«Κατά βάθος πιστεύω ότι ο κόσμος γερνάει. Αρχίζει να βλέπει τα πράγματα με μεγαλύτερη διαύγεια και δεν μπορεί να τα αποδεχθεί. Η μοίρα του καθενός μας σήμερα μοιάζει με μια κυβέρνηση που τη γνωρίζουμε πια: διαπιστώνουμε ότι μας εξαπατά στα πάντα κι έτσι αποχωρούμε. Οταν αντιλαμβανόμαστε ότι η Θεία Πρόνοια ψεύδεται, ξεγελά, εμπαίζει, παραπλανά τους ανθρώπους όπως ένας κοινός βουλευτής τους ψηφοφόρους του, τότε θυμώνουμε και, καθώς δεν μπορούμε να την αντικαθιστούμε κάθε τόσο όπως κάνουμε με τους εκλεγμένους εκπροσώπους μας, εγκαταλείπουμε τούτο τον τόπο…»

Θυμίζουν τίποτα αυτά τα λόγια; Ασφαλώς. Εκφέρονται πάντως εκατόν τριάντα χρόνια πριν διά στόματος του υπευθύνου του λεγόμενου Ιδρύματος Εκούσιου Θανάτου, καθώς στο πρώτο κιόλας από τα οκτώ αφηγήματα αυτής της συλλογής με τίτλο «Το ανάκλιντρο» ξεναγεί τον αμέριμνο αφηγητή σ’ έναν θαυμάσιο χώρο που προσφέρει προγράμματα ευθανασίας. Το πιο πάνω απόσπασμα συνιστά κατά κάποιο τρόπο και μια περίληψη της περί το θέμα προβληματικής του Γκι ντε Μοπασάν. Η αυτοχειρία περιγράφεται σ’ αυτή τη συλλογή ως το τέλος μιας μακράς γραμμής από διαψεύσεις, εξαπατήσεις και εντέλει ως ανυπαρξία νοήματος σ’ έναν κόσμο που μας προδίδει συστηματικά και όπου η εκούσια έξοδος από τη ζωή μπορεί να αντιμετωπιστεί ως θαρραλέα –ακόμη και χαρωπή –αγνόηση του θανάτου. Το συγκεκριμένο αφήγημα γράφηκε το 1889 και όλες οι ιστορίες της συλλογής τοποθετούνται στη δωδεκαετία 1880-1892, όπου συγκεντρώνεται και το μεγάλο μέρος της παραγωγής του Μοπασάν –περισσότερα από 300 διηγήματα δίπλα στα μυθιστορήματά του «Ο φιλαράκος», «Μια ζωή» και άλλα, γνωστά από ποικίλες μεταφράσεις στη χώρα μας.

Ο θαυμαστός

καινούργιος κόσμος

Πρόκειται για μια ιστορική περίοδο θεωρητικά αισιόδοξη, με την τεχνολογική πρόοδο να είναι εμφανής, την οικονομική ανάπτυξη θεαματική και τις κοινωνικές κατακτήσεις να διαδέχονται η μια την άλλη, τουλάχιστον στον ευρωπαϊκό χώρο. Και όμως, μια παρέλαση ηθικών διλημμάτων, κρυμμένων απογοητεύσεων, ανοιχτών πληγών, αίσθησης αποτυχίας, βίωσης προδοσίας και καθαρής πλήξης οδηγούν συχνά – πυκνά σε αυτοκτονίες. Οι ήρωες του Μοπασάν, πρωτεύοντες και δευτερεύοντες, μοιάζουν να οδηγούνται στην αυτοχειρία γιατί δεν ανήκουν πια κάπου. Ο θαυμαστός καινούργιος κόσμος που αναδύεται στα τέλη του 19ου αιώνα τούς ξεριζώνει από το σταθερό κοινωνικό περιβάλλον στο οποίο ζούσαν ώς τότε. Η περίφημη έννοια της «ανομίας», που χρησιμοποίησε ως ερμηνευτικό του εργαλείο ο θεμελιωτής της κοινωνιολογίας Εμίλ Ντιρκέμ λίγα χρόνια μετά, μοιάζει να παίρνει το πάνω χέρι. Αξίες, αρχές και νόμοι μεταλλάσσονται ραγδαία. Η αστικοποιημένη κοινωνία δεν διασφαλίζει τον πολίτη, τουλάχιστον όχι πάντα και πάντως λιγότερο από την παραδοσιακή, φτωχότερη και οπισθοδρομικότερη, έστω, παραδοσιακή κοινωνία, μας λέει ο Ντιρκέμ. Οι προσδοκίες προσωπικής επιτυχίας γίνονται δυσβάστακτες για το άτομο. Η απουσία υπέρτατου ηθικού νόμου ή σαφών και κοινά αποδεκτών κοινωνικών κανόνων διαβίωσης (ιδού η έννοια της «ανομίας») καθιστούν τον άνθρωπο έρμαιο της μοίρας. Οι αντιστάσεις εξασθενούν και όταν επιπροστεθούν τυχαίες δυσκολίες, τότε τα πράγματα μπορούν να πάρουν άσχημο δρόμο.

Το σύνδρομο της συγγραφικής ιδιοφυΐας

Ο Γκι ντε Μοπασάν επιχείρησε και ο ίδιος να αυτοκτονήσει, δύο μάλιστα φορές, το 1892, λίγο προ του θανάτου του σε ψυχιατρική κλινική. Επασχε από φοβίες, από παράνοια, κυρίως όμως, κατά την άποψή μου, από το σύνδρομο της συγγραφικής ιδιοφυΐας –το βάρος της κατανόησης της πραγματικότητας και της καλλιτεχνικής μορφοποίησής της. Φυσικά εδώ, στις ιστορίες που συνθέτουν τον παρόντα τόμο, δεν θα βρει κανείς μια επιστημονική συστηματοποίηση των αιτιών της αυτοχειρίας –της δικής του ή των άλλων. Τα αίτια ποικίλλουν από ιστορία σε ιστορία, ενώ κάποτε παραμένουν ανεξήγητα ή προβάλλουν ως πολλαπλά (δομικά θα λέγαμε σήμερα), εν είδει δικτύου που παγιδεύει προοδευτικά την ύπαρξη. Θα συναντήσουμε έναν δυστυχή τυφλό που χάνεται εκούσια στα χιόνια, έναν πάστορα καταβεβλημένο από την ερωτική προδοσία και την αιφνίδια εμφάνιση ενός γιου που δεν γνώριζε πως είχε, κάποιον που δεν μπορεί να φέρει το βάρος των αναμνήσεων ενώ τα γηρατειά επελαύνουν, ανθρώπους της καλής κοινωνίας που πάσχουν από μοναξιά ή είναι καταβεβλημένοι από την αφόρητη έλλειψη στοχεύσεων στη ζωή τους και βεβαίως τα πρωτεύοντα, τότε, ζητήματα τιμής. Το ενδιαφέρον είναι ότι δίπλα στις ιστορίες παραίτησης από τη ζωή λόγω δραματικών γεγονότων, θανάτων, ασθενειών των οικείων κ.λπ. συχνά απαντάμε εδώ και ζωές μάλλον ευθύγραμμες, σχετικά ομαλές, όπου δηλαδή τίποτα το δραματικό δεν έχει συμβεί και απλώς οδηγούνται στη μοιραία κατάληξη από μια συσσώρευση αδιόρατων μικρών συμβάντων της ζωής, αισθημάτων μοναξιάς και περιστατικών αποξένωσης από τον κοινωνικό περίγυρο. Αλλού πάλι η ερμηνεία της αυτοχειρίας ονοματίζεται με ιατρικούς όρους, σαν ένα είδος πρώιμου φροϊδισμού (νευρασθένεια, υπερευαισθησία, κατάθλιψη κ.λπ.). Η αιφνίδια αποκάλυψη της ωμότητας των πραγμάτων μπορεί να συντελέσει αποφασιστικά, όπως γράφει ο πρωταγωνιστής στην αποχαιρετιστήρια επιστολή του στο αφήγημα «Αυτοκτονίες»: «Το μυαλό μας μοιάζει με τσίρκο, όπου στριφογυρίζει αιώνια το ίδιο κακόμοιρο εγκλωβισμένο άλογο. Οσες προσπάθειες και να κάνουμε, όσες παρακάμψεις, όσες παρεκκλίσεις, τα όρια είναι κοντινά και μας περιβάλλουν διαρκώς, χωρίς απρόοπτες διεξόδους και δίχως πόρτες που οδηγούν στο άγνωστο».

Προαναγγέλλοντας ίσως τον Αλμπέρ Καμί, ένας από τους αφηγητές αναφωνεί σε μια στιγμή απελευθέρωσης από την απελπισία του: «Η αυτοχειρία! Μα είναι η δύναμη αυτών που δεν έχουν πια δύναμη, η ελπίδα όσων δεν πιστεύουν πια σε τίποτα, το ύψιστο θάρρος των ηττημένων! Ναι, τουλάχιστον υπάρχει μια διέξοδος σε τούτη τη ζωή…». Είναι προφανές ότι ο Μοπασάν επεξεργάζεται το δικό του τέλος σ’ αυτές τις ιστορίες.

Ιστορίες καθαρότητας

Ο σκελετός έξω από τη σάρκα

Αν κάτι εκπλήσσει είναι ότι ο Μοπασάν διατήρησε εκπληκτικά υψηλούς ρυθμούς παραγωγής σύντομων ιστοριών και διηγημάτων μέχρι το τέλος της σύντομης ζωής του, ενώ ταυτόχρονα ταξίδευε, ερωτευόταν και αντλούσε υλικό από ποικίλους κοινωνικούς και γεωγραφικούς χώρους. Οι ρεαλιστικές τοιχογραφίες του που ενίοτε κινούνται στα όρια ενός κυνικού νατουραλισμού (υπήρξε σημειωτέον φίλος του Φλομπέρ και του Ζολά) διανθίζονται συχνά από πινελιές του φανταστικού και του υπερφυσικού, όπου οι επιρροές του Εντγκαρ Αλαν Πόε είναι μάλλον σαφείς. Οι ιστορίες του είναι τέτοιας καθαρότητας και ακρίβειας που μοιάζουν σαν να κουβαλάνε τον σκελετό τους έξω από τη σάρκα. Υπάρχει ερωτισμός, σκοτεινά αισθήματα, σεξ, μύχιες προθέσεις, απωθήσεις. Είναι ίσως αυτά τα στοιχεία του έργου του που τον κατέστησαν εξαιρετικά δημοφιλή και στον χώρο του κινηματογράφου. Οπως διάβαζα πρόσφατα σε ένα άρθρο στον «Νιου Γιόρκερ», ο Μοπασάν υπολείπεται μόνο του Σαίξπηρ σε διασκευή/μεταφορά έργων τους για το σινεμά. Από τον Γκρίφιθ, τον Ζαν Ρενουάρ και τον Μαξ Οφιλς μέχρι τον Τζον Φορντ με την περίφημη «Ταχυδρομική άμαξά» του, τον Ορσον Γουέλς, τον Γκοντάρ, ακόμη και τον Ρόμπερτ Αλτμαν, η αφρόκρεμα του κόσμου του σινεμά επηρεάστηκε από τις εξομολογήσεις των ηρώων του, τις ντοκιμαντερίστικες καταγραφές του κοινωνικού περίγυρου και τα σκοτεινά πάθη που ανασύρει σαν για να τα εκθέσει μπροστά μας, στο τραπεζάκι του καφέ.

Guy de Maupassant

Ιστορίες αυτοχειρίας

Mτφ. – εισαγωγή: Γιάννης Στρίγκος

Εκδ. Ποικίλη Στοά 2016, σελ. 149

Τιμή: 11 ευρώ