Δεν θα ήταν άστοχο να χαρακτηρίσει κανείς τη νουβέλα του Αντώνη Νικολή «Ο Δανιήλ πάει στη θάλασσα» άκρως «επικίνδυνη». Με την έννοια ότι θα μπορούσε, λόγω θέματος, να ξεγλιστρήσει σε μια αφήγηση απολύτως προκλητική. Ενώ τώρα το μέτρο και η ισορροπία, πρωτίστως η λέξη «οικονομία», όσον αφορά τη χρήση επίμαχων λέξεων, όπως λόγου χάρη «πουτσοκούλουρα», «καυλωτικό», «αρχίδια» ή «σπερματοθήκη», αναδεικνύουν την παραβατικότητα που κυριαρχεί, από την αρχή σχεδόν της νουβέλας έως το τέλος της, σε νόμο της ζωής. Δεν είναι άσχετη, σε σχέση με το μέτρο και την ισορροπία που σημειώσαμε, η ικανότητα της ελληνικής γλώσσας να διαιωνίζεται ακόμη και μέσα από ιδιόλεκτες εκφορές της, όπως παρατηρούμε να χρησιμοποιούνται ευρύτατα σε σύγχρονα λογοτεχνικά κείμενα (για παράδειγμα στον Σωτήρη Δημητρίου).

«Πηαίνετε στο πλυσταριό να πλυθείτε. Μετά να βάλετε και τα καλά σας. Χατέστε και ημεσημέριασε. Σε λίγο θα βγούνε και ‘πο το φούρνο τα κουλούρια σας» λέει σε κάποια στιγμή μια από τις ηρωίδες, η Διασουνιώ, και όσο κι αν η νεοελληνική πραγματικότητα έχει κάνει τη φράση να ακούγεται σχεδόν ακατάληπτα γραφική, στη σύνθεση της νουβέλας η φράση αυτή διατηρεί υφολογικά και ηθολογικά μια αξεπέραστη σημασία και γοητεία. Δεν αποκλείεται να επιτυγχάνεται μια ανάλογη μεταποίηση καθώς η παραβατικότητα που εξαίρεται συνήθως μόνο στον ερωτικό της προσανατολισμό, στον Αντώνη Νικολή γίνεται στοιχείο σχεδόν μυητικό προκειμένου να κοινωνήσει κανείς των αχράντων μυστηρίων της ζωής.

Αν τον χώρο του χαμάμ που πρωταγωνιστεί στην ομώνυμη νουβέλα θα τον συνδύαζες εύλογα με την παραβατικότητα, και μάλιστα σε μια ακραία της εκδοχή, γιατί δεν θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς το ίδιο και για την παραβατικότητα που συνιστά το γεγονός ο έφηβος αφηγητής να αναλαμβάνει να καθαρίσει –κρυφά από τους γονείς του –την «κόπρο του Αυγείου» στο παράσπιτο του σαλεμένου στα μυαλά Θρασύβουλου; Δεν μπορεί να συμπεράνει κανείς –η ίδια η νουβέλα δεν το υποβάλλει καν –κατά πόσο υπήρξε συνειδητή πρόθεση του Νικολή, η παραβατικότητα να μπορεί να εννοηθεί μόνο σαν προσφορά (είτε πρόκειται για συνεύρεση με ομοφύλους μέσα στο χαμάμ είτε για τη σχέση με ένα απορριγμένο από όλους άτομο).

Διαφορετικά θα ήταν αδύνατο να γραφτεί μια τόσο βαθιά ανθρώπινη παράγραφος σε σχέση με όσα συμβαίνουν μέσα στο χαμάμ: «Ανάλογα πράγματα, όταν τα φαντασιώνεσαι, πρώτον σου φαίνονται ανέφικτα, δεύτερον πως ακόμα κι αν πραγματοποιούνταν θα σου προκαλούσαν εκείνο το είδος της ντροπής που νιώθουν τα δεκάχρονα, ας πούμε, όταν πρόκειται να γδυθούν μπροστά σε κόσμο. Στην πράξη παρ’ όλ’ αυτά εκπλήσσεσαι πόσο υποχωρεί η ένταση από το φαντασιοκόπημα ώς το βίωμα, πόσο σαν απλά πράγματα τα ζεις, περίπου σαν καθημερινές φυσιολογικές λειτουργίες. Σου ‘ρχεται να φωνάξεις τον κόσμο να το δει πόσο απλή, κανονική εμπειρία μπορεί να είναι και η πιο περίτεχνη ή ευφάνταστη αισθησιακή απόλαυση».

Βαθιά αποκάλυψη

Αν η λογοτεχνία έχει τη δύναμη την κάθε είδους «συνεύρεση» (ακόμη και του δολοφονημένου με το δολοφόνο του) να τη μεταβάλει σε μια πραγματική, βαθιά αποκάλυψη, είναι γιατί ακόμη και τον πιο άκρατο φιληδονισμό μπορεί να τον αναγάγει σε ατόφια ποίηση. Αν το «Ο Δανιήλ πάει στη θάλασσα» διατηρεί μια βαθιά συγγένεια με τρία αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, τον «Τόνιο Γκρέγκερ» του Τόμας Μαν, τη «Στενή Πύλη» του Αντρέ Ζιντ και «Τα ψάθινα καπέλα» της Μαργαρίτας Λυμπεράκη, αυτό οφείλεται κυρίως στα υλικά με τα οποία χτίζεται η «επιστροφή» στον γενέθλιο τόπο της εφηβικής ηλικίας. Επιστροφή όπου η μνήμη αναδεικνύεται ο πιο απατηλός δρόμος για να σε φέρει στα περασμένα, ενώ το ίδιο το αίσθημα, αν και πιο ασφαλές, μάλλον ανήμπορο θα το χαρακτήριζε κανείς για μια σχετική επιστροφή, αφού έχει αλλάξει ο άνθρωπος που το δοκίμαζε σε σχέση με τα πράγματα που του το ενέπνεαν.

Τι γίνεται λοιπόν; Σχεδόν σοφά στη σύνθεση της νουβέλας του (με εκατό σελίδες περισσότερες θα τη χαρακτήριζες άνετα «Μυθιστόρημα της εφηβείας», ενώ τώρα «Νουβέλα της εφηβείας»; δε λέει), ο Νικολής αφήνεται κυρίως στις μυρουδιές ή στις εικόνες (ως ισοδύναμό του στη χρονογραφία θα αναφέραμε τον Σταμάτη Φασουλή): ανθόνερο, κόλιανδρο, κύμινο, θυμαρίσιο μέλι, ή μια κίτρινη νάιλον σακούλα, ένα πατημένο προφυλακτικό, ένα παπούτσι με αναδιπλωμένη συρρικνωμένη σόλα. Και είναι ακριβώς οι μυρουδιές και οι εικόνες που γεφυρώνουν τη μικρή χρονική απόσταση ανάμεσα στο παιδί και στον έφηβο, ώστε οι αναμνήσεις από την εποχή της αθωότητας να προκαλούν την ίδια ακριβώς υπερδιέγερση και ανατριχίλα με τη γεύση της αμαρτίας που σφραγίζει την εποχή της ενηλικίωσης. Μια ενηλικίωση απαράλλακτη όπως θα εισχωρούσες στα άδυτα ενός ναού (στη συγκεκριμένη περίπτωση πρόκειται για ένα χαμάμ), προορισμένου να σου αποκαλύψει τα μυστήρια της ζωής, έστω και αν η αναπόληση του ναού σε μεταγενέστερα χρόνια θα έχει κάνει τα μυστήρια της ζωής ακόμη πιο βαθιά και ανεξιχνίαστα.

Η τοπική κοινωνία

Αν και χωρίς να κατονομάζεται ρητά, απορείς πώς είναι δυνατόν μια τοπική κοινωνία, όπως αυτή της νήσου Κω, στα τέλη της δεκαετίας του ’70, να έχει εκθρέψει έναν εσμό ανθρώπων όπως ο Δανήλος, η Μαριγώ, ο Βαγγέλης ο λουτράρης, ο μόνιμος υπαξιωματικός του Πεζικού Σωτήρης, η Δόμνα, η Ευγενία, ο Αχμετ και ο Μουσταφάς. Να μετέρχονται μάλιστα μυστικά έναν τρόπο που ακόμη και η πιο αράγιστη μασονία θα τον ζήλευε ή η πιο χειραφετημένη και ουμανιστική κουλτούρα θα τον κατήγγελλε ως ύποπτο και διεφθαρμένο. Χωρίς επιπλέον τους ανθρώπους αυτούς να τους δένει ένας λόγος ή ένας όρκος μεταξύ τους. Αντίθετα, κάτω από τη μύτη ή με τη γνώση όλων αυτών από τους «κανονικούς» τους συμπολίτες, που είναι σαν να έχουν υπογράψει και αυτοί ένα σύμφωνο σιωπής, αφού αν έδειχναν να γνωρίζουν θα έπρεπε έστω να διαμαρτυρηθούν.

Η αφηγηματική ικανότητα του Αντώνη Νικολή, με το να επιλέξει ένα θέμα που ακόμα και η Νέα Υόρκη, το Λονδίνο ή το Παρίσι θα ήταν δύσκολο να το «σηκώσουν», από χωροταξική τουλάχιστον πλευρά, είχε ως αποτέλεσμα ένα μάλλον δύσκολο κατόρθωμα: να φέρει την υπόθεση μέσα στις ασφυκτικές διαστάσεις ενός ελληνικού νησιού και ό,τι θα συνιστούσε σκάνδαλο για πολυπληθέστερες και απείρως πιο γνωστές, σε σχέση με την Κω, περιοχές του πλανήτη, να το προικίσει με το θάμβος μιας αποκάλυψης. Μια αποκάλυψη που κορυφώνεται με την ομοιότητα ανάμεσα στην τελετουργικότητα των κινήσεων μέσα στο χαμάμ και στην τελετουργικότητα των κινήσεων στον στολισμό μιας νεκρής.

INFO

Αντώνης Νικολής

Ο Δανιήλ πάει στη θάλασσα

Εκδ. Το Ροδακιό, 2015, Σελ. 136

Τιμή: 13 ευρώ