Θα χρειαστεί κάποια στιγμή να αντιμετωπιστεί σοβαρά μια πάγια ασθένεια των περισσότερων εκδοτικών οίκων να φαντάζονται πως τα οπισθόφυλλα, των αφηγηματικών ιδιαίτερα βιβλίων, δικαιολογούνται μόνον όταν υπάρχει το ενδεχόμενο να λειτουργήσουν ως κράχτες. Ανεξάρτητα αν ευθύνεται ο ίδιος ο συγγραφέας τους ή ένας επιμελητής τους. Διαβάζουμε, για παράδειγμα, στο οπισθόφυλλο του βιβλίου διηγημάτων της Λίνας Φυτίλη με τον τόσο επίκαιρο αυτή την στιγμή τίτλο «Παράξενο καλοκαίρι»: «Δώδεκα ιστορίες για τις ανθρώπινες σχέσεις και τα κενά που αφήνουν, για τη συγκυρία που θολώνει την σκέψη, για όνειρα που ξαναγεννιούνται μέσα από τις στάχτες τους. Παρόν και παρελθόν βαδίζουν χέρι-χέρι πάνω σε ένα τεντωμένο σχοινί. Ανθρωποι καθημερινοί αναζητούν τρόπους πίσω από σημαντικά ή ασήμαντα γεγονότα για να ανατρέψουν την πορεία της ζωής τους. Ψάχνουν τις αντιστάσεις τους σε έναν κόσμο όπου όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά».

Καταρχάς αν συνέβαιναν όλα αυτά μέσα στα δώδεκα –κατά τα άλλα πολύ ενδιαφέροντα –διηγήματα της Λίνας Φυτίλη θα χρειάζονταν τετραπλάσιες το λιγότερο σελίδες σε σχέση με τις 136 που αριθμεί σήμερα το βιβλίο. Και κατά δεύτερο λόγο, δεν θα χρειαζόταν να διαβάσει κανείς τα οκτώ δέκατα της υπόλοιπης πεζογραφικής παραγωγής του τελευταίου χρόνου, αφού το «Παράξενο καλοκαίρι» θα είχε καλύψει με τη θεματολογία του –όπως καταγράφεται στο οπισθόφυλλο –κάθε άλλη πεζογραφική επιλογή.

Η ανακολουθία

Οσο και αν φαίνεται ηθικής τάξεως προβληματισμός που θα είχε τη θέση του σημειώνοντας κανείς τις επιφυλάξεις του για ένα δοκιμιακό βιβλίο, δεν μπορεί να μην υπογραμμίσει την ανακολουθία ανάμεσα στο βαρύγδουπο της έκφρασης «ψάχνουν (οι ήρωες) τις αντιστάσεις τους σε έναν κόσμο όπου όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά» σε σχέση με τις συμπεριφορές τις υλοποιημένες από τα πρωταγωνιστικά πρόσωπα των διηγημάτων. Οπως για παράδειγμα η Ελένη στο «Μια Δευτέρα γεμάτη άνοιξη» ή η Γλυκερία στο «Δίχτυ της μνήμης» ή η χωρίς όνομα ηρωίδα της «Πισίνας» που η συμπεριφορά τους ακολουθεί μια λογική φορά –χωρίς αυτό να τις κάνει λιγότερο σημαντικές –με αποτέλεσμα «οι αντιστάσεις σε έναν κόσμο όπου όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά» να φαντάζει σαν ένα ρούχο που αν συμβεί να το φορέσουν θα αισθανθούν ότι γίνονται συναρπαστικές.

Αδυνατεί ωστόσο να αρνηθεί κανείς την ύπαρξη μιας ατμόσφαιρας σε όλα τα διηγήματα, που αν συνέπιπτε σε μεγαλύτερο βαθμό με τις κινήσεις των προσώπων που είναι εγκατεστημένα μέσα σε αυτά, το αποτέλεσμα θα ηχούσε πιο φυσιολογικό. Αφού τελικά ένας πεζογράφος δεν είναι τίποτε άλλο παρά ο τρόπος που διαθλάται μέσα του ο κόσμος ώστε οι ανθρώπινες σχέσεις και η συμπτωματική συνάντηση των ανθρώπων που επιλέγει ως ήρωές του, ή μια συνάντηση που δεν θα συντελεστεί ποτέ, κουμπώνουν ανάμεσά τους με έναν τρόπο που να αποφέρει ένα τελεσίδικο αισθηματικό αντίκρισμα.

Στέρεη συρμαγιά

Η αγωνία της Λίνας Φυτίλη να δημιουργήσει κάτι πρωτότυπο ή να μην της ξεφύγει μια πρωτοτυπία που την αισθάνεται να καραδοκεί πίσω από κάθε συμβατική όψη της ζωής την κάνει να μετατοπίζει διαρκώς το κέντρο βάρους στα διηγήματά της και ενώ η συρμαγιά των χαρακτήρων της είναι τόσο στέρεη, τελικά μένεις με μια έντονη αίσθηση απορίας ως προς το τι ακριβώς την ενδιαφέρει. Οπως αίφνης στην «Πισίνα» με τον ομοφυλόφιλο Στέφανο που τον ορέγεται η ηρωίδα –έναν άντρα τόσο γοητευτικό που θα μπορούσε να τον ερωτευτεί κάθε γυναίκα -, ενώ ο ίδιος ερωτευμένος με τον Αλέξη (την μόνη πληροφορία που έχουμε γι’ αυτόν είναι ότι φοράει ένα αποκαλυπτικό μαγιό) έχει ως αποτέλεσμα το διήγημα να μένει κυριολεκτικά στον αέρα. Εκτός και αν ως «τέλος» του διηγήματος μπορεί να θεωρηθεί ο πνιγμός του Στέφανου –χωρίς πάλι να διευκρινίζεται αν πρόκειται για αυτοκτονία ή για έγκλημα –με το έμμεσο επιμύθιο πως ό,τι αγαπάει κανείς μεταβάλλεται τελικά σε έναν θανάσιμο βρόχο –ο Στέφανος κυριολεκτικά λάτρευε το υγρό στοιχείο. Με μια άλλης τάξεως και ποιότητας μετατόπιση βάρους στο «Δίχτυ της μνήμης» καθώς φυσιολογικότερη θα φαινόταν η ομολογία όσον αφορά την ερωτική συγκίνηση που προκαλεί η ανάμνηση ενός στιβαρού Κρητικού στην ηρωίδα σε σχέση με το επίμονο σε όλο το διήγημα αντιφέγγισμα της ίδιας και μιας φίλης της στην τζαμαρία ενός τσιπουράδικου.

Θα ήταν αδικαιολόγητο να ζητά κανείς από έναν πεζογράφο την ύπαρξη ενός σύγχρονου προβληματισμού, φτάνει όμως να μην τον έχει υπαινιχθεί ο ίδιος. Διαφορετικά ακόμα και η μνεία για την αγωνία που αισθάνεται ένας ήρωας ότι ενδέχεται να απολυθεί θα απέτρεπε το διήγημα να πάρει τη μορφή ενός εσωτερικού μονολόγου ή ένας άντρας που σωριάζεται νεκρός στον γκισέ της εφορίας να μεταβάλλεται σε παρωνυχίδα στην εξέλιξη μιας καθ’ όλα ενδιαφέρουσας ιστορίας.

Λίνα Φυτίλη

Παράξενο καλοκαίρι

Εκδ. Εστία, 2016, Σελ. 136

Τιμή: 11 ευρώ