Ο Ντέιβ Εγκερς είναι ένας ζωντανός, ανήσυχος και φιλόπονος συγγραφέας. Οι χαρακτηρισμοί αυτοί είναι λίγο ντεμοντέ στις μέρες μας, αλλά ταιριάζουν γάντι σ’ αυτόν τον 45χρονο Αμερικανό, ο οποίος στήνει εκδοτικούς οίκους, ιδρύει περιοδικά και προσπαθεί να υιοθετήσει μια φρέσκια, πρωτότυπη ματιά στις καταιγιστικές εξελίξεις σ’ αυτό που ονομάζουμε «παγκοσμιοποιημένη οικονομία». Εδώ λ.χ. ο κυβερνοχώρος, οι startup εταιρείες και η προσέλκυση ξένων επενδύσεων από τις πρώην τριτοκοσμικές χώρες αποτελούν το επίκεντρο ενός ακόμη δημοφιλούς μυθιστορήματος –μετά τον «Κύκλο», επίσης από τον Κέδρο –που έγινε φέτος και ταινία με πρωταγωνιστή τον Τομ Χανκς.

Ο κεντρικός ήρωας του μυθιστορήματος Αλαν Κλέι, σύμβουλος επιχειρήσεων –ό,τι κι αν σημαίνει ο όρος στις μέρες μας -, αντιμετωπίζει τις αλλότριες πραγματικότητες όταν επιχειρεί να υλοποιήσει ένα μεγαλόπνοο σχέδιο του βασιλιά της Σαουδικής Αραβίας καλωδιώνοντας μια εξαρχής σχεδιασμένη ιδεατή μητρόπολη στα νότια της Τζέντα. Πλήξη, ποτό και παραισθήσεις θα συμβάλουν στον υπαρξιακό παραλογισμό της αναμονής. O Αλαν Κλέι δεν βρίσκεται στο ψηλότερο σημείο της καριέρας του, ούτε στο αρμονικότερο σημείο του βίου του. Εχει στις πλάτες του ένα επώδυνο διαζύγιο και μια κόρη της οποίας τα δίδακτρα στο πανεπιστήμιο αδυνατεί να καλύψει, μια και είναι καταχρεωμένος σε ποικίλους φίλους και μη. Είχε ξεκινήσει την καριέρα του ως πωλητής/πλασιέ, είχε μετεξελιχθεί σε επιχειρηματία με ειδίκευση στην κατασκευή υψηλής ποιότητας ποδηλάτων, είχε γαλουχηθεί με την κουλτούρα της παραγωγικότητας, των επενδύσεων, της κοινωνικής ανόδου, της επιτυχίας. Είχε ξανοιχτεί ως προς τις δαπάνες διαβίωσης με την πεποίθηση ότι το χθες δεν υπάρχει, ότι το αύριο θα είναι νομοτελειακά καλύτερο από το σήμερα. Η αναζήτηση για την εταιρεία του υψηλότερων κερδών (άρα χαμηλότερων αμοιβών εργασίας) και η αποφυγή του βρόχου των συνδικάτων τον οδήγησαν να μετεγκατασταθεί από την καρδιά του βιομηχανικού Βορρά στις νότιες πολιτείες. Θες όμως η κατώτερη ποιότητα εργατικού δυναμικού, θες η διαφορετικότητα στην αναπτυξιακή κουλτούρα, η επιχείρηση απέτυχε. Εκτοτε ο Αλαν Κλέι προσπαθούσε να βγάλει τα προς το ζην ως σύμβουλος διαφόρων εταιρειών, αναδιαρθρώνοντας, τεμαχίζοντας, πουλώντας και μετεγκαθιστώντας τον κεφαλαιουχικό εξοπλισμό κάπου αλλού ανά την υφήλιο με χαμηλότερο κόστος παραγωγής και πειθαρχημένο εργατικό δυναμικό. Είχε πάψει πια να παράγει ο ίδιος, καθώς ολόκληροι βιομηχανικοί κλάδοι –προς μεγάλη θλίψη του εργάτη πατέρα του –είχαν μεταφερθεί στην Κίνα, τη Μαλαισία ή τη Σιγκαπούρη. «Ακόμη και οι γέφυρές μας κατασκευάζονται τώρα από άλλους» λέει σε κάποιο σημείο με αποστροφή ο γέρος.

Στην καρδιά της ερήμου

Στα αζήτητα πλέον μιας αδυσώπητης παγκοσμιοποιημένης αγοράς, όπου το επίκεντρο της βιομηχανικής δραστηριότητας έχει μετατοπισθεί, και με τη Δύση να πουλάει πλέον αέρα –τουρισμό, κουλτούρα, παράδοση και υπηρεσίες -, έχοντας εκχωρήσει φτηνά την τεχνογνωσία της σε πιο πειθαρχημένους και διψασμένους για επιτυχία μαθητές, ο Αλαν είναι ένας άντρας «που ξέρει να κάνει έρωτα με σαράντα οκτώ διαφορετικούς τρόπους αλλά δεν μπορεί να βρει γυναίκα», όπως λέει αφηγούμενος ένα ανέκδοτο στον οδηγό του. Με βάση το γεγονός ότι κάποτε είχε γνωριστεί με κάποιον ανιψιό του βασιλιά της Σαουδικής Αραβίας, έχει προσληφθεί από έναν πολυεθνικό γίγαντα της πληροφορικής για να προωθήσει την πώληση ενός ολογράμματος στην υπό ανέγερση νέα οικονομική μητρόπολη στην καρδιά της ερήμου. Κλεισμένος άλλοτε στο πολυτελές ξενοδοχείο του στην καρδιά της Τζέντα, άλλοτε σε μια σκηνή στην περιοχή όπου πρόκειται να γίνει η επένδυση, περιμένει την εμφάνιση του βασιλιά ώστε να μπορέσει αυτός και η ομάδα του να επιδείξουν το τελευταίας τεχνολογίας ολόγραμμα –ένα είδος τρισδιάστατης επικοινωνιακής αναπαράστασης. Ομως εδώ τα ήθη είναι αλλιώτικα, οι εργασιακοί ρυθμοί επίσης, η ζέστη ανυπόφορη και η απραξία σκοτώνει. Ξοδεύει τις μέρες του βολτάροντας σ’ αυτό το εργοτάξιο – φάντασμα όπου αναμένονται οι επενδυτές, τσαλαβουτώντας στα χλιαρά νερά της Ερυθράς Θάλασσας ή προσπαθώντας να κοιμηθεί με τη βοήθεια παράνομου αλκοόλ που του προμηθεύει μια παλιά καραβάνα στα σαουδαραβικά ειωθότα, μια Δανέζα που περιμένει δεκαοκτώ μήνες να δει τον βασιλιά και δεν τα έχει καταφέρει. Είναι αυτή η γυναίκα που θα τον εισαγάγει στην απέλπιδα προσπάθεια της μικρής κοινότητας των ξένων να δώσουν διέξοδο στην απέραντη πλήξη τους, να διασκεδάσουν, ακόμη και να ερωτευτούν. Ομως ούτε σ’ αυτό τον τομέα δεν θα μπορέσει ο Αλαν να βρει ανακούφιση. Θα απογοητεύσει ερωτικά την καημένη τη Δανέζα, όπως αργότερα και την ελκυστική, εκδυτικισμένη ντόπια γιατρό που θα του αφαιρέσει έναν καλοήθη όγκο. Είναι ένας άντρας που δεν παράγει και άρα δεν λειτουργεί πια ως άντρας, υποδηλώνει ο συγγραφέας. Το μόνο που τον ευχαριστεί είναι η προσπάθεια επικοινωνίας με την κόρη του προς την οποία γράφει επιστολές νουθεσίας, τις οποίες ωστόσο τελικά διαγράφει από το κομπιούτερ.

Ο Αλαν θα αποδράσει κάποια στιγμή με τον οδηγό του για να ανακαλύψει στο ορεινό χωριό του τελευταίου την πραγματική Αραβία, πίσω από τις κουρτίνες. Ο συγγραφέας έχει έτσι την ευκαιρία να μας ξεναγήσει σε μια χώρα που γνωρίζουμε αποκλειστικά μέσα από κακοφορμισμένα αρχέτυπα και να μας θυμίσει χωρίς καμιά προσπάθεια ωραιοποίησης ότι κι εδώ υπάρχει ζωή, όπως και μια κοινωνία που λειτουργεί με άλλους κανόνες από αυτούς που πιστεύουμε. Ταυτόχρονα σατιρίζει με λεπτότητα τις προκαταλήψεις των γηγενών για τους ξένους, ειδικά τους Αμερικανούς, και επισημαίνει τον εκδυτικισμό της άρχουσας τάξης. Ομως η φυγή δεν συνεπάγεται και τη σωτηρία καθώς ο πρωταγωνιστής έχει σκουριάσει με τη χρόνια απραξία. Ετσι, μια νύχτα που έχει βγει παρέα με ντόπιους για να κυνηγήσει μια αγέλη λύκων η οποία κατασπαράζει τα κοπάδια, παραλίγο να σκοτώσει ένα παιδί. Πάραυτα απορρίπτεται από την τοπική κοινωνία, η οποία έτσι κι αλλιώς αφορμή ζητούσε για να δικαιώσει την καχυποψία της.

Μια έσχατη γραμμή προσωπικής άμυνας

Τελικά ο βασιλιάς θα εμφανιστεί, η παρουσίαση του ολογράμματος θα τον εντυπωσιάσει, αλλά το πρότζεκτ θα το πάρουν – ποιοι άλλοι; – οι κατά πολύ φτηνότεροι Κινέζοι. Το τέλος του βιβλίου μοιάζει ποτισμένο με την απόλυτη απαισιοδοξία, ένα είδος διάψευσης σε όλα τα επίπεδα –επαγγελματικό, οικογενειακό, πολιτισμικό ερωτικό, ακόμη και γεωπολιτικό –, κάτι που από καθαρά λογοτεχνική άποψη πέφτει λίγο βαρύ στον αναγνώστη. Το αίσθημα της ολοκληρωτικής ήττας έρχεται μάλιστα σε δυσαρμονία με την κοφτή, κομψή, ευφυή και χιουμοριστική γραφή συν την εμπεριστατωμένη έρευνα που έχουν προηγηθεί σε όλο το βιβλίο (και που υπηρετούνται θαυμάσια από τη μετάφραση της Ελένης Ηλιοπούλου). Ωστόσο, ο ηττημένος και απελπισμένος Αλαν θα φλερτάρει με την ιδέα να παραμείνει στη Σαουδική Αραβία. Στο κάτω κάτω, πίσω στην Αμερική δεν τον περιμένουν και πολλά πράγματα. Εδώ τουλάχιστον ίσως κάτι βρει να πουλήσει. Πρόκειται για μια έσχατη γραμμή προσωπικής άμυνας, μια αχτίδα ελπίδας, εκτός πια κι αν στο μυαλό του Εγκερς συμβολίζει την οριστική ήττα της Δύσης. Εκεί πια δεν θα μπορούσαμε παρά να διαφωνήσουμε. Αλλωστε μόνο στη Δύση παράγεται τέτοιου τύπου λογοτεχνία. Κάτι πρέπει να σημαίνει αυτό.

INFO

Η κινηματογραφική μεταφορά του βιβλίου «Ενα ολόγραμμα για τον βασιλιά» σε σκηνοθεσία Τομ Τίκβερ, με πρωταγωνιστές τους Τομ Χανκς, Αλεξάντερ Μπλακ, Σανίτα Τσουντχούρι, προβάλλεται ακόμη στους κινηματογράφους

Dave Eggers

Ενα ολόγραμμα για τον βασιλιά

Μτφ. Ελένη Ηλιοπούλου

Εκδ. Κέδρος, 2016, σελ. 344

Τιμή: 15 ευρώ