Κάθε επιλογή ή ανάδειξη εκλεκτών ονομάτων, όταν υποχρεώνεται να είναι λακωνική και προφορική, δεν είναι ποτέ οριστική. Έτσι και τα ονόματα των μεταπολεμικών συγγραφέων που έχουν τις προϋποθέσεις να μείνουν κλασικοί και που έριξε στο τραπέζι ο Αλέξανδρος Αργυρίου, σηκώνουν πολλή συζήτηση. Γι΄ αυτό και ο εκλεκτός ιστορικός και κριτικός της λογοτεχνίας απαντά σήμερα στο σχόλιο της Λοξής Ματιάς της 29/12/07 και διευκρινίζει: Ευχαριστώ για την καλοσύνη σας να ασχοληθείτε σε τόση έκταση με τους 7ο και 8ο τόμο της Ιστορίας μου, αλλά με όσα μου αποδίδετε στην κατάληξή σας με κάνατε να χάσω τον ύπνο μου, διότι φαίνεται να αντιφάσκω προς εαυτόν. Για να μη μακρηγορώ και για να περιοριστώ δειγματοληπτικά στους ποιητές της δεύτερης χρονικά μεταπολεμικής γενιάς, σύμφωνα με την περιοδολόγησή μου, καλή κακή, αρκεί νομίζω να πω ότι ο 7ος τόμος αρχίζει με επιλεγμένα αποσπάσματα 12 ποιητριών και ο 8ος με αποσπάσματα 26 ποιητών. Είναι ήδη μια επιλογή από ένα ευρύτερο σύνολο, η οποία αποτελεί έναν «εκ των ων ουκ άνευ» ό ρο. Αλλά και αυτόν προσωρινό, αφού ο οριστικός θα προκύψει συγκριτικά με την τελική επεξεργασία· ποτέ χωρίς υποστήριξη της εκτίμησης και πάντα με αίσθηση του σχετικού.

Νομίζω ότι επί 60 χρόνια στο κουρμπέτι δεν υπήρξα μίζερος. Ο ντιλεταντισμός μου- δεν ζει ο Γ.Π. Σαββίδης για να με διορθώσει – με κράτησε από τη μιζέρια- καημένε Άρη Β.- να είμαι απόλυτος, ούτε στην ονομαστική.

Οι ξένοι γράφουν cosinus yperbolika και εμείς μεταφράζομε: υπερβολικό συνημίτονο, που φαίνεται να μη μας λέει τίποτα. Δεν είναι όμως έτσι για τους μυημένους, στους οποίους απέβλεπε και ο Καβάφης, που αυτός- τι λόγος – για τα καλά «επιβιώνει». Αυτά έχει η ζωή, καλή ώρα της Ζωής εκείνης που επίσης επιβιώνει, επειδή «από τότε χρονολογείται ο θάνατος του Μπάυρον στο Μεσολόγγι» (Ιάσων Δεπούντης).

Καλή χρονιά. Δεν κοστίζει.

Με την αγάπη και την εκτίμησή μου.