Η κατάληψη του κυριότερου φράγματος καθώς και του εργοστασίου νερού στην περιοχή της Αφρίν από την Τουρκία, έχει σαν αποτέλεσμα τη διακοπή παροχής νερού στην πόλη εδώ και μια βδομάδα όπως ανακοίνωσαν την Τετάρτη τα Ηνωμένα Έθνη.

Η Άγκυρα εξαπέλυσε πριν από σχεδόν δύο μήνες επίθεση εναντίον την πόλης με σκοπό την εκδίωξη των δυνάμεων των Κούρδων της Συρίας που ελέγχουν αυτή την περιοχή στη βόρεια Συρία, στα σύνορα με την Τουρκία.

Το Γραφείο του ΟΗΕ για τις ανθρωπιστικές υποθέσεις (OCHA) ανέφερε πως οι εχθροπραξίες ανάγκασαν χιλιάδες ανθρώπους να εγκαταλείψουν τις εστίες τους στο καντόνι Αφρίν και να κατευθυνθούν προς περιοχές που ελέγχονται από την κυβέρνηση.

Όταν το φράγμα βορειοανατολικά της Αφρίν άλλαξε χέρια, «ντόπιοι εργάτες δεν μπορούσαν να έχουν πρόσβαση στους ελέγχους του φράγματος για την άντληση νερού. Η παροχή νερού διακόπηκε», ανέφερε η OCHA. Κάτοικοι χρησιμοποιούν νερό από πηγάδια διατρέχοντας τον κίνδυνο μεταδοτικών ασθενειών.

Η πολιτοφυλακή των Κούρδων της Συρίας YPG δήλωσε πως ο τουρκικός στρατός πήρε τον έλεγχο του φράγματος στη λίμνη Μεϊντάκι και ενός αντλιοστασίου την περασμένη εβδομάδα.

«Η παροχή νερού έχει διακοπεί πλήρως λόγω του ελέγχου του τουρκικού στρατού σε αυτό», δήλωσε ο Μπιρούσκ Χασάκα, εκπρόσωπος των YPG στην Αφρίν. «Οι άμαχοι εξαρτώνται από πηγάδια για να πάρουν νερό και δεν είναι αρκετά και ούτε το νερό είναι καλό για πόση δυστυχώς».

Θα πεθάνουμε από τη δίψα ή θα αρρωστήσουμε

«Μας έκοψαν το νερό (…) θα πεθάνουμε από τη δίψα ή θα αρρωστήσουμε»: η Αλμά έχει βρει καταφύγιο στο Αφρίν, όμως οι δυνάμεις της τουρκικής επίθεσης συνεχίζουν να προχωρούν σ’ αυτόν τον θύλακο των Κούρδων της Συρίας και επιχειρούν τώρα να στραγγαλίσουν τη μεγάλη πόλη του.

Παρατηρητές και μη κυβερνητικές οργανώσεις εκφράζουν ανησυχία για τα ενδεχόμενα να πολιορκηθεί ή να δεχθεί επίθεση η πόλη αυτή των 350.000 κατοίκων, οι οποίοι δεν έχουν νερό και ηλεκτρικό και τρέχουν τώρα στις αγορές για να προμηθευθούν ψωμί, γάλα και κονσέρβες.

«Φοβόμαστε μήπως οι τουρκικές δυνάμεις μπουν» στην πόλη Αφρίν, λέει η Αλμά, μια 23χρονη γυναίκα από το Ράζο, μια κωμόπολη στα συροτουρκικά σύνορα που κατελήφθη από τον τουρκικό στρατό.

Εξαιτίας των βομβαρδισμών, στην πόλη έχουν διακοπεί η ηλεκτροδότηση και οι επικοινωνίες. Η πρόσβαση στο Ίντερνετ είναι σχεδόν αδύνατη.

Σ’ έναν δρόμο της Αφρίν, η Μίντια Μοχάμαντ, 20 ετών, επιχειρεί να πιάσει σήμα μετακινούμενη από τη μια γωνιά στην άλλη.

«Έχουμε κάνει προμήθειες σε ρύζι, ζάχαρη, κονσέρβες, βρεφικό γάλα και φάρμακα», λέει η νεαρή γυναίκα που έχει καταφύγει στην Αφρίν αφού διέφυγε από την Τζανταϊρίς, που κατελήφθη πρόσφατα από τις τουρκικές δυνάμεις.

«Καταστροφική κατάσταση»

Χιλιάδες κάτοικοι του θυλάκου του Αφρίν έχουν υποχρεωθεί από τα τέλη Ιανουαρίου να διαφύγουν από τις πόλεις και τα χωριά τους και να καταφύγουν στη μεγαλύτερη πόλη του.

Οι οικογένειες που έφθασαν τελευταία μοιράζονται στενόχωρες κατοικίες, ενώ ορισμένες ζουν σε υπόγεια ή σε εγκαταλειμμένα ή υπό κατασκευή κτίσματα, σε δημόσιους κήπους, ακόμη και στα φορτηγά ή τα αυτοκίνητά τους.

«Τα τρόφιμα λείπουν, οι γείτονες μάς δίνουν να φάμε», αφηγείται η Σουλτάνα, μια 57χρονη γυναίκα που διέφυγε κι αυτή από την περιοχή του Ράζο.

«Τι άλλο θέλουν να μας πάρουν; Τις κότες, τις πάνες των παιδιών μας;», προσθέτει. «Δεν φοβόμαστε, δεν θα εγκαταλείψουμε το Αφρίν και μια μέρα θα επιστρέψουμε στα σπίτια μας».

Από την αρχή της τουρκικής επίθεσης, μέσα στον θύλακο έχει καταφέρει να διεισδύσει μόνο μία αυτοκινητοπομπή με ανθρωπιστική βοήθεια, η οποία μετέφερε τρόφιμα και ιατρικά εφόδια για 50.000 ανθρώπους.

«Η ανθρωπιστική κατάσταση είναι καταστροφική παρά τις προσπάθειές μας», παραδέχεται η συμπρόεδρος του Εκτελεστικού Συμβουλίου της Αφρίν, η Χεβέ Μουσταφά.

«Υπάρχει τεράστια έλλειψη ιατρικού προσωπικού, φαρμάκων, ιατρικών εξοπλισμών. Μερικές φορές τραυματίες πεθαίνουν εξαιτίας αυτών των ελλείψεων», υπογραμμίζει.

«Άνιση σχέση δυνάμεων»

«Η ημιαυτόνομη διοίκηση δεν έχει ούτε τις δυνατότητες ούτε επαρκή πείρα για να αντιμετωπίσει μια τέτοια κρίση», αναγνωρίζει από την πλευρά του ο Ρεζάν Εντό, ένας υπεύθυνος για τα μέσα ενημέρωσης στην Αφρίν στους κόλπους της κουρδικής πολιτοφυλακής των Μονάδων Προστασίας του Λαού (YPG) που θεωρείται «τρομοκρατική» από την Άγκυρα.

Στο στρατιωτικό επίπεδο, οι κούρδοι μαχητές έχουν αποδειχθεί ανθεκτικοί, όμως αντιμετωπίζουν για πρώτη φορά μια τόσο άγρια επίθεση. Αν και εξοπλίσθηκαν καλά από τον αμερικανικό στρατό για να πολεμήσουν τους τζιχαντιστές της οργάνωσης Ισλαμικό Κράτος στη Συρία, δεν διαθέτουν αντιαεροπορική άμυνα για να απωθήσουν τα τουρκικά αεροπλάνα.

Ζήτησαν έτσι την υποστήριξη του συριακού καθεστώτος, το οποίο ανέπτυξε περιορισμένο αριθμό μαχητών σε μερικά μέτωπα, από τους οποίους τουλάχιστον 70 σκοτώθηκαν κατά την τουρκική επίθεση. Ούτε αυτοί διαθέτουν συστήματα αντιαεροπορικής άμυνας.

Στο πεδίο της μάχης, «οι YPG αντιστάθηκαν επί 50 ημέρες, όμως πρόκειται για νέους (…) έχουν κουραστεί», παραδέχεται ο Ρεζάν Εντό.

«Η σχέση δυνάμεων είναι άνιση: οι τουρκικές δυνάμεις έχουν αεροπλάνα, είναι πολύ μεγαλύτερες αριθμητικά από τις YPG και έχουν καλύτερο οπλισμό», προσθέτει.

Περίπου 1.700 άραβες και κούρδοι μαχητές, που μέχρι τώρα είχαν τη βάση τους στην ανατολική Συρία, αναπτύχθηκαν στις αρχές Μαρτίου στο Αφρίν για να βοηθήσουν τα αδέλφια τους στη μάχη.

Όμως παρά τις ενισχύσεις αυτές, ο υπεύθυνος στους κόλπους της πολιτοφυλακής YPG λέει πως φοβάται μια «μεγάλη σφαγή», αν οι τουρκικές δυνάμεις μπουν στην Αφρίν.

«Δεν έχουμε στρατηγικό σύμμαχο (…) Ο διεθνής συνασπισμός μας χρησιμοποίησε σαν εργαλείο» για τη μάχη εναντίον του Ισλαμικού Κράτους, συμπεραίνει. «Μας εγκατέλειψε».