«Είναι σημαντικό να πιάσουμε δουλειά όσο το δυνατόν γρηγορότερα», είπε εμφανώς ανακουφισμένη η Ανγκελα Μέρκελ στην ομιλία της χθες, μία ημέρα μετά την έγκριση της συγκρότησης κυβέρνησης μεγάλου συνασπισμού από τα μέλη των Σοσιαλδημοκρατών. Επειτα από περισσότερους από πέντε μήνες πολιτικής αβεβαιότητας, δύσκολων διαπραγματεύσεων και οδυνηρών συμβιβασμών, η Γερμανία θα αποκτήσει σε οκτώ ημέρες σταθερή κυβέρνηση. Στις 14 του μηνός θα επανεκλεγεί η Μέρκελ στο αξίωμα της καγκελαρίου από το ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο και στη συνέχεια θα ορκιστούν τα μέλη του νέου υπουργικού συμβουλίου. Στις προκλήσεις με τις οποίες θα έρθει αντιμέτωπη η νέα κυβέρνηση αναφέρθηκε η επικεφαλής των Χριστιανοδημοκρατών: «Στην ευρωπαϊκή πολιτική και τη διεθνή εμπορική πολιτική, η Γερμανία πρέπει να υψώσει τη φωνή της μαζί με τη Γαλλία και τα υπόλοιπα κράτη-μέλη της ΕΕ», επεσήμανε, με φόντο την ανακοίνωση του Ντόναλντ Τραμπ ότι θα επιβληθούν δασμοί στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου στις ΗΠΑ και την αυξανόμενη εμπορική κυριαρχία της Κίνας. «Από τη συνεργασία μας σε ευρωπαϊκό επίπεδο θα εξαρτηθεί η διασφάλιση των θέσεων εργασίας», είπε χαρακτηριστικά, ενώ ιδιαίτερη έμφαση έδωσε στις μεταρρυθμίσεις στην ευρωζώνη, και στον πόλεμο στη Συρία σε συνδυασμό με την προσφυγική κρίση.

Η νέα κοινοβουλευτική περίοδος δεν θα είναι στρωμένη με ροδοπέταλα. Πρόκειται άλλωστε για μία συνύπαρξη που συμφωνήθηκε από ανάγκη και όχι από επιλογή. Τα κόμματα της Χριστιανικής Ενωσης και οι Σοσιαλδημοκράτες θα κληθούν να συνεργαστούν αρμονικά καθιστώντας παράλληλα διακριτές τις διαφορές τους προκειμένου να ικανοποιήσουν τους ψηφοφόρους τους. Αυτό ισχύει βέβαια περισσότερο για τους Σοσιαλδημοκράτες, που αποδίδουν την εκλογική και δημοσκοπική τους κατακρήμνιση στον μεγάλο συνασπισμό. Εάν είχαν περιθώρια επιλογής είναι σαφές ότι θα διάλεγαν τον ρόλο της σκληρής αντιπολίτευσης. Γνωρίζοντάς το αυτό, ο χριστιανοδημοκράτης Γενς Σπαν, μελλοντικός υπουργός Υγείας, έσπευσε να προειδοποιήσει: «Ή θα κυβερνήσουμε μαζί ή θα κάνουν αντιπολίτευση. Στόχος μας πρέπει να είναι να λάμψουμε μαζί».

«Με την έγκριση του μεγάλου συνασπισμού, το SPD έσωσε τους πάντες εκτός από τον εαυτό του», σημειώνει ο Φλόριαν Γκάτμαν στο περιοδικό «Spiegel», και συνεχίζει: «Εάν επικρατούσε το Οχι, η Σοσιαλδημοκρατία στη Γερμανία θα είχε εξαφανιστεί ακαριαία, δεν έχει ωστόσο αποσοβηθεί ακόμη ο κίνδυνος περαιτέρω συρρίκνωσής της μεσομακροπρόθεσμα». Ολα τα κόμματα απειλούνται από τη ραγδαία άνοδο της Εναλλακτικής για τη Γερμανία αλλά το SPD έχει το δυσκολότερο έργο: να επιδείξει αφοσίωση στο κυβερνητικό έργο και παράλληλα να ανανεωθεί εκ βάθρων.

Η κοινοβουλευτική ομάδα των Σοσιαλδημοκρατών θα αποφασίσει έως το τέλος της εβδομάδας ποια στελέχη θα αναλάβουν τα έξι υπουργεία που αναλογούν στο κόμμα βάσει της συμφωνίας με τα κόμματα της Χριστιανικής Ενωσης. Πρόκειται για μία δύσκολη εξίσωση, καθώς πρέπει να υπουργοποιηθούν τρεις άντρες και τρεις γυναίκες από όσα περισσότερα κρατίδια γίνεται. Βέβαιη θεωρείται η ανάληψη του υπουργείου Οικονομικών από τον Ολαφ Σολτς, υπηρεσιακό επικεφαλής του κόμματος.

Οι βαυαροί Χριστιανοκοινωνιστές ανακοίνωσαν τα ονόματα των στελεχών τους που θα αναλάβουν τα τρία υπουργεία και το ένα υφυπουργείο που προβλέπει η κυβερνητική συμφωνία. Προβληματισμό προκαλεί η ανάληψη του υπουργείου Εσωτερικών, το οποίο μετονομάζεται σε υπουργείο Εσωτερικών, Υποδομών και Πατρίδας, από τον επικεφαλής τους, Χορστ Ζέεχοφερ. Οχι μόνο εξαιτίας της συντηρητικής γραμμής του στην αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης αλλά και λόγω της προσθήκης της λέξης «Πατρίδα». Ο Αλμπερτ Φουνκ επισημαίνει στην εφημερίδα «Der Tagesspiegel»: «O ρόλος που θα αναλάβει ο Ζέεχοφερ είναι αυτός του προστάτη της πατρίδας από την μεγαλύτερη απειλή: των ξένων και του ανοίκειου».