Η αισιοδοξία είναι επιβεβλημένη. Μέρκελ, Σουλτς και Ζεεχόφερ δηλώνουν αισιόδοξοι για τη διαπραγμάτευση που ξεκινούν την Κυριακή, με στόχο να αποκτήσει η Γερμανία κυβέρνηση μετά τις εκλογές του περασμένου Σεπτεμβρίου.

Αλλά και η πίεση είναι μεγάλη. «Ο κόσμος δεν μας περιμένει» προειδοποίησε η Ανγκελα Μέρκελ στο πρωτοχρονιάτικο μήνυμά της. Ηταν το 13ο της θητείας της και παρά τη ρουτίνα που έχει στο μεταξύ αποκτήσει, για πρώτη φορά χρειάστηκε να απευθυνθεί στους πολίτες της χώρας της ως υπηρεσιακή καγκελάριος.

Η Μέρκελ επείγεται να επανέλθει στην κανονικότητα. Και αυτό θα συμβεί μόνο με έναν νέο μεγάλο συνασπισμό (GroKo) της Χριστιανικής Ενωσης με τους Σοσιαλδημοκράτες, τον δεύτερο κατά σειρά και τον τρίτο με καγκελάριο τη Μέρκελ. Η μεταξύ τους κυβερνητική συνεργασία που ήταν εξαίρεση στη μεταπολεμική ιστορία της Γερμανίας τείνει να γίνει κανόνας. Τα αποτελέσματα είναι δραματικά και για τους δύο πρωταγωνιστές: στα 15 τελευταία χρόνια η δύναμη των δύο κομμάτων λαϊκής βάσης μειώθηκε στο 53,4% τον περασμένο Σεπτέμβριο από το 77% που είχαν στις εκλογές του 2002. Επιπρόσθετα, τα δύο μεγάλα κόμματα, CDU/CSU και SPD, που είναι οι πραγματικοί ηττημένοι των τελευταίων εκλογών, είναι υποχρεωμένα να παραμείνουν κάτω από την ίδια κυβερνητική στέγη, μετά το ναυάγιο της διαπραγμάτευσης για την «Τζαμάικα», τον συνασπισμό Χριστιανικής Ενωσης, Φιλελευθέρων και Πρασίνων.

ΦΡΕΝΟ ΣΤΗΝ ΕΕ. Ο μεγάλος συνασπισμός είναι μονόδρομος. Οι εναλλακτικές λύσεις που απομένουν –κυβέρνηση μειοψηφίας ή νέες εκλογές –θα μετατρέψουν, για διαφορετικούς λόγους η καθεμία, τη σημερινή κυβερνητική κρίση σε μια πραγματική πολιτική κρίση της Γερμανίας. Αυτό θα έχει καταρχήν σημαντικές επιπτώσεις στην πορεία και τη λειτουργία της ΕΕ. Οι αποφάσεις που θα λαμβάνονται στα όργανα της ΕΕ θα τελούν υπό την αίρεση της έγκρισης και από τη γερμανική Βουλή, στην οποία η Μέρκελ θα πρέπει εκ των υστέρων να βρίσκει πλειοψηφίες. Με ένα τέτοιο γερμανικό φρένο στη λειτουργία της ΕΕ είναι απίθανο να προωθηθούν οι βαθιές τομές και μεταρρυθμίσεις στη δομή της ΕΕ που επιδιώκει ο γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν.

ΤΟ «ΡΟΛΟΪ ΤΟΥ ΧΡΕΟΥΣ». Μέχρι τώρα η κυβερνητική κρίση δεν επηρέασε την πορεία της γερμανικής οικονομίας, αλλά ενδεχόμενη παράτασή της θα επιβαρύνει τη θετική πορεία.

Το 2017 σημειώθηκε ρεκόρ τριακονταετίας στην απασχόληση, με 44,3 εκατ. εργαζομένους. Το «ρολόι του χρέους», για πρώτη φορά στα 22 χρόνια της λειτουργίας του, άρχισε από το 2018 να μετρά ανάποδα. Το χρέος της Γερμανίας μειώνεται κάθε δευτερόλεπτο κατά 78 ευρώ –σύμφωνα με την Ομοσπονδιακή Στατιστική Υπηρεσία, το συνολικό χρέος της Γερμανίας μειώθηκε κατά 2,9% την προηγούμενη χρονιά. Αυτό ήταν αποτέλεσμα τόσο των ασυνήθιστα χαμηλών επιτοκίων όσο και της πολιτικής μηδενικού ελλείμματος που ακολούθησε τα προηγούμενα χρόνια ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.

Αυτή η πολιτική θα αλλάξει με έναν νέο μεγάλο συνασπισμό, στον οποίο θα συμμετάσχουν οι Σοσιαλδημοκράτες μόνον εάν εξασφαλίσουν ένα ακριβό πρόγραμμα δημόσιων δαπανών και μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού συστήματος της χώρας που ανεβάζει επίσης τον λογαριασμό για τον προϋπολογισμό της κεντρικής κυβέρνησης.

Ο ΔΡΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΚΛΟΓΕΣ. Χωρίς αυτά, οι Σοσιαλδημοκράτες δύσκολα θα πουν το μεγάλο «ναι» στη νέα συγκατοίκηση με τη Μέρκελ, για την οποία υπάρχουν ακόμα ισχυρές αντιστάσεις μέσα στο SPD. Μόλις προχθές ο παλαίμαχος πρώην πρόεδρος του SPD Χανς Γιόχεν Φόγκελ, με συνέντευξή του στη «Ζιντόιτσε Τσάιτουνγκ», συνιστούσε στη σημερινή ηγεσία του κόμματος να αποφύγει τον μεγάλο συνασπισμό και να προτιμήσει τη στήριξη κυβέρνησης μειοψηφίας της Μέρκελ.