Εχει γίνει πάγιο καθεστώς τα οπισθόφυλλα των βιβλίων πολύ λίγα πράγματα να λένε σε σχέση με το περιεχόμενό τους, αν δεν το συκοφαντούν κιόλας. Οπως συμβαίνει με μια αριστουργηματική (σημειώνεται από την αρχή και απερίφραστα) συλλογή τεσσάρων διηγημάτων με τον τίτλο «Μόνο το αρνί» που η συγγραφέας Βασιλική Πέτσα τον έχει εμπνευσθεί από το ποίημα του Διονυσίου Σολωμού «Ο θάνατος της ορφανής». Γιατί τι το συγκινητικό ή θελκτικό θα έβρισκε ο φανατικός ή σε απλή εγρήγορση αναγνώστης σε ένα οπισθόφυλλο που θα έγραφε, ανάμεσα σε άλλα εξίσου γενικόλογα και ηχηρά, ότι «τα τέσσερα διηγήματα της συλλογής επικεντρώνονται σε περιθωριακούς χαρακτήρες και ψηλαφούν διαχρονικά ρήξεις και συνέχειες, «αφουγκραζόμενα» τον απόηχό τους στην καθημερινή ζωή της ελληνικής περιφέρειας»;

Υπάρχουν άνθρωποι που θα έπλητταν αφάνταστα διαβάζοντας ότι θα επικοινωνούσαν με το ύφος και το ήθος της ελληνικής περιφέρειας –έστω και αν αντιστοιχούν σε δεκαετίες που απλώνονται από το 1940 έως τις απαρχές της Μεταπολίτευσης. Αντίθετα, το βιβλίο της Βασιλικής Πέτσα ενδιαφέρει και μάλιστα απολύτως οποιονδήποτε αναγνώστη του φτάνει και του περισσεύει η σπουδαία λογοτεχνία και ως παρωνυχίδα θεωρεί αν η συγγραφέας αναπλάθει τον κόσμο της θεσσαλικής επαρχίας σε χρόνο παρελθοντολογικό. Είναι σαν να συστήνεις τον «Συνταγματάρχη Λιάπκιν» του Μ. Καραγάτση λέγοντας ότι αντλεί την αξία του από το γεγονός ότι η δράση του τοποθετείται στη θεσσαλική γη –σίγουρα θα τον έχει διαβάσει η Βασιλική Πέτσα χωρίς ωστόσο να τον θυμίζει στο παραμικρό -, ενώ για τη δουλειά αυτή έχουμε τους πεζογράφους Ζήση Σκάρο και Ηλία Λεφούση –τα ονόματά τους δεν αναφέρονται καθόλου υποτιμητικά.

Θεσσαλική γη

Ενας τόπος από μόνος του δεν σημαίνει απολύτως τίποτε. Είτε πρόκειται για τα βουνά της Νεβάδας είτε για τους χωματόδρομους στην «Μπαλάντα του λυπημένου καφενείου» της Κάρσον ΜακΚάλες είτε για τη θεσσαλική γη. Βέβαια, όσο είναι η ανθρώπινη παρουσία που του δίνει υπόσταση άλλο τόσο ο τόπος μέσα από τις διαφορετικές λογοτεχνικές του προσεγγίσεις, μας βοηθάει να συνειδητοποιούμε και την εξέλιξη της ίδιας της γραφής. Δεν είναι τυχαίο επομένως ότι το διήγημα «Ανθρωποι και σκύλοι» της Βασιλικής Πέτσα, αν και αφορά έναν πολύ προγενέστερο χρόνο, γράφεται στον καιρό μας, που η γλώσσα ή έστω η γλώσσα της συγγραφέως έχει κατακτήσει μια εντέλεια όσον αφορά τη διείσδυση σε περιστατικά που αναπαριστάμενα στην εποχή τους θα ηχούσαν σχεδόν εξωτικά.

Ενώ τώρα οι παράλληλες ιστορίες ενός βοσκού με τρεις καθηγητές που συναντιούνται μεταξύ τους για μια μόνο στιγμή, μοιάζει να οριοθετεί την περιοχή μιας συγκλονιστικής συνάντησης, αναδεικνύοντας τον τόπο –τη θεσσαλική γη –ως υπαρξιακή συνθήκη. Καθώς το χρονικό διάστημα της στέρησης αυτής της γης, όσο καιρό θα χρειαστεί ο βοσκός να υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία, θα δημιουργήσει μέσα του ένα τόσο μεγάλο κενό που θα τον στείλει στον τάφο –μαζί και τον σκύλο του -, ενώ για τους καθηγητές η παραμονή τους στα ίδια αυτά χώματα, αν παρατεινόταν επ’ άπειρον, θα ισοδυναμούσε με καταδίκη τους.

Είναι ελάχιστοι οι συγγραφείς –αν υπάρχουν και αυτοί –που με τόσο αδρή γραφή εντελώς ιδιαίτερης κοπής αναδεικνύουν τη λύτρωση με την απελπισία ως τις δύο όψεις ενός και του αυτού νομίσματος, με αναφορά πάντα στην ίδια γεωγραφική περιοχή. Είναι επιπλέον τόση η δύναμη του αισθήματος όπως εκφράζεται στις σχέσεις των ανθρώπων με τα πράγματα, αλλά και ανάμεσά τους, που κάνει απολύτως κατανοητές τις άγνωστες λέξεις μιας ντοπιολαλιάς –είναι ζήτημα αν θα υπάρχουν άνθρωποι μετρημένοι στα δάχτυλα των δύο χεριών για να την «ερμηνεύσουν» με τον ίδιο τρόπο που μια συμφωνία εισχωρεί στη μουσική, χωρίς να χρειάζεται να την καταλάβεις προκειμένου να την απολαύσεις. Ή όπως συμβαίνει με τον Παπαδιαμάντη που αν οι άγνωστές του λέξεις αντικατασταθούν μέσα σε μια άλλη εκφραστική διατύπωση με λέξεις γνωστές καταρρέει ολόκληρο το οικοδόμημα –μαζί και η μαγεία του.

Βασιλική Πέτσα

Μόνο

το αρνί

Εκδ. Πόλις, 2015

Σελ. 144

Τιμή: 12 ευρώ