Το Ιράν αναπτύσσει το βαλλιστικό του πρόγραμμα και εξοπλίζει με πυραύλους τους έμπιστους συνεργάτες του, τη λιβανική Χεζμπολάχ ή τους υεμενίτες αντάρτες Χούτι. Η Τουρκία αγοράζει από τη Ρωσία πυραύλους S-400, ασύμβατους με το σύστημα του ΝΑΤΟ. Η Βόρεια Κορέα αψηφά τον κόσμο με τις δοκιμές βαλλιστικών πυραύλων της. Η Ρωσία αναπτύσσει πυραύλους κρουζ ικανούς να πλήξουν τη Δυτική Ευρώπη, παραβιάζοντας την αμερικανοσοβιετική συνθήκη του 1987 για την εξάλειψη των πυρηνικών όπλων μεσαίου και μικρού βεληνεκούς (INF). Από τη Μέση Ανατολή έως την Απω Ανατολή, οι πύραυλοι, πυρηνικοί ή συμβατικοί, επιτρέπουν σε αναδυόμενες δυνάμεις να ενισχύσουν την επιρροή τους και να αντικρούσουν τη δύναμη της Δύσης. Οδεύουμε λοιπόν προς μια νέα γεωπολιτική των πυραύλων;

Το ερώτημα θέτει στη «Figaro» η Ιζαμπέλ Λασέρ. Παρά τις προσπάθειες της διεθνούς κοινότητας για την καταπολέμηση της διάδοσής τους, επισημαίνει, τα πυρηνικά όπλα εξακολουθούν να έχουν ούριο άνεμο. Οι εμπειρίες που βίωσαν το Ιράκ, η Λιβύη και η Ουκρανία, τρεις χώρες που έγιναν στόχος επίθεσης ή εισβολής αφού πρώτα δέχθηκαν να απαρνηθούν το οπλοστάσιό τους, υπενθύμισαν στις αναδυόμενες δυνάμεις πως τα πυρηνικά όπλα –και οι πύραυλοι που τα συνοδεύουν –παραμένουν ο καλύτερος τρόπος να διασφαλιστεί μια εδαφική επικράτεια αλλά και η επιβίωση ενός καθεστώτος. Οι πύραυλοι μεγάλου βεληνεκούς ήταν για καιρό αποκλειστικότητα των μεγάλων δυνάμεων. Η σημερινή, γενικευμένη πρόσβαση σε βαλλιστικά προγράμματα είναι αποκαλυπτική των στρατηγικών αλλαγών που συγκλονίζουν τον κόσμο από τις αρχές της δεκαετίας του 2000.

Ζούμε στην εποχή κατά την οποία οι ΗΠΑ θα προτιμούσαν να αποτραβηχτούν από τη διεθνή σκηνή, η Ρωσία επιστρέφει δυναμικά στην παγκόσμια διπλωματία, η Ευρώπη είναι απορροφημένη στα εσωτερικά της προβλήματα, σιίτες και σουνίτες συγκρούονται στη Μέση Ανατολή: είναι πολλές οι χώρες που διεκδικούν αυτή την εξουσία. Η διάδοση αφορά όμως και τους συμβατικούς πυραύλους, μικρού και μεγάλου βεληνεκούς: ο πολλαπλασιασμός τους τόσο στη Μέση Ανατολή όσο και στις πόρτες της Ευρώπης δημιουργεί ένα νέο πρόβλημα για τους δυτικούς στρατούς, έτσι όπως κρατούνται σε απόσταση από δυνάμεις αποφασισμένες να επιβάλουν την επιρροή ή την ηγεμονία τους.

Η Ρωσία

Απ’ όταν αποφάσισε να ανακτήσει τον τίτλο της μεγάλης δύναμης και να επανεξετάσει την ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφάλειας, την οποία θεωρεί αντίθετη προς τα συμφέροντά της, η Ρωσία επενδύει μαζικά στα –βαλλιστικά ή συμβατικά –πυραυλικά της προγράμματα. Ο στρατιωτικός προϋπολογισμός της αυξάνεται, οι πυραυλικές δοκιμές πολλαπλασιάζονται. Το ΝΑΤΟ παρακολουθεί με ανησυχία αυτή την αναβίωση αντανακλαστικών του Ψυχρού Πολέμου. Η Ευρώπη ανησυχεί επίσης για την επανεμφάνιση ρωσικών επιθετικών και αμυντικών πυραυλικών συστημάτων στα σύνορά της.

Η Τουρκία

Το σχέδιο έχει σχεδόν οριστικοποιηθεί, η Ρωσία θα παραδώσει το 2020 τέσσερις συστοιχίες πυραύλων S-400 στην Τουρκία, η οποία γίνεται έτσι το πρώτο μέλος του ΝΑΤΟ που εξοπλίζεται με ένα σύστημα ασύμβατο με εκείνο της Ατλαντικής Συμμαχίας. Το ΝΑΤΟ πάντως κρατά προς το παρόν χαμηλούς τόνους θεωρώντας, όπως λέει ένας παλαιός υπεύθυνός του, ότι είναι «λιγότερο επικίνδυνο να έχεις μια Τουρκία αντάρτισσα στο εσωτερικό της Συμμαχίας παρά μια Τουρκία εχθρική στο εξωτερικό της».

Το Ιράν

Νέα ανερχόμενη περιφερειακή δύναμη, το Ιράν έχει εξελιχθεί, μαζί με τη Βόρεια Κορέα, σε πρωταγωνιστή της διάδοσης των πυραύλων. Στον πόλεμο μεταξύ σουνιτών και σιιτών για την ηγεσία της Μέσης Ανατολής, οι τελευταίοι δίνουν σαφές πλεονέκτημα στην Τεχεράνη. Το βαλλιστικό της πρόγραμμα, όμως, και ο τρόπος με τον οποίο χρησιμοποιεί τους πυραύλους για να προωθήσει την επιρροή της στην περιοχή, κάνουν πολλούς να φοβούνται έναν πόλεμο ανάμεσα στο Ισραήλ και τους συμμάχους του Ιράν στον Λίβανο και στη Συρία.

Η Βόρεια Κορέα

Από τη στιγμή που η Πιονγκγιάνγκ απέδειξε πως δεν έχει μόνο γίνει ένα κράτος εξοπλισμένο με πυρηνικά αλλά ότι ελέγχει επαρκώς το βαλλιστικό της πρόγραμμα ώστε να εκτοξεύει πυραύλους ικανούς να πλήξουν την αμερικανική επικράτεια, οι στρατηγικές ισορροπίες άλλαξαν στην Ασία. Η αβεβαιότητα που χαρακτηρίζει, επί Ντόναλντ Τραμπ, την αμερικανική διπλωματία στην περιοχή κάνει την Ιαπωνία και τη Νότια Κορέα να επανεξετάζουν τα αμυντικά τους συστήματα –και δεν αποκλείεται, μια μέρα, να καταφύγουν και αυτές στα πυρηνικά όπλα ως μέσο αποτροπής και άμυνας.