Κρίνοντας από το πλήθος των εκδόσεων, των ντοκιμαντέρ, των επίσημων ή ανεπίσημων ομιλιών, των τελετών και των μνημοσύνων, αλλά και τόσων άλλων, τα εκατόχρονα του Μεγάλου Πολέμου τιμήθηκαν και τιμούνται δεόντως σε όλο τον κόσμο. Τουλάχιστον ιστοριογραφικά όμως, κάποιες προσεγγίσεις που αφορούν όχι στο περίφημο Δυτικό, αλλά στα διάφορα μέτωπα στη Μέση Ανατολή, μοιάζουν αμετακίνητες: η εκστρατεία στην Καλλίπολη χαρακτηρίζεται ως «πανωλεθρία του Τσόρτσιλ» και η πολιορκία της Κουτ αλ-Ιμάρα, νοτίως της Βαγδάτης, σχετίζεται με την παράδοση του βρετανού στρατηγού Τάουνσεντ. Η Αραβική Εξέγερση είχε βεβαίως για ηγέτη της τον Λόρενς της Αραβίας, ενώ υπάρχει η «είσοδος του Μοντ» στη Βαγδάτη και η κατάκτηση της Ιερουσαλήμ από τον Αλενμπι. Οι συγγραφείς κοινωνικής ιστορίας, παρότι επιχείρησαν να ρίξουν φως στους αφανείς ήρωες του Πολέμου, τελικά μελέτησαν κυρίως ημερολόγια και γράμματα οπλιτών από τις τάξεις των Συμμάχων. Οι εμπειρίες των στρατιωτών της καταρρέουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, απλές στατιστικές στο Ανατολικό Ζήτημα, αλλά υποφωτισμένοι πρωταγωνιστές ενός όχι λιγότερο αμείλικτου θεάτρου του πολέμου, σχεδόν αγνοούνται χάριν μιας συνήθως ευρωκεντρικής οπτικής. Η ανάγκη για μελετητές με πρόσβαση σε τουρκικές ή αραβικές πρωτογενείς πηγές παραμένει επιτακτική.

Η χαρά του Νεότουρκου

Το βιβλίο «Η πτώση των Οθωμανών» του καθηγητή Ιστορίας της Μέσης Ανατολής στην Οξφόρδη Γιουτζίν Ρόγκαν, φιλοδοξεί να καλύψει αυτό το κενό. Ηδη από το προοίμιο του πολέμου, η εξιστόρησή του καταπιάνεται με τις εξελίξεις στην άλλη πλευρά, όπως σε εκείνο το βράδυ της 11ης Αυγούστου που ο Ενβέρ Πασάς, ο ισχυρότερος από την Τριανδρία των Νεοτούρκων, υποδέχθηκε την άφιξη στον Ελλήσποντο ενός βαρέος θωρηκτού και ενός ελαφρού καταδρομικού εκ Γερμανίας, με την ίδια χαρά που θα εκδήλωνε αν αποκτούσε ένα γιο. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία βέβαια βρισκόταν ήδη σε αδιέξοδο: τα προηγούμενα χρόνια είχε απολέσει στρατιωτικές δυνάμεις, είχε εκχωρήσει εδάφη σε Ιταλία, Βρετανία, Ελλάδα και αλλού, ενώ οι ρωσικές ορέξεις για άνοιγμα στη Μεσόγειο δεν βοηθούσαν την κατάσταση. Μια προσπάθεια για συνεργασία με τη Βρετανία είχε προδοθεί: οι Οθωμανοί τής είχαν αναθέσει την ναυπήγηση δύο πολεμικών συγκεντρώνοντας τα απαραίτητα χρήματα ακόμα και από σχολιαρόπαιδα, με την κήρυξη όμως του πολέμου οι Αγγλοι απλώς τα κράτησαν για λογαριασμό τους. Οταν ο Ενβέρ χαιρέτιζε εκείνους τους δύο γερμανικούς αντικαταστάτες τους, ο θυμός του για την κλοπή των Βρετανών μετατρεπόταν σε ευγνωμοσύνη προς τους Γερμανούς. Παρά τις αναβολές, η Οθωμανική Αυτοκρατορία τελικά θα συμμαχούσε μαζί τους. Το τελευταίο πράγμα όμως που χρειαζόταν τότε ο «ασθενής της Ευρώπης» ήταν ένας ακόμη πόλεμος.

Τζιχάντ από τα παλιά

Από τις διαφωτιστικότερες αναλύσεις του Ρόγκαν είναι εκείνη για την περίφημη Islampolitik των Γερμανών: πίστευαν πως οι χριστιανικές αυτοκρατορίες της Αντάντ έτρεμαν μην τυχόν και οι μουσουλμάνοι υπήκοοί τους σε Ινδία και Βόρειο Αφρική, γοητευμένοι από μια σταδιακή επικράτηση των Οθωμανών στον πόλεμο, παρασυρθούν και ακολουθήσουν τον σουλτάνο και χαλίφη του ισλαμικού κόσμου, σε μια κήρυξη παγκόσμιας τζιχάντ. Τα χαρακτηριστικά της θα ήταν τότε μάλλον γεωπολιτικά παρά θρησκευτικά, έστω κι έτσι όμως θα μπορούσε να αποδυναμώσει κρίσιμα τους Βρετανούς και τους Γάλλους. Καθότι νεοεισαχθέντες στο ιμπεριαλιστικό παιχνίδι, οι Τεύτονες δεν είχαν έντονο μουσουλμανικό στοιχείο στις κτήσεις τους, ενώ οι Οθωμανοί πείστηκαν για την αναγκαιότητα του σχεδίου, φοβούμενοι μήπως οι Ρώσοι παίξουν το αντίστοιχο χαρτί με τους χριστιανικούς πληθυσμούς –Ελληνες ή Αρμενίους –στα δικά τους εδάφη. Υπήρξαν μεμονωμένες επιτυχίες της Islampolitik, όπως λιποταξίες κάποιων βορειοαφρικανών αιχμαλώτων πολέμου προς τις οθωμανικές γραμμές, παρά όμως το κάλεσμα σε ιερό πόλεμο οι μουσουλμάνοι στρατιώτες δεν κατόρθωσαν να αποδεσμευτούν από τους αποικιοκράτες ηγέτες τους. Ακόμα και όταν αποκαλύφθηκε το συμμαχικό σχέδιο διαμοιρασμού της Μέσης Ανατολής μέσα από μυστικές κινήσεις όπως η συμφωνία Σάικς-Πικό, η εξέγερση των Χασεμιτών Αράβων εναντίον των Οθωμανών δεν αποτράπηκε.

Εξίσου ενδιαφέρουσα είναι η προσέγγιση του Ρόγκαν στη Γενοκτονία των Αρμενίων: παραθέτοντας μαρτυρίες ανθρώπων που γλίτωσαν, όπως του ιερέα Γρηγόρη Μπαλακιάν αλλά και απομνημονεύματα τούρκων υπαξιωματικών όπως του δεκανέα του υγειονομικού Αλή Ριζά Ετι που πίστευε ότι οι Αρμένιοι υπονομεύουν το στράτευμα, ο ιστορικός συμπεραίνει καταρχήν ότι το ρατσιστικό μίσος και η πολεμική υστερία οδήγησαν τους Οθωμανούς στην αβάσιμη κατηγορία περί συμφωνημένης συνεργασίας των Αρμενίων με την Αντάντ. Το κρισιμότερο από όλα τα ζητήματα που θίγει, σε μερικές έστω, περιεκτικές γραμμές, είναι ότι εκτός από την επίσημη διαταγή της Κεντρικής Επιτροπής για την Ενωση και Πρόοδο που όριζε να αντιμετωπιστεί ο «εσωτερικός εχθρός» με μαζικές απελάσεις και εκτοπίσεις προς τα βάθη της Ανατολίας, την ίδια στιγμή δίνονταν και άγραφες εντολές για μαζικές δολοφονίες των Αρμενίων. Η λέξη «εξόντωση» συναντάται στην «Πτώση των Οθωμανών» περισσότερες φορές από τη «γενοκτονία» και ο Ρόγκαν δεν αγνοεί τα τουρκικά επιχειρήματα περί συνεργασίας των Αρμενίων με τους Ρώσους. «Ενώ όμως αυτό το γεγονός εξηγεί γιατί οι Νεότουρκοι εξαπέλυσαν αυτήν την πρωτοφανή βία εναντίον των χριστιανών υπηκόων τους, δεν δικαιολογεί με κανέναν τρόπο τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας που ακολούθησαν. Η πικρή ειρωνεία είναι ότι η εξόντωση των Αρμενίων και άλλων χριστιανικών κοινοτήτων δεν βελτίωσε με κανέναν τρόπο την ασφάλεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας».

Φτυάρι με επίδεσμο

Πιο πλούσιες από όλες τις μαρτυρίες και πρωτογενείς πηγές του Ρόγκαν είναι ίσως εκείνες που αποκαλύπτουν τις καθημερινές συνθήκες του πολέμου σε ένα μέτωπο, λανθασμένα καταγεγραμμένο ως δευτερεύον ή ως λιγότερο ανθρωποφάγο. Είτε περιγράφει τον θρίαμβο των Οθωμανών στη Μάχη της Καλλίπολης, είτε την πολιορκία της Κουτ αλ-Ιμάρα, είτε την πτώση της Ιερουσαλήμ, ο Βρετανός εμπλουτίζει την παραδοσιακή παράθεση ονομάτων και αποφάσεων των εμπλεκόμενων πολιτικών και αξιωματικών με τα έργα και τις ημέρες των ANZAC (αυστραλών και νεοζηλανδών στρατιωτών) στους οίκους ανοχής του Καΐρου ή με τους αντικατοπτρισμούς της ερήμου που δεν σε άφηναν να ξεχωρίσεις τους αντίπαλους από ένα άκακο κοπάδι πρόβατα. Με τους όχι απολύτως αβάσιμους ισχυρισμούς των Συμμάχων ότι ανάμεσα στους ελεύθερους σκοπευτές των Οθωμανών υπήρχαν και γυναίκες ή με τις επιστολές νεαρών αξιωματικών που πληροφορούσαν τους οικείους τους ότι αν έπαυες να κουνάς το φαγητό σου «ένα σμήνος από μύγες θα το σκέπαζε, οι ίδιες μύγες που κάλυπταν τους νεκρούς». Ενίοτε κυριαρχούσε η ανθρωπιά: στην Καλλίπολη, τα αντίπαλα χαρακώματα ήταν τόσο κοντά που ένας τούρκος στρατιώτης θυμόταν να πετάει τσιγάρα και σταφίδες στους ANZAC κι εκείνοι να απαντούν με κονσέρβες μαρμελάδας. Στην πολιορκία της Κουτ αλ-Ιμάρα, ένας οθωμανός οπλίτης ύψωνε κατά διαστήματα το φτυάρι του πάνω από το χαράκωμα και το κουνούσε εν είδει χαιρετισμού. Κάποιος Βρετανός πήρε το τουφέκι του και πυροβόλησε το φτυάρι. «Για λίγο δεν έγινε τίποτα και ύστερα, αργά και σαν να ήταν πολύ κουρασμένο ανυψώθηκε το φτυάρι τυλιγμένο σε επίδεσμο».

Μέση Ανατολή

Ο σημερινός καθρέφτης των γεγονότων

Το πιο ενδιαφέρον από όλα ίσως είναι το συμπέρασμα του Βρετανού: οι συνέπειες του Μεγάλου Πολέμου δεν ήταν μόνο η κατάρρευση μιας αυτοκρατορίας που κάποτε απειλούσε τη Βιέννη, η Γενοκτονία των Αρμενίων, η ταπείνωση της κατόπιν εκδικητικής Γερμανίας ή η χάραξη απλώς νέων συνόρων στη Μέση Ανατολή. Γιατί ειδικά τα τελευταία διαμορφώθηκαν μέσα από συμφωνίες όπως της Κωνσταντινούπολης, της Σάικς-Πικό, της Διακήρυξης Μπάλφουρ που «συνήφθησαν αποκλειστικά και μόνο για να προωθήσουν την αυτοκρατορική επέκταση της Βρετανίας και της Γαλλίας». Αν οι τελευταίες ενδιαφέρονταν να δημιουργήσουν μια σταθερή Μέση Ανατολή «θα είχαν αντιμετωπίσει πολύ διαφορετικά το ζήτημα των συνόρων». Στον αιώνα που ακολούθησε, ο παραμελημένος κουρδικός λαός ενεπλάκη σε συγκρούσεις με τις κυβερνήσεις της Τουρκίας, του Ιράν, του Ιράκ και της Συρίας. Ο Λίβανος, δημιουργημένος από τη Γαλλία το 1920, γνώρισε διαδοχικούς εμφύλιους πολέμους, ενώ η Συρία που ποτέ δεν αποδέχθηκε το κράτος του έστειλε εκεί τις δυνάμεις της το 1978 και κράτησε τη χώρα υπό την κατοχή της για 30 χρόνια. Το Ιράκ δεν εξασφάλισε ποτέ διαρκή ειρήνη, ενώ όσον αφορά τις αραβοϊσραηλινές διαμάχες, παρόλο που «το Ισραήλ και οι Αραβες γείτονές τους έχουν την κύρια ευθύνη για τις πράξεις τους, οι ρίζες της σύγκρουσής τους ανάγονται ευθέως στις θεμελιακές αντιφάσεις της Διακήρυξης Μπάλφουρ». Ακόμα χειρότερα, καταλήγει ο Ρόγκαν, το 2014, «μια πολιτοφυλακή η οποία αυτοαποκαλείται Ισλαμικό Κράτος διαμήνυσε ηλεκτρονικά στους οπαδούς της ότι ανακηρύσσοντας χαλιφάτο στα εδάφη που καλύπτουν τη Βόρεια Συρία και το Βόρειο Ιράκ, συνέτριβε τη συμφωνία Σάικς-Πικό».

Eugene Rogan

Η πτώση των Οθωμανών

Ο μεγάλος πόλεμος στη Μέση Ανατολή, 1914-1920

Εκδόσεις Αλεξάνδρεια

Μετάφραση: Ελένη Αστερίου

Σελίδες: 480, τιμή: 31,80 ευρώ