O Τόμας Φρίντμαν, ο γνωστός αρθρογράφος των «New York Times», σκέπτεται να γράψει βιβλίο με θέμα το πρώτο έτος της εξωτερικής πολιτικής του Ντόναλντ Τραμπ και γνωρίζει ήδη τον τίτλο: «Η τέχνη του να χαρίζεις». Στα σχεδόν τριάντα χρόνια που καλύπτει την αμερικανική εξωτερική πολιτική, επισημαίνει, ποτέ δεν έχει δει πρόεδρο να παραδίδει τόσα πολλά σε τόσους πολλούς έναντι τόσο μικρών ανταλλαγμάτων, ξεκινώντας από την Κίνα και το Ισραήλ. Κινέζοι και Εβραίοι ψιθυρίζουν αμφότεροι στα παιδιά τους: «Υπάρχει στα αλήθεια Αγιος Βασίλης». Και το όνομά του είναι Ντόναλντ Τραμπ.

Ποιος μπορεί να τους κατηγορήσει για αυτό; αναρωτιέται ο Φρίντμαν. Κάθε ισραηλινή κυβέρνηση από ιδρύσεως του κράτους του Ισραήλ λαχταρούσε να αναγνωρίσουν οι ΗΠΑ την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσά του. Και κάθε αμερικανική κυβερνήση απέφευγε να το κάνει με το επιχείρημα πως η αναγνώριση έπρεπε να έρθει μόνο ως συνέχεια ειρηνευτικής συμφωνίας για το τελικό καθεστώς ανάμεσα στους Ισραηλινούς και τους Παλαιστίνιους -μέχρι τώρα. Την Τετάρτη, ο Τραμπ απλά τη χάρισε. Ο αμερικανός αρθρογράφος αδυνατεί να καταλάβει: για ποιο λόγο να χαρίσει κανείς αυτή την αναγνώριση, και να μην τη χρησιμοποιήσει καν ως μοχλό πίεσης; Ο Τραμπ θα μπορούσε να είχε πει δύο πράγματα στον Μπενιαμίν Νετανιάχου. Κατ’ αρχάς, θα μπορούσε να του είχε πει: «Μπίμπι, μου ζητάς συνεχώς να αναγνωρίσω την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ. ΟΚ, θα το κάνω. Αλλά θέλω κάτι σε αντάλλαγμα: θα κηρύξεις τον τερματισμό κάθε ισραηλινής εποικιστικής δραστηριότητας στη Δυτική Οχθη, εκτός του υφιστάμενου μπλοκ οικισμών που όλοι αναμένουν ότι θα είναι μέρος του Ισραήλ στην οποιαδήποτε λύση δύο κρατών».

Ο Τραμπ θα μπορούσε επίσης να πει, όπως είπε ο πρώην πρεσβευτής των ΗΠΑ στο Ισραήλ, Μάρτιν Ιντικ, πως είχε αποφασίσει «να ξεκινήσει τη διαδικασία μετεγκατάστασης της πρεσβείας στη Δυτική Ιερουσαλήμ, αλλά ταυτόχρονα δήλωνε την πρόθεσή του να εγκαταστήσει μία πρεσβεία στο κράτος της Παλαιστίνης στην Ανατολική Ιερουσαλήμ» στο πλαίσιο της οποιαδήποτε συμφωνίας για το τελικό καθεστώς.

Και στη μία και στην άλλη περίπτωση, ο Τραμπ θα μπορούσε κατόπιν να είχε καυχηθεί στους Ισραηλινούς και τους Παλαιστίνιους ότι εξασφάλισε και για τους δύο κάτι που ο Μπαράκ Ομπάμα δεν κατάφερε ποτέ –κάτι που θα είχε προαγάγει την ειρηνευτική διαδικασία και την αξιοπιστία των ΗΠΑ και δεν θα είχε φέρει σε δύσκολη θέση τους άραβες συμμάχους τους. «Αλλά ο Τραμπ είναι ανόητος. Και είναι ανόητος γιατί είναι αδαής και νομίζει πως ο κόσμος ξεκίνησε την ημέρα που εξελέγη, και για αυτό είναι εύκολο να χειραγωγηθεί».

Κοιτάξτε απλά τι έγινε με τους Κινέζους, συνεχίζει ο Φρίντμαν. Βασικά, την πρώτη μέρα της θητείας του, έσκισε την εμπορική συμφωνία που είχαν υπογράψει οι ΗΠΑ με την Ιαπωνία και άλλες δέκα χώρες του Ειρηνικού, την TPP -χωρίς προφανώς να την έχει διαβάσει και χωρίς να έχει ζητήσει από την Κίνα το οποιοδήποτε εμπορικό αντάλλαγμα. Ο Τραμπ απλώς πέταξε από το παράθυρο το πλέον πολύτιμο εργαλείο που διέθεταν οι ΗΠΑ προκειμένου να επηρεάσουν το γεωοικονομικό μέλλον στην περιοχή και να πείσουν την Κίνα να ανοίξουν τις αγορές σε περισσότερα αμερικανικά προϊόντα.

Ο Τραμπ είναι επιρρεπής σε τέτοια, όχι μόνο επειδή είναι αδαής αλλά επειδή δεν βλέπει τον εαυτό του ως πρόεδρο των ΗΠΑ. Τον βλέπει ως πρόεδρο της βάσης του. Και επειδή αυτή είναι η μόνη στήριξη που του έχει απομείνει, αισθάνεται την ανάγκη να συνεχίσει να ταΐζει τη βάση του υλοποιώντας χοντροκομμένες, εσφαλμένες υποσχέσεις που τους πέταξε προεκλογικά.