Οσο συναρπαστικό κι αν είναι το μυθιστόρημα του Βασίλη Τσιαμπούση «Γαλάζια αγελάδα», δεν μπορεί να αποκριθεί κανείς, έχοντας αποσώσει το διάβασμά του, αν η Ιστορία με ελάχιστες μετακινήσεις μπορεί να αποτελέσει η ίδια ένα ολοκληρωμένο μυθιστόρημα. Ή για να υπάρξει αυτό χρειάζεται μια εκ βάθρων μεταποίηση των ιστορικών γεγονότων ώστε στην αυτοτέλειά τους να αποτελέσουν μια σύνθεση που θα γοητεύει και θα προβληματίζει, ακόμη κι αν δεν ξέρει κανείς κατά πού πέφτει το όρος Παγγαίο ή αν η «Αλήθεια» υπήρξε μια εφημερίδα που εκδιδόταν στη Δράμα. Παρά την ένσταση που φαίνεται να περικλείει η παρατήρηση αυτή –δεν θα διατυπωνόταν ούτε καν υπαινικτικά σε περίπτωση που η «Γαλάζια αγελάδα» χαρακτηριζόταν, αντί για μυθιστόρημα, ως μαρτυρία ή χρονικό -, το βιβλίο διαβάζεται απνευστί.

Δεν μπορεί όμως να μη σκεφτεί κανείς τι συμβαίνει με το μυθιστόρημα «Νίκη» του Χρήστου Χωμενίδη, με ομολογημένη ως ηρωίδα του ένα πραγματικό πρόσωπο, τη μητέρα του, που είχε μάλιστα το ίδιο όνομα με τον τίτλο του βιβλίου, να το διαβάζεις ως μια σύνθεση καθαρά μυθιστορηματική, με τα γεγονότα να σε προκαλούν να τα γνωρίσεις ακόμη κι αν σου είναι παντελώς άσχετο το αντίκρισμά τους μέσα στην Ιστορία. Ενώ στη «Γαλάζια αγελάδα» να νιώθεις ασφαλής –αν και εξίσου γοητευμένος –μόνον όταν συνδεθείς με τα πραγματικά περιστατικά. Μια και μιλάμε για δύο μυθιστορήματα που κινούνται στην ίδια πάνω-κάτω χρονική περίοδο.

Ακόμη κι αν εκπλήσσει το γεγονός –όσον αφορά τον χαρακτηρισμό του βιβλίου ως μυθιστορήματος –ότι το ήμισυ περίπου της «Γαλάζιας αγελάδας» στηρίζεται στις αυτοβιογραφικές αφηγήσεις ενός υπαρκτού προσώπου, ενώ το υπόλοιπο συντίθεται αποκλειστικά χάρη σε μαρτυρίες επίσης υπαρκτών προσώπων, καταγραμμένες στην πλειοψηφία τους σε κασετόφωνο, πρόκειται για κάτι που κατά τη διάρκεια του διαβάσματος το ξεχνάς. Με αποτέλεσμα να προβάλλει ως μειονέκτημα η βασική –καθώς φαίνεται –αρετή του, για τον συγγραφέα, μια πλησμονή πληροφοριών σε σχέση με τα πρόσωπα και τους χώρους, τα περιστατικά και τους χρόνους, ώστε παράδρομοι και κεντρικές αρτηρίες της Ιστορίας, αντί να διαχωρίζονται, να γίνονται το ίδιο καταλυτικές για την ανέλιξη της υπόθεσης –αν υπάρχει υπόθεση.

Βεβαίως για τη σύνθεση του μυθιστορήματος ο συνδυασμός του κινήματος του Βενιζέλου που επέκειτο τον Μάιο του 1935, όπως γράφει στο ημερολόγιό του στις 14 Φεβρουαρίου του ίδιου χρόνου ο σερραίος φαρμακοποιός Αθανάσιος Φουρουτζής, με την ταινία «Βασίλισσα Χριστίνα» με την Γκρέτα Γκάρμπο, που την παρακολουθεί το ίδιο βράδυ στον κινηματογράφο Κρόνιον, είναι πραγματικά ιδιοφυής. Δεν μπορεί όμως να το πει κανείς για ένα άλλο συγκλονιστικό περιστατικό καθώς, μαζί με την Ιστορία που το δημιουργεί, θα μπορούσε να το διεκδικήσει και το μυθιστόρημα, αλλά παραμένει μετέωρο με το να καταχωρίζεται στην αφήγηση ενός μάρτυρα, του Αντώνη Μπαφ (που έγινε στην Ηλιοκώμη τον Μάρτιο του 1995). Μιλάμε για τον Στέφανο, τον αντάρτη από το χωριό Φωτολίβος που έκλεψε τις αγελάδες μιας χήρας (μεμπτής διαγωγής γιατί «ξάπλωνε» με τους Βούλγαρους δίνοντάς τους πληροφορίες) και όταν τις ανέβασε στο «βουνό» οι καπεταναίοι τον περάσανε από ανταρτοδικείο.

Τραγικότητα

Είναι πράγματι αξιοπερίεργο πώς κάτι που είναι χειροπιαστό και πραγματικό, για να συγκινήσει βαθιά χρειάζεται, όταν το διαβάζεις ή όταν το αναπολείς, να αναρωτιέσαι ώς ποιο βαθμό μπορεί να έχει επινοηθεί. Οσο τραγικό κι αν είναι ένα γεγονός που καταγράφεται, για να διατηρήσει ακέραιη την τραγικότητά του στο μέλλον, οφείλεις να αρνηθείς πολλές πτυχές της στιγμής κατά την οποία συντελούνταν, σαν τα ίδια τα πράγματα να επιθυμούν να αποκαθαίρονται ακριβώς όταν ο πόνος έχει γίνει αβάσταχτος. Γι’ αυτό ακριβώς θα διαφωνούσε κανείς μ’ ένα καθαυτό πολύ καίριο απόσπασμα του οπισθοφύλλου της «Γαλάζιας αγελάδας» που λέει: «Ο συγγραφέας χρησιμοποιώντας την Ιστορία ως καμβά (Νοεμβριανά του 1916, Κίνημα του 1935, Κατοχή, Εμφύλιος, Μεταπολεμικά Χρόνια, Μεταπολίτευση) μιλά για τη συναισθηματική περιπέτεια των ηρώων του που είχαν το ακριβοπληρωμένο προνόμιο να συμμετάσχουν –είτε ως πρωταγωνιστές είτε ως κομπάρσοι –σε δραματικά γεγονότα και να υποστούν τις οδυνηρές συνέπειες της εμπλοκής τους σε αυτά».

Συμπλοκή

Ο «καπετάνιος», η δασκάλα και ο Καραμανλής

Σαφέστατα η συμπλοκή με την Ιστορία και οι συνακόλουθες συναισθηματικές περιπέτειες των ανθρώπων έχουν το βάρος τους και τη σημασία τους, αλλά μόνον όταν πρόκειται για τους «κομπάρσους» –εφόσον μιλάμε για μυθιστόρημα. Ενα πρόχειρο παράδειγμα: πώς μπορεί να συγκριθεί σε δύναμη, ως προϋπόθεση μιας αφήγησης, η εκτέλεση –σύμφωνα με ρεπορτάζ της «Αλήθειας» της Δράμας στις 27 Φεβρουαρίου του 1948 –του «καπετάνιου» του ΕΛΑΣ Βασιλείου Ελευθεριάδου μαζί με τον Περικλή Λαμπίδη, τον Ιωάννη Παπαχάρη και τη δασκάλα Αργυρώ Καραχρυσάνθη, με τη συνάντηση του «υπαρκτού» προσώπου που οι αυτοβιογραφικές του αφηγήσεις συγκροτούν τη «Γαλάζια αγελάδα», στο Παρίσι, στα χρόνια της χούντας, με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή και τον πρώτο επίσκοπο της νεοσύστατης τότε Μητρόπολης της Γαλλίας Μελέτιο; Ο χρόνος που μεσολάβησε από το 1948 μετέβαλλε –αδικαιολόγητα θέλετε; Αδικαιολόγητα –σε κομπάρσους τους αντάρτες που εκτελέστηκαν, τους έδωσε όμως ως μυθιστορηματική ύλη αναμφισβήτητα πλουσιότερο κομμάτι από εκείνο που παραχώρησε σε όσους εξακολουθούν να παραμένουν επώνυμοι.

Αφήγηση και μαρτυρία γίνονται ένα

Το μυθιστόρημα γενικότερα – κάθε μυθιστόρημα – φαίνεται να αποκαθιστά τις αδικίες της Ιστορίας με το να αναδεικνύει ως ευνοημένους τους κομπάρσους της, ενώ η ίδια η Ιστορία φαίνεται να μην μπορεί να διατηρήσει τους πρωταγωνιστές της παρά ως απλά ονόματα (υποδειγματικό θα μπορούσε να θεωρηθεί από την άποψη αυτή το «Δυο φορές Ελληνας» του Μένη Κουμανταρέα όπου ενώ δεν αναρωτιέσαι για τον Ευγένιο Ζαφειρίδη, αισθάνεσαι πως κάποια στιγμή θα πρέπει να ψάξεις για να μάθεις ποιος υπήρξε ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, για παράδειγμα). Παρά τον χωρισμό της «Γαλάζιας αγελάδας» σε δυο «κομμάτια», οι διασυνδέσεις ανάμεσά τους παραμένουν συχνά τόσο ουσιαστικές ώστε τελικά αφήγηση και πρωτοπρόσωπη μαρτυρία να γίνονται ένα. Ετσι ώστε τον μπαρμπα-Θόδωρο, τον καπετάνιο των Εθνικών Αντάρτικων Ομάδων που λέει για τους ελασίτες «το Παγγαίο, δόξα τω Θεώ, μας χωράει όλους. Συνεργασία ναι, προσχώρηση όχι», αν και πρόσωπο υπαρκτό, η αντίφαση ανάμεσα στην «ιδεολογία» που εκφράζει και την προσωπική ακεραιότητα να τον περιβάλλει με την αχλύ του μύθου.

Βασίλης Τσιαμπούσης

Γαλάζια Αγελάδα

Εκδ. Μεταίχμιο, 2014, Σελ. 304

Τιμή: 14,50 ευρώ