Ηταν ένα σόου χολιγουντιανών διαστάσεων: «Λούθηρος – Το έργο με τις χίλιες φωνές» ήταν ο τίτλος του ορατόριου με χορωδίες από όλη τη Γερμανία, που παρακολούθησαν 10.000 θεατές στην κατάμεστη Mercedes-Benz Arena του Βερολίνου και εκατομμύρια τηλεθεατές σε ζωντανή μετάδοση από το κανάλι ZDF. Ηταν το αποκορύφωμα των εκδηλώσεων στις 31 Οκτωβρίου, με τη συμπλήρωση 500 χρόνων από την ημέρα που ο Μαρτίνος Λούθηρος θυροκόλλησε στον Ναό των Ανακτόρων της πόλης Βιτεμβέργης τις θρυλικές 95 Θέσεις του, καταγγέλλοντας το Βατικανό και τον Πάπα για την εξαγορά της άφεσης αμαρτιών. «Ηταν πράξη απελευθέρωσης για τον ίδιο προσωπικά, για την Εκκλησία και για τον κόσμο» είπε ο προκαθήμενος της Ευαγγελικής Εκκλησίας της Γερμανίας, επίσκοπος Χάινριχ Μπέτφορντ-Στρομ, στην πανηγυρική ακολουθία που προηγήθηκε στον ναό και την πόλη της Σαξονίας-Ανχαλτ στην Ανατολική Γερμανία, που αποτελεί στο μεταξύ πολιτιστική κληρονομιά της UNESCO.

Και σήμερα «εκεί όπου απειλείται η θρησκευτική ελευθερία, πλήττεται και η κοινωνία», είπε η Μέρκελ για τη στρογγυλή επέτειο, ο Λούθηρος, πρόσθεσε, έθεσε σε κίνηση μία χιονοστιβάδα που «δεν μπορούσε πλέον να ανακοπεί και άλλαξε ολόκληρο τον κόσμο». Η Μέρκελ, κόρη ευαγγελικού πάστορα, καταξιωμένη επιστήμονας και επιτυχημένη πολιτικός που ξεκινά την τέταρτη θητεία της στην καγκελαρία, δεν είναι θρησκόληπτη, αλλά δείγμα της λουθηρανικής αντίληψης για την ισότητα των δύο φύλων και την ισότιμη θέση της γυναίκας στην κοινωνία, που εδράζεται στη θέση του Λούθηρου ότι ο καθένας έχει τη δική του αξιοπρέπεια και είναι υπόλογος μόνον έναντι του Θεού. Ετσι η Ευαγγελική Εκκλησία της Γερμανίας έφτασε να έχει γυναίκα στην κορυφή της ιεραρχίας της, την επίσκοπο Αννοβέρου Μάργκοτ Κέσμαν, μητέρα τεσσάρων παιδιών.

Η μεταρρύθμιση του Λούθηρου σηματοδότησε το τέλος του Μεσαίωνα στη Δυτική Ευρώπη, αλλά είχε πάντα ένα αρνητικό πρόσημο στην Ελλάδα και το υπόλοιπο ορθόδοξο κομμάτι της Ευρώπης που έμεινε αποκομμένο από την Αναγέννηση και τον Διαφωτισμό. Και σήμερα ο προτεσταντισμός ενοχοποιείται για τα Μνημόνια και τα δεινά της κρίσης. Ο προτεσταντισμός, λένε οι υποστηρικτές αυτής της ερμηνείας, εκθειάζει την απεριόριστη δίψα για κέρδος, «ξεπλένει» την αισχροκέρδεια και την τοκογλυφία, καταδικάζει τον φτωχό νομοτελειακά στη φτώχεια, διότι βοήθεια στον φτωχό είναι παρέμβαση στη θεϊκή τιμωρία του αμαρτωλού. Και αφού Σόιμπλε και Μέρκελ είναι ευαγγελικοί, είναι και φορείς αυτής της αντίληψης.

Πρόκειται για απλοϊκή αναγωγή που υπηρέτησε την εχθροπάθεια των τελευταίων χρόνων. Αλλά εδράζεται στην αντίληψη περί του προτεσταντισμού που καθιέρωσε ο Γερμανός Μαξ Βέμπερ. Το μνημειώδες έργο του «Η προτεσταντική ηθική και το πνεύμα του καπιταλισμού», του 1904, ήταν ένας «ύμνος στον Καλβινισμό», λέει ο Μαρκ Μπάισε στη «Ζιντόιτσε Τσάιτουνγκ». Ο Καλβίνος και οι συνεχιστές του με αφετηρία την ελβετική Ζυρίχη έδωσαν ώθηση στην ανάπτυξη της οικονομίας εκχωρώντας πολλές ελευθερίες στο κεφάλαιο και τους καπιταλιστές. Ετσι εμπεδώθηκε η εικόνα ότι οι προτεστάντες είναι οι επιτυχημένοι οικονομικά, σε αντίθεση με τους καθολικούς, πόσω μάλλον για όσους έχασαν το τρένο του Διαφωτισμού. Στον Παράδεισο δεν πηγαίνει ο καθολικός που εξαγοράζει την άφεση αμαρτιών, ούτε ο «λουθηρανός» με πίστη και ταπεινοφροσύνη, αλλά ο «καλβινιστής» με τη σκληρή δουλειά και την απόλυτη πειθαρχία.

Γίνεται λοιπόν πλούσιος όποιος έχει τη σωστή θρησκεία; Οχι, δεν είναι το δόγμα, αλλά άλλοι παράγοντες που καθόρισαν την ευημερία ανθρώπων και χωρών, λέει ο Μπάισε και επικαλείται επιστημονικές έρευνες ιστορικών και οικονομολόγων που ανατρέπουν με στοιχεία τον Βέμπερ. Ο ιστορικός επιστήμων Ντάβιντ Καντόνι από το Μόναχο εξέτασε 300 μεσαιωνικές πόλεις που γνώρισαν μεγάλη ανάπτυξη από το 1500 μέχρι το 1900, αλλά ήταν αδιάφορο αν ήταν προτεσταντικές ή καθολικές. Ο συνάδελφός του ερευνητής Λούνγκερ Βέσμαν βρήκε διαφορές στην ανάπτυξη μεταξύ καθολικών και προτεσταντικών περιοχών της Πρωσίας του 1871. Ωστόσο, κλειδί της επιτυχίας δεν ήταν το θρησκευτικό δόγμα, αλλά η εκπαίδευση.

Ο Λούθηρος, μεταφράζοντας ο ίδιος τη Βίβλο, ήθελε κάθε πιστός να μπορεί να διαβάζει. Για αυτό στις προτεσταντικές περιοχές εφαρμόστηκε πολύ νωρίς η υποχρεωτική σχολική εκπαίδευση. Γραφή και ανάγνωση έγιναν κτήμα ευρέων στρωμάτων του πληθυσμού στις προτεσταντικές περιοχές, όχι όμως στις καθολικές. Η οικονομική επιτυχία των πρωσικών, προτεσταντικών περιοχών δεν ερμηνεύεται με το θρησκευτικό δόγμα αλλά με τον μεγαλύτερο βαθμό εκπαίδευσης του πληθυσμού. Με άλλα λόγια, η επιτυχία των προτεσταντικών περιοχών ήταν ευθέως ανάλογη με τη μείωση του αναλφαβητισμού. Οταν το επίπεδο εκπαίδευσης είναι το ίδιο, δεν υπάρχουν διαφορές μεταξύ καθολικών και προτεσταντών.

«Δεν υπάρχει κανένα προτεσταντικό πνεύμα, καμία ηθική της εργασίας, που κάνει τους προτεστάντες οικονομικά αποδοτικότερους. Η μόνη διαφορά μεταξύ καθολικών και προτεσταντών είναι ότι οι προτεστάντες προώθησαν μαζικά τη σχολική εκπαίδευση», λέει ο Καντόνι.

Ο Βέμπερ δεν μπορεί να απαντήσει. Αλλά δεν θα τον βοηθούσαν και τα στοιχεία των ερευνών.