Ηταν ελάχιστα λεπτά μετά την ομιλία του Φρανσουά Ολάντ στο ελληνικό Κοινοβούλιο κατά την επίσκεψη της προηγούμενης εβδομάδας. Ο Πρόεδρος της Βουλής Νίκος Βούτσης τού χάρισε το χρυσό μετάλλιο της Βουλής με ανάγλυφη την απεικόνιση του Περικλή. Για έναν γάλλο πολιτικό η ιστορική αυτή μορφή δεν μπορεί παρά να είναι οικεία. Οπως σημειώνει ο Βενσάν Αζουλέ, «η αναφορά στον «αιώνα του Περικλή»… υπήρχε έως πρόσφατα στα σχολικά προγράμματα της Α’ τάξης του Γυμνασίου στη Γαλλία, δηλώνοντας τη μελέτη όλης της ιστορίας της Αθηναϊκής Δημοκρατίας».

Ακόμη κι έτσι, δεν πρόκειται παρά για μία πολιτική –και βιβλιογραφική –επιλογή. Σε πείσμα της απλοϊκής βιογράφησης, δεν υπήρξε ποτέ ένα διαχρονικό ή αρχετυπικό πορτρέτο του αθηναίου στρατηγού. Ο καθηγητής Αρχαίας Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Paris-Est Marne-la-Vallee αναλαμβάνει να φωτίσει τις διαφορετικές εκδοχές του ίδιου μύθου από την αρχαιότητα ώς τις ημέρες μας με ενδιάμεσους σταθμούς τον Μεσαίωνα, την Αναγέννηση, τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ακόμη και τη ναζιστική Γερμανία. Σαν να ζουμάρει στις διαφορετικές φωτοσκιάσεις τής πιο γνωστής προτομής του, εκείνης από τη ρωμαϊκή εποχή με την περικεφαλαία.

Ας πάρουμε την εκδοχή του ελληνικού δώρου το οποίο ανύψωσε ο Φρανσουά Ολάντ μέσα στο ελληνικό Κοινοβούλιο. Είναι ο Περικλής της αθηναϊκής λάμψης, ο θεμελιωτής της δημοκρατίας, ο χορηγός που χρηματοδότησε τη διδασκαλία των αισχυλικών «Περσών», ο ηγέτης τον οποίο αγάπησε ο Θουκυδίδης, για να τον μεταμορφώσει τελικά σε σταρ της αρχαιότητας. Αλλά αυτή είναι μόνο μία στιγμή –η πιο «αδύνατη» μάλιστα –σε μια βιογραφική οδύσσεια που φτάνει ώς τον 21ο αιώνα. Από τους «Βίους παράλληλους» του Πλουτάρχου ώς τις αρχές του 15ου αιώνα, οπότε τον επαναφέρει στην επικαιρότητα ο ουμανιστής Λεονάρντο Μπρούνι, η ανάμνηση του αθηναίου ηγέτη ξεθωριάζει. Θα πρέπει να περιμένουμε το τέλος του 18ου αιώνα για να εντοπίσουμε ένα πραγματικά νέο ενδιαφέρον. Ο Αζουλέ παρατηρεί σχετικά: «Τυφλωμένοι από τα πρότυπα της Ρώμης και της Σπάρτης, οι άνθρωποι της Αναγέννησης και του Διαφωτισμού θεωρούσαν τον αθηναίο πολιτικό έναν ασυνείδητο δημαγωγό, επικεφαλής ενός εκφυλισμένου καθεστώτος». Και επειδή ο διάβολος της αποδόμησης κρύβεται στις λεπτομέρειες, ιδού μία από τις πολλές που φέρνει στην επιφάνεια ο συγγραφέας σχετικά με την αφάνεια του Περικλή: «Λάμπει διά της απουσίας του στη «Σχολή των Αθηνών» (γύρω στα 1509-1510), τον διάσημο πίνακα του Ραφαήλ όπου λογικά θα μπορούσε να έχει μια θέση εκείνος που είχε κάνει την πόλη ένα «ζωντανό μάθημα»». Την ίδια εχθρικότητα με τον Ραφαήλ θα δείξει ο Μακιαβέλι (για τον οποίο ο μοναδικός ιδρυτής της δημοκρατίας ήταν ο Σόλων), ο Μποντέν (1530 – 1596) και ο μέγας Μονταίν (που παρουσιάζει τον αθηναίο ηγέτη ως φλύαρο λαοπλάνο που εξαπατά τους συνομιλητές του διά της ρητορείας).

Ελίτ και λαός

Τα ερωτήματα για το ιστορικό πρόσωπο του Περικλή βρίσκουν την κορύφωσή τους στη διάρκεια των επαναστάσεων σε ΗΠΑ και Γαλλία. Ο αθηναίος πολιτικός κυβέρνησε σαν μονάρχης με τη συγκατάθεση των μαζών ή ήταν μια μαριονέτα στα χέρια του δήμου; «Μονάρχης και μάλιστα πολεμοκάπηλος» έρχεται η απάντηση από τον βουλευτή Μπαρνάβ στη Συντακτική Συνέλευση του 1790, καθώς αναφέρεται στην προετοιμασία της Αθήνας για τον Πελοποννησιακό Πόλεμο. «Εγγυητής της ελευθερίας της έκφρασης» ανταπαντάει ο Ντεμουλέν. Είναι το ερώτημα πάντως που απασχολεί ώς το τέλος τον ίδιο τον Αζουλέ. Πίσω από τη λέξη Περικλής ο ιστορικός διερευνά τη μεγάλη εικόνα: την ισορροπία ανάμεσα στην επιβίωση του γοήτρου των ελίτ και την ενίσχυση της λαϊκής κυριαρχίας. Με το θάρρος που του αναλογεί, ο συγγραφέας θα πάρει θέση, αλλά μόνο στις τελευταίες σειρές του βιβλίου: «Χωρίς τον Περικλή ήταν αδύνατο να αρνηθεί κανείς κάτι που ήταν πια ολοφάνερο: ό,τι κι αν ισχυρίζεται ο Θουκυδίδης, με όλο τον σεβασμό που του οφείλεται, η Αθήνα ήταν στο εξής, λόγω και έργω, μια δημοκρατία».

Αλλο είναι πάντως το συμπέρασμα που αφορά τον σύγχρονο αναγνώστη και δεν απέχει από τα αντίστοιχα για τις μυθολογίες μιας εποχής μεταμοντέρνας: «Ο μύθος του Περικλή είναι μια πρόσφατη (ανα)κατασκευή». Με τον ίδιο τρόπο που ανακατασκευάζει κανείς στην Ελλάδα τον μύθο του Αλεξάνδρου, του Ελευθερίου Βενιζέλου, του Κωνσταντίνου Καραμανλή –του Εμφυλίου Πολέμου, αν προτιμάτε. Και πάντως χωρίς να προϋποθέτει θετικό ή αρνητικό πρόσημο. To παράδειγμα του Αζουλέ, εκτός των άλλων, υποδηλώνει ότι ο αναθεωρητισμός ως ρεύμα σκέψης δεν είναι η εξαίρεση του κανόνα, αλλά το ζητούμενο σε μια επιστήμη που δεν τελεσιδικεί, αλλά αναζητάει: την ιστοριογραφία.

Μια παραχάραξη της Ιστορίας

Ο Χίτλερ, οι Ναζί και η «διεστραμμένη» σύγκριση

Στα απομνημονεύματά του ο αρχιτέκτονας του Χίτλερ Αλμπερτ Σπέερ υπενθυμίζει ότι ο Αδόλφος είχε κρατήσει για τον εαυτό του μια απρόσμενη σύγκριση. Ναι, ήταν ο Περικλής της νέας εποχής. Οπως ο Αθηναίος είχε χτίσει τον Παρθενώνα και τα Μακρά Τείχη, έτσι και ο θεμελιωτής του Γ’ Ράιχ είχε κατασκευάσει τις περίφημες Αουτομπαν της Γερμανίας. Η εξύμνηση του αρχαίου ηγέτη δεν θα μπορούσε να λείπει από την παραχάραξη της Ιστορίας που ετοίμασε μεθοδικά η ναζιστική μηχανή (ιδιαίτερα διαφωτιστικό εδώ είναι ένα άλλο βιβλίο που κυκλοφορεί επίσης από τις εκδόσεις Πόλις: «Ο εθνικοσοσιαλισμός και η αρχαιότητα» του Johann Chapoutot). Η μυθολογία της κλασικής αρχαιότητας είχε γερές ρίζες στη Γερμανία ήδη από τον 18ο αιώνα, οπότε ο Περικλής αποτελεί αναμφισβήτητο ιστορικό ίνδαλμα. Η κεντροευρωπαϊκή χώρα προτιμάει τη δόξα της Ελλάδας από το μεγαλείο της Ρώμης, ενώ το στοιχείο που συμβάλλει στη δημοτικότητα του αρχαίου ηγέτη είναι η πρόοδος της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Από μια διαστροφή της Ιστορίας η εξύμνηση του Περικλή ως ηγέτη του λαού (Fuehrer) θα ενταθεί μετά το τραύμα του Μεσοπολέμου και επί των απόλυτων εχθρών του κοινοβουλευτισμού.

Vincent Azoulay

Περικλής

Μτφ.: Δημήτρης Δημακόπουλος

Εκδ. Πόλις, 2015, σελ. 391

Τιμή: 14 ευρώ