Είναι εντυπωσιακό ότι κανένας σοβαρός έλληνας ερευνητής δεν έχει ασχοληθεί ώς σήμερα με τους Ετρούσκους, τον σημαντικό αυτό πολιτισμό που κυριάρχησε σε μεγάλο μέρος της Ιταλικής Χερσονήσου από τον 8ο έως τον 4ο π.Χ. αιώνα για να παραδώσει σταδιακά τα ηνία στους Ρωμαίους. Αλλωστε ούτε με τους Ρωμαίους έχουν ασχοληθεί σύγχρονοι έλληνες ιστορικοί, όντας υπεραπασχολημένοι συνήθως με την εγκαθίδρυση της άποψης περί συνέχειας του ελληνικού πολιτισμού.

Και ιδού αίφνης μια παρέα ιστορικών και ανεξάρτητων ερευνητών που ως συνέπεια των ενδιαφερόντων τους και ύστερα από ατέλειωτες συνεδρίες κατασκευάζουν μια λίαν ενδιαφέρουσα θεωρία για την προέλευση των Ετρούσκων και την τυπώνουν σε ένα εξαιρετικά τεκμηριωμένο πόνημα. Απαρχή της ενασχόλησής τους συνιστά η εύρεση από την αρχαιολογική σκαπάνη στη Λήμνο στα 1884 μιας αρχαϊκής στήλης που αναπαριστά την προτομή ενός πολεμιστή και φέρει εγγραφές σε ετρουσκική γλώσσα (γλώσσα εντελώς ιδιαίτερη, που δεν μοιάζει να ανήκει στην ινδοευρωπαϊκή οικογένεια). Από εδώ και πέρα οι ερευνητές μας προσπαθούν να ξετυλίξουν το κουβάρι αναζητώντας την προέλευση του ετρουσκικού πολιτισμού, που σημειωτέον έχει πάρα πολλά κοινά στοιχεία με τις κοινωνίες της Μικράς Ασίας (ηπατοσκοπία, σιδηρουργία, ενδυματολογία, ταφικά έθιμα κ.ά.).

Μια συνολικότερη θεωρία

Η περιήγηση αυτή θα τους παραπέμψει αρχικά στους αρχαίους συγγραφείς από τον Ησίοδο ώς τον Θουκυδίδη και τον Διονύσιο τον Αλικαρνασσέα, που όλοι τους εγνώριζαν την ύπαρξη των Ετρούσκων ή Τυρρηνών ή Τυρσηνών (θυμηθείτε και το Τυρρηνικό Πέλαγος από τους σχολικούς μας χάρτες). Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει όμως το γεγονός ότι οι αρχαίοι Ελληνες ονόμαζαν τους Πελασγούς κατοίκους της Λήμνου Τυρσηνούς ενώ ο Ομηρος αναφέρεται στους «αγριόφωνες» Σίντιες της Λήμνου, έναν λαό δεμένο με τη λατρεία του Ηφαίστου και ειδικευόμενο στη μεταλλουργία.

Ομως η περιήγηση θα μας οδηγήσει πολύ μακρύτερα –γεωγραφικά και νοητικά. Ενώ πρόσφατες γενετικές έρευνες δείχνουν προς την πιθανότητα ο ετρουσκικός πολιτισμός να είναι γηγενής (δηλαδή να αναπτύχθηκε πολύ μετά το ρίζωμα των πρώτων κατοίκων του στη μετέπειτα Ετρουρία) και παρά το ότι η συνάφειά του με τον ελληνικό πολιτισμό τεκμηριώνεται μεταξύ άλλων με τη συγγενική στην ευβοϊκή γραφή των Ετρούσκων, σοβαρές ενδείξεις καλούν για μια συνολικότερη θεωρία που αγκαλιάζει και ποικίλα άλλα ζητήματα. Ερευνώντας τις γλωσσολογικές και άλλες πηγές οι ερευνητές διατυπώνουν λοιπόν μια τολμηρή υπόθεση εργασίας. Οτι ενδέχεται δηλαδή τόσο σε ό,τι αφορά τους γηγενείς Πελασγούς όσο και τους Σίντιες και τους Τυρρηνούς, αυτό που τους συνδέει να είναι η επαγγελματική –περισσότερο από την εθνολογική –τους υπόσταση. Να πρόκειται δηλαδή για κομπανίες μεταλλουργών, περιζήτητων τα χρόνια εκείνα που η μετατροπή της άμορφης μάζας ενός γεωλογικού στρώματος σε εργαλεία ή όπλα είχε μια θαυματουργό και μυθολογική διάσταση, οι οποίες μετακινούνταν ανά τη Μεσόγειο, συμπράττοντας με ναυτικούς λαούς για τη μεταφορά τους (Φοίνικες, Ελληνες κ.ά.) και οι οποίοι ενίοτε εγκαθίσταντο σε συγκεκριμένα μεταλλοφόρα εδάφη για ν’ αναμειχθούν με τους αυτόχθονες κατοίκους και σταδιακά να παραγάγουν ένα νέο πολιτισμό.

Στην κοιλάδα του Ινδού

Ομως η παρούσα έρευνα μας πηγαίνει ακόμη μακρύτερα: στην κοιλάδα του Ινδού ποταμού. Οι ερευνητές, συσχετίζοντας γλωσσολογικά, αρχαιολογικά και άλλα στοιχεία, εγκαθιδρύουν την υπόθεση εργασίας ότι νομαδικές εθνοεπαγγελματικές κάστες από το Δέλτα του ποταμού Ινδού, δραβιδικής προέλευσης, ενδέχεται να είναι αυτές που μετέφεραν στις ακτές της Μεσογείου την τεχνολογία της επεξεργασίας του σιδήρου, σε ένα μοντέλο αντίστοιχο αυτού των μετακινήσεων των Αθίγγανων χιλιετίες αργότερα. Η γεωγραφική διασπορά τοπωνυμίων με τη ρίζα σιδ- ή σινδ- σε περιοχές που εκτείνονται από την κοιλάδα του Αξιού ώς την Κύπρο και τις μικρασιατικές ακτές συνηγορούν προς την κατεύθυνση αυτή και καταδεικνύουν μια συναρπαστική πορεία δυτικόστροφης κίνησης του πολιτισμού όπως θα έλεγε και ο Κλοντ Λεβί-Στρος. Στην πορεία αυτή παράγονται πολλοί από τους αρχαιοελληνικούς μύθους και ειδικά οι σχετιζόμενοι με τη μαντεία καθώς ακόμη και τα δελφικά σύμβολα καταδεικνύουν μια στενή σχέση με ανατολικής προέλευσης θρησκευτικές δοξασίες. Ιδιαίτερο δε ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι σελίδες οι αφιερωμένες σε μια κοσμολογία που έχει την προέλευσή της στη σιδηρουργία, όπου οι αστερισμοί αλλά και τα μετεωρολογικά φαινόμενα αποδίδονται στις σπίθες από το αμόνι του σιδερά με τη μαγική χείρα του θεού Ηφαιστου να συμπαρίσταται σε πρακτικές ύψιστης αισθητικής απόλαυσης.

Επιστημονική αυστηρότητα

Υποθέσεις εργασίας προσεκτικά διατυπωμένες

Το βιβλίο διανοίγει πολλά άλλα ενδιαφέροντα πεδία που αδυνατώ να αναπτύξω εδώ. Αν και πρόκειται για έξι διαφορετικούς συγγραφείς που τα καταφέρνουν να προσφέρουν ενιαία μέθοδο εργασίας και αφηγηματική γλώσσα, διατηρείται η επιστημονική αυστηρότητα και διανοίγονται νέες ερευνητικές ατραποί. Ταυτόχρονα οι υποθέσεις εργασίας είναι προσεκτικά διατυπωμένες και επιτρέπουν την περαιτέρω δουλειά. Πρόκειται δηλαδή για νόμιμη επιστήμη και είναι ενδιαφέρον ότι παράγεται εκτός αυστηρού ακαδημαϊκού πλαισίου από ερευνητές όπως ο Βαγγέλης Πανταζής, του οποίου το έργο για την Ομηρική Γεωγραφία και όχι μόνο τυχαίνει να γνωρίζω καλά.

Ι.-Α. Βλάχος, Ν. Δεληγιαννάκης, Θ. Κατσαρός, Χ. Κουτελάκης, Β. Πανταζής, Γ. Πολιτάκης

Ετρούσκοι Σιντίες

Πελασγοί και Ελληνες

Εκδ. Καρδαμίτσα 2015, Σελ. 224

Τιμή: 12,70 ευρώ