Ηταν ένα καλοκαιρινό Σαββατοκύριακο του 1961, στην έπαυλη Κλίβεντεν, στις όχθες του Τάμεση, ιδιοκτησίας του λόρδου Αστορ. Ο ενοικιαστής της Στίβεν Γουόρντ, χειροπράκτης και μέλος της βρετανικής high society, είχε καλέσει διάσημους φίλους του για το διήμερο 8 και 9 Ιουλίου –φίλους του από την πολιτική και την καλλιτεχνική ζωή –για να συναντήσουν τον πρόεδρο του Πακιστάν Αγιούμπ Χαν, τον οποίο φιλοξενούσε στο κύριο κτίσμα ο λόρδος Αστορ. Μεταξύ των προσκεκλημένων ήταν ο Τζον Προφιούμο, υπουργός Πολέμου στη συντηρητική κυβέρνηση του Χάρολντ ΜακΜίλαν, με τη σύζυγό του, διάσημη ηθοποιό Βάλερι Χόμπσον. Το απόγευμα του Σαββάτου ο Προφιούμο κατέβηκε στην πισίνα, όπου κολυμπούσε γυμνή μια νεαρή κοπέλα. Ο Γουόρντ ως οικοδεσπότης κάλεσε τη νεαρή να βγει από το νερό και καθώς εκείνη προσπαθούσε να καλύψει τη γύμνια της με μια πετσέτα, τη σύστησε στον υπουργό. Οπως είπε πολλά χρόνια αργότερα στον γιο του ο Προφιούμο, «ήταν ένα πολύ όμορφο κορίτσι και πολύ γλυκό». Εκείνη, η Κριστίν Κίλερ, δεν γνώριζε, είπε, ποιος ήταν ο άνδρας που της σύστησαν αλλά είχε εντυπωσιαστεί διότι ήταν ο σύζυγος μιας από τις πιο διάσημες ηθοποιούς. Αλλες πηγές λένε ότι η 19χρονη Κριστίν και ο 46χρονος Τζον είχαν γνωριστεί νωρίτερα, όταν εκείνη είχε ξεκινήσει να εργάζεται στο κλαμπ Καμπαρέ, όπου εκείνος σύχναζε.

Οπως και να έχει, η σχέση τους οδήγησε σε ένα από τα μεγαλύτερα πολιτικά σκάνδαλα στη σύγχρονη ιστορία της Βρετανίας και, έναν χρόνο αργότερα, στην παραίτηση του πρωθυπουργού. Η Κριστίν Κίλερ πέθανε το βράδυ της Τρίτης σε ηλικία 75 ετών, από καρδιακή πάθηση. Υπήρξε, ίσως, το μεγαλύτερο θύμα αυτού του σκανδάλου με τις ερωτικές και κατασκοπευτικές προεκτάσεις που συγκλόνισε τη βρετανική κοινωνία επί χρόνια, στο ζενίθ του Ψυχρού Πολέμου. Οι φωτογραφίες και το όνομά της εμφανίστηκαν παντού, έπειτα από τη μεγάλη δίκη που ακολούθησε, και πέρασε τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής κυνηγημένη από τη νεανική απερισκεψία.

Είχε φθάσει στα 17 της στο Λονδίνο και άρχισε να δουλεύει στο Καμπαρέ –εκείνη έλεγε ότι ήταν μοντέλο, άλλοι έλεγαν ότι ήταν πόρνη που είχε ως προαγωγό τον Στίβεν Γουόρντ. Οι ταυτόχρονες ερωτικές της σχέσεις με τον υπουργό Προφιούμο και τον ναυτικό ακόλουθο της σοβιετικής πρεσβείας στη βρετανική πρωτεύουσα Γεβγκένι Ιβανόφ, που ήταν και αξιωματικός των σοβιετικών μυστικών υπηρεσιών, αποτέλεσαν την καρδιά του σκανδάλου. Η φωτογραφία με τη νεαρή, όμορφη αλλά ευάλωτη Κίλερ να ποζάρει γυμνή, καθισμένη ανάποδα σε μια καρέκλα του δανού σχεδιαστή Αρνε Γιάκομπσεν, έγινε σύμβολο της εποχής.

Ο Γουόρντ ήταν και ζωγράφος, έκανε πορτρέτα διασήμων για την ακρίβεια, μεταξύ των οποίων ο Ουίνστον Τσόρτσιλ, ο Φρανκ Σινάτρα, ο Γκάντι και η Ελίζαμπεθ Τέιλορ. Η σχέση του με την 30 χρόνια νεότερή του Κριστίν ήταν πλατωνική, του άρεσε όμως να γνωρίζει –και σχεδόν να προσφέρει ως δώρο –σε διάσημους μεσόκοπους φίλους του όμορφα κορίτσια όπως η Κίλερ. Ηταν η δεκαετία του ’60, η εποχή της επανάστασης του ελεύθερου έρωτα, όπου τα όρια ήταν λίγο θολά –τα κορίτσια δεν έπαιρναν χρήματα, δέχονταν όμως δώρα.

Εκρηκτικό μείγμα. Ο συνδυασμός του σεξ με την εθνική ασφάλεια λόγω Ιβανόφ αποδείχθηκε εκρηκτικός εν μέσω του Ψυχρού Πολέμου. Η Βρετανία ήταν ακόμα πολύ συντηρητική, το κοινό και ο Τύπος διψούσαν για σκάνδαλα. Δεν ήταν μόνο ο ρώσος κατάσκοπος, ήταν και η ντροπή που αμαύρωσε μια κυβέρνηση στην οποία συμμετείχαν πολλοί αριστοκράτες. Τα αυστηρά όρια διαλύονταν: η δημόσια έκθεση της διαφθοράς στα υψηλά κοινωνικά στρώματα σχεδόν άρεσε σε ένα έθνος που γνώριζε μια ασυνήθιστη ευημερία έπειτα από τα χρόνια του πολέμου και του συσσιτίου.

Η σχέση της Κίλερ με τον Προφιούμο διήρκεσε αρκετούς μήνες, στη διάρκεια των οποίων, όπως δήλωσε εκείνη, ο Γουόρντ της ζήτησε να «ψαρέψει» τον υπουργό για την ανάπτυξη πυρηνικών όπλων. Η σχέση της με τον Ιβανόφ συνεχιζόταν παράλληλα και ένας βουλευτής, άσπονδος φίλος του Γουόρντ, ειδοποίησε τη βρετανική αντικατασκοπία. Στις αρχές του 1963, το Κρεμλίνο ανακάλεσε τον Ιβανόφ στη Μόσχα, καθώς φοβόταν το σκάνδαλο. Η Κίλερ προσπάθησε να βγάλει κάποια χρήματα από την υπόθεση πουλώντας την ιστορία της σε μια εφημερίδα, όμως εκείνο που αποκάλυψε την όλη υπόθεση ήταν το γεγονός ότι η Κριστίν σταμάτησε τη σύντομη σχέση που διατηρούσε με τον μικροεγκληματία Τζόνι Ετζκομπ, στον οποίο είχε αφηγηθεί πολλές λεπτομέρειες. Εκείνος θύμωσε, πήγε στο σπίτι της, έξω από το οποίο άρχισε να πυροβολεί, συνελήφθη και στη δίκη του αποκαλύφθηκαν πολλά.

Η πτώση. Το καλοκαίρι του 1963, καθώς το σκάνδαλο πλέον απασχολούσε πολλές σελίδες εφημερίδων καθημερινά, ο Προφιούμο παραιτήθηκε, παρότι ποτέ δεν αποδείχθηκε ότι είχε πει κρατικά μυστικά στην Κίλερ. Ο πολιτικός σάλος όμως ήταν μεγάλος και έτσι τον Οκτώβριο παραιτήθηκε και ο πρωθυπουργός ΜακΜίλαν. Εναν χρόνο αργότερα, οι Τόρις υπέστησαν βαριά ήττα από τους Εργατικούς στις εκλογές –το σκάνδαλο Προφιούμο θεωρείται μία από τις βασικές αιτίες.

«Εγινα κομμάτιτης βρετανικής Ιστορίας»

Το 1989 προβλήθηκε η ταινία «Scandal» με τον Ιαν ΜακΚέλεν στον ρόλο του Τζον Προφιούμο και την Τζοάν Γουόλι-Κίλμερ να ενσαρκώνει την Κριστίν Κίλερ, από την εταιρεία του Χάρβεϊ Γουάινστιν που πρωταγωνιστεί στο πιο γνωστό σκάνδαλο της δικής μας εποχής. Υπήρξαν και άλλες ταινίες, καθώς και βιβλία, δύο από τα οποία έγραψε η ίδια. Στα χρόνια που ακολούθησαν το ξέσπασμα της υπόθεσης Προφιούμο, η Κριστίν δεν μπόρεσε ποτέ να ξεφύγει από τη σκιά του σκανδάλου. «Ηταν δυστυχία για μένα να ζω με την Κριστίν Κίλερ», είπε όταν δημοσίευσε την αυτοβιογραφία της το 2001. Μετά τον θάνατο του Προφιούμο το 2012 ανανέωσε την έκδοση και ποτέ δεν φάνηκε να θέλει να αφήσει πίσω της τον σάλο που προκλήθηκε. Συνήθιζε να προσεγγίζει δημοσιογράφους και εκδότες για να τους πουλήσει διαφορετικές εκδοχές της όλης υπόθεσης – δεν είχε άλλον τρόπο να συντηρηθεί.

Το κορίτσι που μεγάλωσε στο Αξμπριτζ είχε δεχθεί παρενοχλήσεις από τον πατριό της, έμεινε έγκυος στα 17 από αμερικανό στρατιώτη, προσπάθησε να κάνει έκτρωση που απέτυχε και γέννησε στο σπίτι μόνη της ένα αγοράκι που πέθανε έξι ημέρες αργότερα. Το έσκασε από το σπίτι και με μοναδικό διαβατήριο την ομορφιά της έπιασε δουλειά στο κλαμπ Καμπαρέ, όπου σύχναζαν πλούσιοι μεσήλικοι για να συναντούν τις γυμνόστηθες χορεύτριες.

Παρά τους δύο γάμους και τα δύο παιδιά που απέκτησε, η ίδια είπε σε συνέντευξή της στον «Guardian» το 1983: «Ποτέ δεν ερωτεύθηκα, ποτέ. Είχα έντονο “εγώ” και οι σχέσεις μου βασίζονταν στον πόθο και στην επιβίωση. Η ζωή μου δεν ήταν ποτέ εύκολη αλλά τώρα ζω με το επίδομα της κοινωνικής πρόνοιας». Παρότι όλα αυτά τα χρόνια προσπαθούσε να πουλήσει την ιστορία της, παραδέχεται πως καταστράφηκε η ζωή της. «Αυτό δεν ήταν σημαντικό για τους εμπλεκόμενους, επειδή προερχόμουν από μια δύσκολη ζωή. Με έβλεπαν απλώς ως ένα όμορφο τίποτα». Αυτό το όμορφο τίποτα όμως έγινε τελικά, όπως φρόντιζε πάντα να τονίζει η ίδια, «κομμάτι της βρετανικής Ιστορίας».