεφθαρμένο και επικίνδυνο με όλες τις γνωριμίες και τη στήριξη που δεχόταν από τις αδελφότητες. […] Τότε ο Νεσίν μετέφραζε τους «Σατανικούς στίχους» του Σαλμάν Ρούσντι στα τουρκικά και ένας καταραμένος ισλαμιστής τον είχε προκηρύξει για 100.000 δολάρια. Για τον άθεο Νεσίν, ο Οζάλ ήταν εγκληματική φυσιογνωμία για την Τουρκία. Κοιτάζοντας πίσω σήμερα βλέπω πόσο σοφός ήταν στον πανικό που ένιωθε για τις ισλαμικές τάσεις του ίδιου του Οζάλ, του αδελφού του, της οικογένειάς του αλλά και του περιβάλλοντός του. Εκ των υστέρων ανακαλύπτω ότι ήταν ένα προοίμιο.

Οταν η κουβέντα είχε ανάψει ξαφνικά άνοιξε η πόρτα και όλα τα γκαρσόνια μαζί διέσχισαν τη μεγάλη σάλα από διάφορες κατευθύνσεις και έσπευσαν να πάρουν το παλτό και το κασκόλ του Εκρέμ Ακουργάλ. Ο σεβάσμιος καθηγητής, ο πιο γνωστός αρχαιολόγος της Τουρκίας που έκανε τις ανασκαφές στην περιοχή της Σμύρνης και έδωσε τα δίκια στους Ελληνες, ήταν ντυμένος με ένα άψογο γκρίζο κοστούμι και κάτασπρο πουκάμισο με γαλάζια γραβάτα. Αυτός ήταν υπεράνω πολιτικής, ο πραγματικά εξευρωπαϊσμένος αστός με τους άψογους τρόπους και ένα μόνιμο μειδίαμα. Εγώ τον αγαπούσα γιατί αποκατέστησε τη χαμένη τιμή της Ελλάδας με πείσμα και υπομονή παραγκωνίζοντας πολλούς χυδαίους μιξοπατριώτες. Ηταν σεμνός, χαμηλών τόνων με μία αδεξιότητα στις χειρονομίες που έμοιαζε με αφηρημάδα. Μπορούσε να το κάνει και είχε τις αντοχές και τη φύση του πραγματικού Οθωμανούς ευγενή. Ο ίδιος είχε γεννηθεί το 1911 στην επαρχία της Βηρυτού όταν η αυτοκρατορία είχε μόνο τα εδάφη της Μέσης Ανατολής. Ηταν μόνο μερικά χρόνια μεγαλύτερος από τον Αζίζ Νεσίν και μοιράζονταν την κοινή μοίρα των μεγάλων ανθρώπων που ήξεραν οθωμανικά και παρακολούθησαν από την αρχή τη γέννηση της Δημοκρατίας της Τουρκίας. Στην Τουρκία ο Εκρέμ Ακουργκάλ θεωρούνταν γόης και ήταν ένας όμορφος άνδρας, ξανθός με γαλανά μάτια, λεπτός, στο ίδιο ύψος με τον Αζίζ Νεσίν, δηλαδή πολύ, πολύ κοντός. Ομως στην Τουρκία του 1990 αυτό το ύψος δεν ήταν ακόμα μειονέκτημα όπως και το γεγονός ότι οι δύο άνδρες ήταν κοντά στα ογδόντα και το έπαιζαν γκόμενοι. […]

«Εσείς μπέη μου είστε ακαταμάχητος γόης», είπε ο Ζουλφού Λιβανελί στον Ακουργκάλ με ένα χαμόγελο γεμάτο υπονοούμενα και αυτός το ανταπέδωσε γελώντας. «Κάνουμε ό,τι μπορούμε», απάντησε ο νεότατος Ακουργκάλ ακκιζόμενος στα ογδόντα του. «Ομως», είπε, «δεν είμαι όπως ο Αζίζ που του αρέσουν οι γυναίκες κάτω από τα 17». Ο Αζίζ Νεσίν και οι υπόλοιποι κουνούσαν το κεφάλι ενώ συνέχιζαν να πίνουν χαμογελώντας. Οι άλλοι άνδρες ήταν γύρω στα πενήντα αλλά ήδη βρίσκονταν στη σωστή διεύθυνση ως προς τις επιλογές τους, έχοντας διαλέξει συντρόφους τουλάχιστον 20 χρόνια νεώτερες από τους ίδιους και με τυπική τουρκική συμπεριφορά όλες τους περίμεναν στο σπίτι ενώ αυτοί γλεντούσαν. Οι γυναίκες ήταν απούσες στη δημόσια ζωή ακόμα και αν ήταν το κέντρο της συζήτησης μεταξύ ανδρών. «Δεν ξέρω αν είναι 17 αλλά μου αρέσουν μέχρι την ηλικία που μυρίζω τη μυρωδιά του γάλακτος. Οταν αυτή η μυρωδιά χάνεται πάει η γοητεία Εκρέμ και εσύ πρέπει να συμφωνείς», σχολίασε ο Αζίζ Νεσίν χωρίς την παραμικρή ενοχή. Είχε ήδη παντρευτεί δύο φορές και είχε μεγάλα παιδιά. «Μα η διαφορά ηλικίας δεν σας ενοχλεί;» είχα ρωτήσει. «Εμένα καθόλου και αυτές είναι οι προτιμήσεις μου και δεν νομίζω ότι διαφέρουν από των υπολοίπων Τούρκων. Στην πραγματικότητα νομίζω ότι όλοι οι άνδρες σε όλα τα μέρη του κόσμου συμφωνούν με αυτές τις ιδιαιτερότητες», μου απάντησε. Εγώ άκουγα έκπληκτη. Γνώριζα όμως από ιδία εμπειρία ότι όταν είχα καλέσει σε τραπέζι τον Εκρέμ Ακουργκάλ είχε διακριτικά γλιστρήσει στην κρεβατοκάμαρα και είχε βάλει το βιβλίο του με αφιέρωση μέσα στο κρεβάτι μου κάτω από τα σκεπάσματα. Αργότερα όταν το ανακάλυψα είχα εκπλαγεί και αισθάνθηκα φοβερά αμήχανη, όμως η Σεβά που ήταν επίσης καλεσμένη στο τραπέζι είχε αναφωνήσει «Τι τζέντλεμαν!». Ηταν η διαφορά της Ανατολής από τη Δύση. Ομως ο Ακουργκάλ ήταν ασύλληπτα ευγενής με μια γενναιοδωρία της παλιάς σχολής και εγώ τελικά κατέταξα τη χειρονομία του ως κομπλιμέντο. Ούτως ή άλλως τον επόμενο χρόνο θα παντρευόταν τη βοηθό του τη Μεράλ με τα μισά του χρόνια, αλλά όχι μικρούλα για την τουρκική πραγματικότητα, σώζοντάς την από την ανυποληψία του γεροντοκορισμού και τα κουτσομπολιά.

Η συζήτηση είχε ανάψει για τα καλά καλύπτοντας όλο το φάσμα των θεμάτων με μεγάλες στάσεις στην πολιτική και τις γυναίκες. Εκείνη τη στιγμή άνοιξε η πόρτα και μπήκε μία νεαρή ξανθιά. Οταν πλησίασε το τραπέζι μας να χαιρετήσει την πρόσεξα. Ηταν λεπτή με γαλανά μάτια, απλά ντυμένη με μία μαύρη στενή φούστα και ένα γκρίζο πουλόβερ με λαιμόκοψη. Εσκυψε και φίλησε τον Λιβανελί και χαιρέτησε με μεγάλο σεβασμό τον Ακουργκάλ και μετά γύρισε στους άλλους και με ένα απαλό γνέψιμο του κεφαλιού τους ευχήθηκε καλή όρεξη. Επαιζε βιολί στη συμφωνική ορχήστρα και είχε μία ρομαντική, κάπως παλιομοδίτικη ευγένεια στη φωνή και τις κινήσεις. Ηταν μία χαριτωμένη ύπαρξη με φίνα χαρακτηριστικά, λίγο αδέξια και ντροπαλή. […] Οταν απομακρύνθηκε και αφού την ακολούθησαν όλα τα μάτια με ένα τρομερό αναστεναγμό ο Ακουργκάλ αναφώνησε. «Πώς χάλασε έτσι; Πώς έγινε;» και ο Νεσίν συμπλήρωσε ότι «Ναι, έχασε όλη της την ομορφιά. Μεγάλωσε».

Η ώρα είχε περάσει και σε λίγο θα φεύγαμε. «Εκρέμ μπέη γιατί νομίζετε ότι χάλασε και γέρασε η κοπέλα. Πόσο χρονών είναι;» ρώτησα αυτό που ήθελα να μάθω όλο το βράδυ. «Πρέπει να έχει πατήσει τα 26», μου είπε. «Μα τη θεωρείτε μεγάλη;» επέμεινα για να σώσω ουσιαστικά την τιμή μου. «Ναι. Εγώ μιλούσα για την ομορφιά της όταν ήταν 17. Τότε ήταν όμορφη», συνόψισε ο Ακουργκάλ απηχώντας τις απόψεις δυστυχώς όλων των Τούρκων και ίσως ακόμη περισσότερο των μεγάλων ανδρών.

Περιοδικό «Δέκατα»

Τεύχος 51

Σελ. 192

Τιμή: 9 ευρώ

Κυκλοφορεί τη Δευτέρα 16 Οκτωβρίου 2017