Η Βουλή των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ ενέκρινε πριν από λίγο σχέδιο νόμου που θα εξασφαλίσει τη χρηματοδότηση του ομοσπονδιακού κράτους και θα αποτρέψει την αναστολή της λειτουργίας ομοσπονδιακών υπηρεσιών ως τη 16η Φεβρουαρίου κι έστειλε το κείμενο αυτό στη Γερουσία, όπου όμως το μέλλον του θεωρείται αβέβαιο.

Η ισχύς των τρεχόντων διακανονισμών για τη χρηματοδότηση της λειτουργίας του ομοσπονδιακού κράτους των ΗΠΑ εκπνέει τα μεσάνυχτα της Παρασκευής και η Γερουσία έχει λίγες ώρες στη διάθεσή της για να αποτρέψει το περιλάλητο shutdown, δηλαδή την αναστολή λειτουργίας δημοσίων υπηρεσιών, όπως αξίωσε ο ρεπουμπλικάνος πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, επιρρίπτοντας την ευθύνη για τη διαρκή επανεμφάνιση του προβλήματος στους Δημοκρατικούς.

Οι γερουσιαστές έχουν διορία μέχρι σήμερα τα μεσάνυχτα για να καταλήξουν σε συμφωνία στο σχέδιο του προϋπολογισμού που θα διασφαλίζει τη χρηματοδότηση του ομοσπονδιακού κράτους, με κίνδυνο, σε διαφορετική περίπτωση, την «παύση λειτουργίας»: το κλείσιμο μεγάλου αριθμού ομοσπονδιακών υπηρεσιών, για πρώτη φορά από τον Οκτώβριο του 2013.

Οι ΗΠΑ μπορεί να βρεθούν σε κατάσταση μερικής παράλυσης από το πρωί του Σαββάτου και εκατοντάδες χιλιάδες υπάλληλοι να τεθούν σε αναγκαστική αργία.

Πριν τη ψηφοφορία στη Βουλή των Αντιπροσώπων, ο αμερικανός πρόεδρος είχε σημειώσει στο Twitter ότι «είναι πιθανόν» να υπάρξει τέτοια παύση λειτουργίας, επιρρίπτοντας την ευθύνη στους Δημοκρατικούς. Ο ίδιος είχε χαρακτηρίσει «καταστροφική» τέτοια εξέλιξη, ωστόσο ταυτόχρονα είχε περιπλέξει τις διαπραγματεύσεις καθώς επέκρινε το σχέδιο για την παράταση της χρηματοδότησης του προγράμματος για την υγειονομική ασφάλιση άπορων παιδιών (του λεγόμενου CHIP), που αποτελεί προτεραιότητα για τους Δημοκρατικούς.

Το αντάλλαγμα των Δημοκρατικών

Ο Λευκός Οίκος στη συνέχεια εξέδωσε ανακοίνωση, διαβεβαιώνοντας ότι ο πρόεδρος στηρίζει πλήρως την πρόταση που αναμενόταν να τεθεί σε ψηφοφορία στη Βουλή των Αντιπροσώπων.

Οι Ρεπουμπλικανοί, που ελέγχουν το Κογκρέσο, θέλουν να περάσουν προϋπολογισμό για το 2018 με αυξημένες τις αμυντικές δαπάνες, όπως είχε υποσχεθεί προεκλογικά ο Τραμπ. Σε αντάλλαγμα για τις ψήφους τους, οι Δημοκρατικοί ζητούν να δοθεί λύση στο πρόβλημα των 690.000 Dreamers, των ανθρώπων που έφτασαν παράτυπα στις Ηνωμένες Πολιτείες όταν ήταν ανήλικοι και κινδυνεύουν με απέλαση εάν τερματιστεί το πρόγραμμα DACA που τους πρόσφερε προσωρινά άδεια παραμονής και εργασίας.

Ο πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων, ο ρεπουμπλικανός Πολ Ράιαν, δήλωσε ότι οι Δημοκρατικοί «εξακολουθούν να κρατούν σε ομηρία τη χρηματοδότηση του στρατού, για θέματα που δεν σχετίζονται με αυτήν», αναφερόμενος στο ζήτημα των «Ονειροπόλων». Προσωρινή συμφωνία δεν αποτελεί ιδανική λύση, όμως έτσι θα αποφευχθεί το «χάος», πρόσθεσε, μιλώντας σε δημοσιογράφους και διαβεβαιώνοντας ότι επιτυγχάνεται πρόοδος στις διαπραγματεύσεις μεταξύ των δύο κομμάτων.

Σε ενδεχόμενη «παύση λειτουργίας» του ομοσπονδιακού κράτους, οι δημόσιοι υπάλληλοι που θεωρούνται «μη απολύτως αναγκαίοι» θα παραμείνουν στα σπίτια τους, όπως είχε γίνει τον Οκτώβριο του 2013, όταν είχαν τεθεί σε «τεχνική αργία» 850.000 άνθρωποι.

Τότε, οι μισοί από τους 742.000 πολιτικούς υπαλλήλους του Πενταγώνου – είναι ο μεγαλύτερος εργοδότης του δημοσίου – είχαν τεθεί σε αργία, όμως οι στρατιωτικές επιχειρήσεις συνεχίζονταν κανονικά. Θα υπάρχει ωστόσο πιθανότητα να καθυστερήσει η καταβολή των μισθών των στρατιωτών, εφόσον αυτή η παράλυση συνεχιστεί και τον Φεβρουάριο.

Αναμένεται ότι σε αυτό το ενδεχόμενο θα κλείσουν όλα τα εθνικά πάρκα και τα μουσεία (συνολικά 368), συμπεριλαμβανομένου και του ζωολογικού κήπου της Ουάσιγκτον. Σύμφωνα με τον Λευκό Οίκο, το 2013, για δύο εβδομάδες, το κράτος είχε απώλεια εσόδων 500 εκατομμυρίων δολαρίων.

Οι συνέπειες

Οι περισσότερες ομοσπονδιακές υπηρεσίες θα υπολειτουργούσαν, γεγονός που θα προκαλούσε καθυστερήσεις, για παράδειγμα στην έκδοση διαβατηρίων, στην είσπραξη φόρων, στην έγκριση κυκλοφορίας φαρμάκων στην αγορά, στη χορήγηση δανείων σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις κλ.π. Τα Εθνικά Ινστιτούτα Υγείας (NIH) θα σταματούσαν να δέχονται νέους ασθενείς για πειραματικές θεραπείες.

Στην Ουάσιγκτον, την ομοσπονδιακή πρωτεύουσα που χρηματοδοτείται απευθείας από το Κογκρέσο, θα έκλειναν οι υπηρεσίες καθαριότητας των δρόμων, αποκομιδής των σκουπιδιών και οι βιβλιοθήκες. Τα σχολεία και τα μέσα μεταφοράς θα συνέχιζαν να λειτουργούν κανονικά.

Από το «κλείσιμο» εξαιρούνται ο Λευκός Οίκος, το Κογκρέσο, οι αερομεταφορές, η αστυνομία, η δικαιοσύνη, τα ταχυδρομεία και όσες υπηρεσίες κρίνονται αναγκαίες για την ασφάλεια και την προστασία της χώρας. Η έρευνα του ειδικού εισαγγελέα Ρόμπερτ Μιούλερ για την ανάμιξη της Ρωσίας στις προεδρικές εκλογές του 2016 δεν θα επηρεαζόταν.

Ο Λευκός Οίκος εκτιμά ότι οι οικονομικές επιπτώσεις από την «παράλυση» του 2013 κυμαίνονται μεταξύ 2-6 δισεκατομμυρίων δολαρίων.