Μπορείς να γελάς με τον θάνατο; Οχι. Μπορείς όμως να τον αναστοχάζεσαι, μπορείς να τον ξορκίζεις, μπορείς και να του δώσεις νόημα, όπως έκανε πέρυσι ο Τυνήσιος που αυτοπυρπολήθηκε και έγινε το σύμβολο της αναγκαιότητας να ανατραπούν τα ανελεύθερα αραβικά καθεστώτα• όπως κάνουν τελευταία οι μοναχοί του Θιβέτ• όπως έκανε ο Δημήτρης Χριστούλας, υπογραμμίζοντας με την αυτοκτονία του την απόγνωση της ελληνικής κοινωνίας μπροστά στη διαχείριση της κρίσης. Μπορείς επίσης να εμποδίσεις τον θάνατο να γίνει έμμονη ιδέα που μας αδρανοποιεί. Και, ναι, κάποιες φορές μπορείς να νικήσεις τον φόβο του και να προσφέρεις παρηγοριά, δραστηριοποιώντας τον μηχανισμό του γέλιου. Αυτό κάνει σε τούτη την ερεβώδη εποχή, σε τούτες τις ημέρες των παθών, ο Νίκος Πλατής με το καινούργιο θεματικό λεξικό του που… παίζει με το ταμπού του θανάτου.

Το βιβλίο έχει τον φιλοσοφικό τίτλο «Presto o tardi» (εκδ. Νεφέλη), ο οποίος παραπέμπει στο αναπότρεπτο τέλος που έρχεται «αργά ή γρήγορα». Και στο εξώφυλλο ένα σκίτσο δίνει τον τόνο, με έξι χιονανθρώπους οι οποίοι κηδεύουν τον φίλο τους που… έχει λιώσει, μεταφέροντάς τον όχι σε φέρετρο αλλά σε κουβά! Από εκεί και πέρα αρχίζει μια πρωτότυπη περιπέτεια για τον αναγνώστη, ο οποίος από περιέργεια στην αρχή διαβάζει το ένα αναπάντεχο λήμμα μετά το άλλο, βλέποντας στο ενδιάμεσο τρελές εικόνες, και όσο προχωρεί δεν μπορεί να αφήσει το βιβλίο από τα χέρια του. Το έχει εφαρμόσει πολλές φορές αυτό το κλειδί ο 60χρονος σήμερα συγγραφέας. Πειραιώτης με σπουδές αρχιτεκτονικής στο ενεργητικό του, με επιτυχημένη καριέρα στη διαφήμιση και έμφυτη αίσθηση του χιούμορ, έγινε «χιτ» κυκλοφορώντας το 1982 τον απόλυτο οδηγό του αντεργκράουντ – το εξαντλημένο σήμερα «Κάμα Τσούχτρα». Και το 1999 εισήγαγε τα θεματικά λεξικά ως λογοτεχνικό είδος που αποτυπώνει και ταυτόχρονα σχολιάζει την κουλτούρα και τη νοοτροπία μας. Πρώτο το παρεμβατικό «Μαύρο λεξικό», έπειτα το «Αθωνικό», το «Μπαχαρικό λεξικό» που έγινε μπεστ σέλερ, το ξεκαρδιστικό και… επιμορφωτικό «Ουαλικό λεξικό του σεξ» και το «Γατικό λεξικό».

Σήμερα, πατώντας όπως πάντα σε μια λεπτομερή και τεκμηριωμένη εγκυκλοπαιδική πληροφόρηση, ο Πλατής συνθέτει ένα κοινωνιολογικό σχόλιο στον θάνατο, όπως τον αντιλαμβανόμαστε και τον διαχειριζόμαστε στη σύγχρονη πραγματικότητα. Το υλικό του είναι εικόνες και λήμματα λαογραφικά, θρησκειολογικά (χριστιανικά και μη), εσχατολογικά, ιστορικά, λογοτεχνικά, κινηματογραφικά κ.ά. ελληνικού και οικουμενικού ενδιαφέροντος, χιουμοριστικά, σαρκαστικά ή μελό, που εναλλάσσονται μεταξύ τους για να φωτίσουν εντέλει από την ανάποδη τον τρόπο με τον οποίο ζούμε. Ολο το βιβλίο προχωρεί με τη μέθοδο του κρύο – ζέστη, από το πρώτο λήμμα για το «Αθάνατο νερό», που δεν παρουσιάζεται ως πολύ δελεαστική λύση όταν όλοι οι αγαπημένοι μας έχουν γίνει στάχτη, έως το τελευταίο «Ως όναρ» για τον άνθρωπο που διαλύεται σαν λουλούδι και σαν όνειρο, σύμφωνα με τον Ιωάννη Δαμασκηνό. Ανοίγει με τη φωτογραφία της τουριστικής αγγελίας στον Αχέροντα για κρουαζιέρα στον Αδη «με 5 μόνο ευρώ», αλλά στέκεται και σε εκείνη του Κέσελ με τους ξύλινους σταυρούς για τους αντάρτες-θύματα από τα αντίποινα των Γερμανών. Ανάμεσά τους ξεδιπλώνονται μίνι ιστορίες για τους «βρικόλακες» ή για το «χαρμάνκιοϊ», το ινδικό νεκροταφείο της Θεσσαλονίκης, για το «υγρό ταρίχευσης», για τη «γέφυρα Κωλαινκούρ» που διασχίζει το νεκροταφείο της Μονμάρτρης ή για την έκφραση «ορφανός γονιός» που προσπαθεί να χωρέσει την απόλυτη οδύνη εκείνων που έχασαν τα παιδιά τους, «αφού δεν υπάρχει λέξη σε καμία γλώσσα» για την περίπτωσή τους…