Πρόκειται για μια δολοφονία που υπενθυμίζει την πραγματική φύση της δημοσιογραφίας. Η Δάφνη Καρουάνα Γκαλιζία σκοτώθηκε το βράδυ της Δευτέρας, όταν το αυτοκίνητό της καταστράφηκε από ισχυρή εκρηκτική συσκευή. Ηταν η δημοσιογράφος που ηγήθηκε της έρευνας των Panama Papers για τη διαφθορά στη Μάλτα. Μια μπλόγκερ, της οποίας οι αναρτήσεις προσέλκυαν περισσότερους αναγνώστες απ’ ό,τι όλες οι εφημερίδες της χώρας της. Οι πιο πρόσφατες αποκαλύψεις της στοχοποιούσαν τον πρωθυπουργό της Μάλτας Τζόζεφ Μουσκάτ και δύο στενούς συνεργάτες του, συνδέοντάς τους με οφσόρ εταιρείες, πωλήσεις μαλτέζικων διαβατηρίων και πληρωμές από την κυβέρνηση του Αζερμπαϊτζάν. Η ιστοσελίδα Politico είχε χαρακτηρίσει πρόσφατα την 53χρονη Γκαλιζία «ένα Wikileaks από μόνη της». Τα άρθρα της είχαν οδηγήσει σε αποκαλύψεις τόσο για το τι συμβαίνει πίσω από τις κλειστές πόρτες των γραφείων της Ευρωπαϊκής Ενωσης όσο και για τον υπόκοσμο της Μάλτας.

Σύμφωνα με τα μέσα ενημέρωσης της Μάλτας, που χθες, όπως ήταν φυσικό, είχαν πρωτοσέλιδο τη δολοφονία, η δημοσιογράφος είχε καταθέσει στην αστυνομία πριν από 15 ημέρες πως δεχόταν απειλές θανάτου. Η Γκαλιζία ανάρτησε το τελευταίο κείμενο στο μπλογκ της Running Commentary στις 2.35 μ.μ. τη Δευτέρα και η έκρηξη, που συνέβη κοντά στο σπίτι της, αναφέρθηκε στην αστυνομία λίγο μετά τις 3 μ.μ.

Η Καρουάνα Γκαλιζία ήταν μια από τις καλύτερες δημοσιογράφους της χώρα της και ασχολούνταν με πολλά θέματα διαφθοράς –από τον τρόπο με τον οποίο οι τράπεζες διευκολύνουν τη νομιμοποίηση εσόδων μέχρι τις υπόγειες διαδρομές που διασυνδέουν τη διαδικτυακή βιομηχανία τυχερών παιχνιδιών της Μάλτας με τη μαφία.

Τα δύο τελευταία δύο χρόνια ασχολούνταν κυρίως με τις αποκαλύψεις από τα Panama Papers –εκατομμύρια αρχεία που διέρρευσαν από την εσωτερική βάση δεδομένων της τέταρτης μεγαλύτερης εταιρείας οφσόρ στον κόσμο, τη Mossack Fonseca. Τα στοιχεία αυτά πήρε στην κατοχή της η γερμανική εφημερίδα «Süddeutsche Zeitung» και τα μοιράστηκε με μια σειρά από άλλα μέσα ενημέρωσης ανά τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένης της «Guardian», από τη Διεθνή Κοινοπραξία Διερευνητικών Δημοσιογράφων (ICIJ) στην Ουάσιγκτον. Στα 11,5 εκατομμύρια έγγραφα που διέρρευσαν από την παναμέζικη δικηγορική εταιρεία, αποκαλύφθηκαν οι τρόποι με τους οποίους διεθνές κύκλωμα πωλούσε υπηρεσίες οικονομικού απορρήτου σε εκατοντάδες πολιτικούς και δημόσιους αξιωματούχους, σε απατεώνες και διακινητές ναρκωτικών, σε δισεκατομμυριούχους επιχειρηματίες και διασημότητες. Κανείς δεν έχει αναλάβει την ευθύνη για τη δολοφονία της δημοσιογράφου. Ο ιδρυτής του ιστότοπου Wikileaks Τζούλιαν Ασάνζ, μέσω twitter, πρόσφερε αμοιβή 20.000 ευρώ σε όποιον διαθέτει πληροφορίες που μπορεί να οδηγήσουν στην εξιχνίαση της δολοφονίας. «Εξοργίστηκα που πληροφορήθηκα ότι η μαλτέζα ερευνητική δημοσιογράφος και μπλόγκερ Δάφνη Καρουάνα Γκαλιζία δολοφονήθηκε από έκρηξη στο αυτοκίνητό της. Προσφέρω αμοιβή 20.000 ευρώ για τυχόν πληροφορίες που θα οδηγήσουν στην καταδίκη των δολοφόνων της» έγραψε.

Καταδίκη από την Κομισιόν. Τον αποτροπιασμό της για τη δολοφονία της μαλτέζας δημοσιογράφου εξέφρασε ο εκπρόσωπος της Κομισιόν Μαργαρίτης Σχοινάς, τονίζοντας ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή την καταδικάζει με τον πιο έντονο τρόπο και ζητά μετ’ επιτάσεως να βρεθούν οι ένοχοι και να αντιμετωπίσουν τη Δκαιοσύνη. «Σοκαριστήκαμε από τη στοχευμένη επίθεση στη γνωστή και αξιοσέβαστη δημοσιογράφο Δάφνη Καρουάνα Γκαλιζία» δήλωσε. «Το δικαίωμα ενός δημοσιογράφου να ερευνά, να κάνει άβολες ερωτήσεις και να γράφει τα όσα αποκαλύπτει βρίσκεται στην καρδιά των αξιών μας και πρέπει να προστατεύεται».

Η πρόεδρος της Μάλτας Μαρία -Λουίζ Κολέιρο Πρέκα ζήτησε ηρεμία. «Σε αυτές τις στιγμές, όταν η χώρα είναι συγκλονισμένη από μια τέτοια επίθεση, καλώ τους πάντες να μετρήσουν τα λόγια τους, να μην κρίνουν και να δείξουν αλληλεγγύη» δήλωσε. Σε δήλωσή του ο πρωθυπουργός Μουσκάτ καταδίκασε τη βάρβαρη επίθεση, λέγοντας πως ζήτησε από την αστυνομία να απευθυνθεί στις υπηρεσίες ασφαλείας άλλων χωρών για βοήθεια για τον εντοπισμό των δραστών. «Ολοι γνωρίζουμε ότι η κυρία Καρουάνα Γκαλιζία ήταν σκληρός επικριτής μου», ανέφερε ο Μουσκάτ, «τόσο πολιτικά όσο και προσωπικά, αλλά κανείς δεν μπορεί να δικαιολογήσει αυτή τη βάρβαρη πράξη με κανέναν τρόπο».