Χθες ήταν η 382η δικάσιμος. Μια ημέρα – ορόσημο στη μεγαλύτερη δίκη στη μεταπολεμική ιστορία της Γερμανίας: τη δίκη για τις δολοφονίες του νεοναζιστικού πυρήνα Εθνικοσοσιαλιστική Παρανομία (NSU). Οι τρεις εισαγγελείς της έδρας στο εφετείο του Μονάχου έκλεισαν την πολύμηνη αγόρευσή τους με την πρόταση της ποινής για τη βασική κατηγορούμενη Μπεάτε Τσέπε. Μόνο ισόβια κάθειρξη μπορεί να είναι η ποινή, είπε ο ομοσπονδιακός εισαγγελέας Χέρμπερτ Ντίμερ. Ζήτησε επίσης να διαπιστωθεί από το δικαστήριο ο ιδιαζόντως ειδεχθής χαρακτήρας των εγκλημάτων και να επιβληθούν περιοριστικά μέτρα ασφαλείας στην κατηγορούμενη όταν θα έχει εκτίσει την ποινή της, επειδή εκτιμά ότι θα συνεχίσει να είναι επικίνδυνη.

Μολονότι η Μπεάτε Τσέπε δεν πυροβόλησε ούτε μία φορά, η ομοσπονδιακή εισαγγελία δεν έχει καμία αμφιβολία ότι ήταν συνεργός σε όλα τα εγκλήματα του νεοναζιστικού πυρήνα NSU: τις δολοφονίες οκτώ τουρκικής καταγωγής καταστηματαρχών και του Ελληνα Θόδωρου Βουλγαρίδη στο Μόναχο, καθώς και μιας γερμανίδας αστυνομικού, τις δύο βομβιστικές επιθέσεις στην Κολωνία με δεκάδες τραυματίες καθώς και πολυάριθμες ληστείες και κλοπές. Για το καθένα από τα 14 εγκλήματα ο εισαγγγελέας ζήτησε την καταδίκη σε ισόβια της Τσέπε, η οποία τα επεδίωξε και συμμετείχε καθοριστικά στην τέλεσή τους.

Η Μπεάτε Τσέπε άκουσε την πρόταση του εισαγγελέα με την ίδια αμέτοχη έκφραση του προσώπου της που είχε σε όλη τη διάρκεια της δίκης μέχρι τώρα. Από την πρώτη ημέρα της δίκης, τον Μάιο του 2013, δεν άνοιξε το στόμα της ούτε μία φορά. Μόνο τον Δεκέμβριο του 2015 ο συνήγορος υπεράσπισης ανέγνωσε δήλωσή της στην οποία παραδέχτηκε ότι γνώριζε για τις ληστείες τραπεζών των δύο συνεργών της Ούβε Μούντλος και Ούβε Μπόνχαρντ και ομολόγησε ότι πυρπόλησε το τελευταίο διαμέρισμα – καταφύγιο που είχε το τρίο στο Τσβίκαου. Αλλά έμαθε εκ των υστέρων για τις δολοφονίες και τις βομβιστικές επιθέσεις.

Η Τσέπε γνωριζόταν με τον Μούντλος και τον Μπόνχαρντ από τις αρχές της δεκαετίας του ’90, έχοντας διαδοχικά σχέση μαζί τους. Το τρίο είχε από νωρίς σχέση με νεοναζιστικά κυκλώματα στη Γιένα και το Τσβίκαου, ενώ το 1998 έγινε για πρώτη φορά στόχος της αστυνομίας που εντόπισε εκρηκτικά σε ενοικιαζόμενο από την Τσέπε γκαράζ. Μήνες αργότερα το τρίο πέρασε στην παρανομία· σε 15 συνολικά ληστείες συγκέντρωσε 600.000 ευρώ.