«Είναι σαν τα Σόδομα και τα Γόμορρα, σαν να είναι ο Θεός θυμωμένος μαζί μας»: σε μια βαθιά καθολική χώρα όπως το Μεξικό, που πλήττεται μέσα σε έντεκα ημέρες από δύο φονικούς σεισμούς, με τον δεύτερο να ενσκήπτει στην 32η επέτειο ενός άλλου, πανίσχυρου σεισμού που άφησε πίσω του 10.000 νεκρούς και 30.000 τραυματίες, η φορτισμένη αντίδραση του Χόρχε Ορτίς Ντίαζ, τα δάκρυα στα μάτια του καθώς ξεστόμιζε αυτά τα λόγια, μοιάζουν απολύτως δικαιολογημένα. Στη συνέχεια των όσων είπε αυτός ο 66χρονος δημόσιος υπάλληλος ωστόσο, πριν σπεύσει ξανά να βοηθήσει όπως μπορούσε τους διασώστες, κρύβεται όλη η ουσία: «Τώρα είναι η ώρα της αλληλεγγύης». Ο σεισμός των 7,1 βαθμών που χτύπησε το Μεξικό στις 13.14 της Τρίτης, τοπική ώρα, άφησε πίσω του περισσότερους από 225 νεκρούς, εκατοντάδες τραυματίες, χιλιάδες αστέγους και ανυπολόγιστες καταστροφές. Μετά τον αρχικό πανικό, ωστόσο, οι εικόνες και οι πληροφορίες που έφταναν από τη χώρα «σχημάτιζαν» ένα τεράστιο κύμα αλληλεγγύης, ώστε να σωθεί ό,τι –και όποιος –μπορούσε να σωθεί.

Το επίκεντρο του σεισμού ήταν 120 χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της Πόλης του Μεξικού, στα όρια των πολιτειών Πουέμπλα και Μορέλος, σε βάθος 51 χιλιομέτρων. Οι πολιτείες Πουέμπλα, Μορέλος, Γκερέρο, Οαχάκα, όλες μετρούσαν θύματα. Σχεδόν τα μισά θύματα, ωστόσο, τα θρηνεί η Πόλη του Μεξικού, με τους 20 εκατομμύρια ανθρώπους και το σαθρό υπέδαφος –μεγάλο μέρος της Πόλης είναι χτισμένο πάνω σε μια παλιά αποξηραμένη λίμνη και το έδαφος είναι τέτοιο που μπορεί να μεγεθύνει τις επιπτώσεις ενός σεισμού ακόμα κι αν το επίκεντρό του είναι εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά. Τουλάχιστον πενήντα κτίρια κατέρρευσαν. Ανάμεσά τους, και δύο σχολεία. Εκατοντάδες παιδιά ηλικίας 3 έως 14 χρόνων βρίσκονταν τη στιγμή που άρχισε να σείεται η γη στο σχολείο Ενρίκε Ρεμπσαμέν, στο νότιο τμήμα της πρωτεύουσας. Στις 11 το πρωί της Τρίτης είχαν ηχήσει οι σειρήνες. Εκείνη τη μέρα συμπληρώνονταν ακριβώς 32 χρόνια από τον σεισμό των 8 βαθμών που είχε σχεδόν ισοπεδώσει την Πόλη του Μεξικού στις 19 Σεπτεμβρίου του 1985. Και μόλις 11 ημέρες νωρίτερα, στις 7 Σεπτεμβρίου, ένας σεισμός μεγέθους 8,1 βαθμών, ο ισχυρότερος του τελευταίου αιώνα, είχε στοιχίσει τη ζωή σε τουλάχιστον 100 ανθρώπους στο Νότιο Μεξικό: οι σειρήνες ήταν μια άσκηση ετοιμότητας ενός πληθυσμού ήδη εκπαιδευμένου στο πώς πρέπει να αντιδρά.

«Δύο ώρες αργότερα, οι σειρήνες ήχησαν ξανά και επικράτησε λίγο σύγχυση» λέει η Εμανουέλε Στιλς, ανταποκρίτρια του γαλλικού franceinfo στο Μεξικό. «Κάποιοι δεν πήραν αμέσως τον συναγερμό στα σοβαρά, νομίζοντας πως ήταν ακόμα μια άσκηση. Οταν άρχισε να σείεται βίαια η γη, όλοι κατάλαβαν και έτρεξαν έξω στον δρόμο, ίσως όμως να ήταν ήδη πολύ αργά για κάποιους». Σύμφωνα με αυτόπτες μάρτυρες, το σχολείο Ενρίκε Ρεμπσαμέν δεν κατέρρευσε μονομιάς: το κτίριο σαν να «δίπλωσε» κι έπειτα, ανήμπορο να αντισταθεί παρά τους αυστηρούς αντισεισμικούς κανονισμούς που επέβαλαν στις οικοδομές οι Αρχές έπειτα από εκείνο τον σεισμό του 1985, άρχισε να καταρρέει η μία τάξη μετά την άλλη. Εκατοντάδες εθελοντές έσπευσαν να βοηθήσουν τους διασώστες, με φτυάρια, αξίνες ή και γυμνά χέρια, στην αναζήτηση επιζώντων μέσα στα ερείπια. Τα ονόματα των αγνοούμενων παιδιών γράφτηκαν σε χαρτόνια, σπίτια μετατράπηκαν σε αυτοσχέδιες κλινικές, εργάτες από μια κοντινή οικοδομή έτρεξαν μαζί με τα μηχανήματά τους. «Ησυχία!» φώναζαν ανά τακτά χρονικά διαστήματα οι διασώστες, ελπίζοντας να ακούσουν κάποια φωνή ανάμεσα στα χαλάσματα. Κάθε απόδειξη ζωής γινόταν δεκτή με χειροκροτήματα. Αλλά ο απολογισμός ήταν βαρύς: τουλάχιστον 21 παιδιά και ακόμη 4 ενήλικοι ανασύρθηκαν νεκροί, δεκάδες ακόμη εξακολουθούσαν χθες να αγνοούνται. «Κανένα ανθρώπινο πλάσμα δεν μπορεί να φανταστεί τον πόνο μου» έλεγε η Αντριάνα Φάργκο: η 7χρονη κόρη της δεν είχε εντοπιστεί ακόμα.

«Το σχολείο μοιάζει με σύγχρονο κτίριο, αν είχε κατασκευαστεί σωστά δεν θα έπρεπε να είχε καταρρεύσει, και περιμένω να εγερθούν ερωτήματα» έλεγε στην «Guardian» ο Ντέιβιντ Ρότερι, καθηγητής Πλανητικών Γεωεπιστημών στο βρετανικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο. Τα ίδια ερωτήματα θα τεθούν ενδεχομένως και για τα υπόλοιπα κτίρια που κατέρρευσαν, πυροδοτώντας αντίστοιχες εικόνες. «Στον δρόμο ακούμε συχνά «σε εκείνο τον δρόμο κατέρρευσε μια πολυκατοικία, πρέπει να πάμε να βοηθήσουμε», ο κόσμος τρέχει, φέρνουν εφόδια, νερό, φτυάρια και κάδους για να βοηθήσουν να απομακρυνθούν τα συντρίμμια… Υπάρχει καλή θέληση, αλλά ίσως καμιά φορά και κάπως ελλιπής οργάνωση, το εύρος της καταστροφής είναι τόσο μεγάλο που σε ξεπερνάει».

Το Μεξικό βρίσκεται πάνω στην τεκτονική πλάκα Κόκος, η οποία βυθίζεται κάτω από τη βορειοαμερικανική πλάκα με ταχύτητα 6,1 εκατοστών τον χρόνο και μέχρι 600 χιλιόμετρα βάθος. Είναι αυτή η «βύθιση» που προκαλεί ανά τακτά ή μη χρονικά διαστήματα σεισμικές δονήσεις –ο σεισμός της Τρίτης είναι ο τελευταίος μιας σχεδόν αδιάκοπτης σειράς χτυπημάτων του Εγκέλαδου κατά μήκος της δυτικής πλευράς της Βόρειας Αμερικής. Ειδικοί καλούνταν να αποφανθούν χθες αν ο σεισμός της 7ης Σεπτεμβρίου και ο προχθεσινός συνδέονται, αν ο πρώτος επέφερε τον δεύτερο και -πάνω από όλα –αν πρόκειται να ακολουθήσουν και άλλοι. Το επίκεντρο του ενός από τον άλλο σεισμό είχε απόσταση 650 χιλιομέτρων, δύσκολα μπορεί να συνδέονται άμεσα, εκτιμούσε ο βρετανός σεισμολόγος Στίβεν Χικς από το Πανεπιστήμιο του Σαουθάμπτον. Οσο για τη συνέχεια, εκατομμύρια άνθρωποι στο Μεξικό κοιμήθηκαν για δεύτερη συνεχόμενη βραδιά στον δρόμο φοβούμενοι ακριβώς αυτό.