Τις τελευταίες δεκαετίες η πορτογαλική λογοτεχνική σχολή μάς έχει δώσει εντυπωσιακά μυθιστορήματα. Κυρίαρχα δομικά / μορφικά στοιχεία τους είναι η παραληρηματική πρωτοπρόσωπη αφήγηση, η συχνή πυκνή απουσία σημείων στίξεως, η αυτοψυχανάλυση των ηρώων, η αποσπασματική συνειδησιακή ροή και η ανακατασκευή του παρελθόντος μέσω ελάχιστα αντικειμενικών μνημονικών τεχνασμάτων. Εκτός από τον νομπελίστα Ζοζέ Σαραμάγκου, πρόχειρα έρχονται στον νου ο Αντόνιο Λόμπο Αντούνες και ο Ζοζέ Καρντόζο Πίρες, αλλά ακολουθεί μια ολόκληρη γενιά άξιων επιγόνων. Μοιάζει σαν η πορτογαλική λογοτεχνία να βρίσκεται σε διαρκή κατάσταση πειραματισμού ή –αν θέλει να γίνει κανείς λίγο σκεπτικιστής –σαν να ανακάλυψε τον μοντερνισμό με καθυστέρηση μερικών δεκαετιών. Αυτό ίσως να οφείλεται και στην παρατεταμένη χειμερία νάρκη της περιόδου Σαλαζάρ. Σε κάθε περίπτωση, μυθιστορήματα όπως «Ο αγκυροβολημένος άγγελος» του Πίρες (Στοχαστής) ή «Το μεγαλείο της Πορτογαλίας» του Αντούνες (Καστανιώτης) είναι έργα – σταθμοί για την περίοδο που ακολούθησε την Επανάσταση των Γαριφάλων, καθώς καταφέρνουν να επεξεργασθούν σε βάθος τα τραύματα της κατάρρευσης της αυτοκρατορίας, της απο-αποικιοποίησης, του επαναπατρισμού εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων και του συνακόλουθου αναγκαστικού εκσυγχρονισμού της πορτογαλικής κοινωνίας.

Η γεννημένη το 1964 στην πρώην πορτογαλική αποικία της Αγκόλα Ντούλσε Μαρία Καρντόζο εντάσσεται προγραμματικά σ’ αυτή την καλά δομημένη εθνική παράδοση, εμπνεόμενη από το έργο όσων προηγήθηκαν. Φέρει εμφανώς το τραύμα της συρρίκνωσης της χώρας από μεγάλη αυτοκρατορική δύναμη των πέντε ηπείρων σε μια απλή ευρωπαϊκή χώρα και μάλιστα από τις σχετικά καθυστερημένες. Η προσωπική της ιστορία σχεδόν ταυτίζεται με το παρόν βιβλίο, μόνο που εδώ ο αφηγητής του γυρισμού στη μητρόπολη είναι ένας έφηβος (η ίδια επέστρεψε στην Πορτογαλία σε ηλικία 11 χρονών, το 1975). Οι μνήμες του, η δύσκολη ενσωμάτωσή του στην πατρίδα, τα ξυπνήματα της ηλικίας, η απουσία του πατέρα που συνελήφθη από τους μαύρους εξεγερμένους και αγνοείται η τύχη του περιγράφονται πειστικά και αιχμηρά, παράλληλα με σφήνες από την πολιτική κατάσταση και την ιστορία της χώρας.

Μια νέα πατρίδα

Ας μην ξεχνάμε ότι η Πορτογαλία εξέθρεψε μερικούς από τους μεγαλύτερους θαλασσοπόρους και ότι οι κτήσεις της απλώνονταν από την αχανή Βραζιλία ώς την Κίνα και την Ιαπωνία περνώντας από την Ινδία και το Μαλαισιανό Αρχιπέλαγος. Υπήρξε η πρώτη χώρα που οι ναυτικοί της περιέπλευσαν την Αφρική, εγκατέστησαν οχυρά και εμπορικούς σταθμούς, διείσδυσαν ώς τα αιθιοπικά υψίπεδα και τον 19ο αιώνα δημιούργησαν μαζί με τις άλλες ευρωπαϊκές μεγάλες δυνάμεις μερικές από τις ανθεκτικότερες αποικίες στην Αφρική (Αγκόλα, Μοζαμβίκη, Γουινέα Μπισάου, Πράσινο Ακρωτήρι, Σάο Τομέ και Πρίνσιπε). Οι Πορτογάλοι μάλιστα, όπως μας περιγράφει και η συγγραφέας, ενσωματώθηκαν σε μεγάλο βαθμό στη ζωή των αποικιών, άσκησαν ακόμη και ταπεινά επαγγέλματα που δεν θα διανοούνταν να κάνουν οι Γάλλοι και οι Αγγλοι, πίστεψαν ότι αυτά τα εδάφη είναι η νέα τους πατρίδα. Πίστεψαν ακόμη ότι ο πλήρης εγκλιματισμός και οι επιμειξίες σταδιακά θα τους καταστήσουν ντόπιους και ότι θα προκύψει ένας νέος λαός σε μια νέα πατρίδα (όπως συνέβη λ.χ. στη Βραζιλία).

Ωστόσο τα πράγματα ήταν αρκετά δυσκολότερα στην Αφρική. Εδώ, τα μεταπολεμικά εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα θα έπαιρναν βίαια μορφή και η αποτίναξη του λευκού ανθρώπου θα γινόταν πρώτη προτεραιότητα. Γαλλία και Αγγλία απαγκιστρώθηκαν σχετικά νωρίς από το αποικιοκρατικό βάρος, το πολιτικό και οικονομικό κόστος του οποίου γινόταν δυσβάστακτο. Αντίθετα οι Πορτογάλοι επέμειναν μέχρι τέλους, αναλώθηκαν σε ατελέσφορους πολέμους και το κόστος σε ανθρώπινες ζωές υπήρξε τέτοιο που προκλήθηκε η Επανάσταση των Γαριφάλων –μια εξέγερση κατώτερων κυρίως αξιωματικών, η οποία και οδήγησε στην πτώση του μακρόχρονου καθεστώτος του Σαλαζάρ το 1974 (σχεδόν ταυτόχρονα με την πτώση της ελληνικής δικτατορίας όπως και του καθεστώτος Φράνκο στην Ισπανία).

Η ατμόσφαιρα της εποχής αποδίδεται θαυμάσια από την Καρντόζο. Η οικογένεια του νεαρού πρωταγωνιστή φτάνει με τα πολλά στη Λισαβόνα μετά τη σύλληψη του πατέρα, μαζί με χιλιάδες άλλους επαναπατριζόμενους (η μεγαλύτερη ώς τότε αερογέφυρα σωτηρίας οργανωμένη από τους Αμερικανούς). Τους εγκαθιστούν σε ένα ξενοδοχείο στο γειτονικό θέρετρο του Εστορίλ, όλους στοιβαγμένους σε ένα δωμάτιο, να μοιράζονται τις κοινόχρηστες υποδομές με τους υπόλοιπους ξεριζωμένους (ευτυχώς υπάρχει και πισίνα). Παραέξω μαίνεται ο πόλεμος ανακοινώσεων, απεργιών, επαγγελιών της σοσιαλιστικής επανάστασης. Τα περασμένα μεγαλεία από τη ζωή στις αποικίες στοιχειώνουν τις μνήμες των ενοίκων, παράλληλα με την απομυθοποίηση της μητρόπολης. Κάποιοι επανεγκαθίστανται αλλού ή μετακομίζουν σε συγγενείς, άλλοι όχι. Αρκετοί συνδικαλίζονται προς ασαφείς κατευθύνσεις, το επαναστατικό λανγκάζ της εποχής δίνει και παίρνει. Οι ειδήσεις από την Αγκόλα και τη Μοζαμβίκη είναι ασαφείς. Μοιάζει σαν η επιστροφή εκεί να είναι πλέον αδύνατη και το μόνο βέβαιο είναι πως οι περιουσίες τους λεηλατούνται και καταστρέφονται (είναι σήμερα γνωστό πως ο εμφύλιος στην Αγκόλα τράβηξε για σχεδόν τέσσερις δεκαετίες). Ο νεαρός Ρούι θα φλερτάρει, θα αποκτήσει την πρώτη του ερωτική σχέση με καθαρίστρια του ξενοδοχείου και σύζυγο του φίλου του θυρωρού, θα τα πάει χάλια στο σχολείο, θα αναλάβει αντρίκιες υποχρεώσεις έναντι της άρρωστης μητέρας και της αδελφής του, σε αναμονή πάντα της διαρκώς εκκρεμούσας επιστροφής του πατέρα. Η σωτηρία –πραγματική και μεταφορική –οφείλει να αναμένει, η ενηλικίωση επέρχεται παράλληλα με την ένταξη της χώρας στον σύγχρονο κόσμο.

Οι δυστυχίες γίνονται ελπίδα

Η ζωή έχει ποικίλα υποκεφάλαια

Η Ντούλσε Μαρία Καρντόζο κατέχει καλά τα αφηγηματικά της εργαλεία. Το είχε ήδη αποδείξει σε ένα άλλο πολύ ενδιαφέρον βιβλίο της που είχε εκδοθεί στη χώρα μας από τις εκδόσεις Νήσος («Βιολέτα ή γνωρίζω την αγάπη εξ ακοής»). Ξέρει να μετατρέπει τις δυστυχίες του βίου σε ελπίδα και να οδηγεί την απελπισία των οριακών της ηρώων σε κάθαρση. Η ζωή έχει ποικίλα υποκεφάλαια, μας λέει, και η τελική έκβαση μπορεί πάντα να περιμένει. Ο σαρκασμός υποβόσκει, οι ιδεολογικές της συντεταγμένες είναι ισορροπημένες και η κοφτή της γλώσσα, με τα συνεχή μπρος – πίσω της μνήμης, υπηρετεί ένα ιμπρεσιονιστικό αποτέλεσμα. Οι νατουραλιστικές πινελιές δεν λείπουν, αλλά αυτό που κυριαρχεί είναι η επίγνωση της ένταξης της ανθρώπινης ζωής στα μεγάλα ιστορικά γεγονότα. Αυτά είναι που επικαθορίζουν τη δράση. Τα μικρά επεισόδια της καθημερινότητας, αυτά δηλαδή που δίνουν στο μυθιστόρημα την πρώτη του ύλη, είναι καταδικασμένα να υπόκεινται στο ιστορικό δράμα και τις ανεξέλεγκτες κοινωνικές τραγωδίες. Πολύ καλή η μετάφραση της έμπειρης περί τα πορτογαλικά πράγματα Αθηνάς Ψυλλιά (μεταφράστριας μεταξύ άλλων και όλου σχεδόν του Σαραμάγκου στα ελληνικά) με καλό και οικονομημένο υπομνηματισμό, απαραίτητο, μεταξύ άλλων, λόγω των ιδιωματισμών των αφρικανικών γλωσσών που παρεισφρέουν στο κείμενο.

Dulce Maria Cardoso

Ο Γυρισμός

Μτφ. Αθηνά Ψυλλιά

Εκδ. Καστανιώτης 2017, σελ. 250

Τιμή: 16 ευρώ