Την ώρα που σε όλη την Ευρώπη ειδικοί προσπαθούν να βρουν τρόπους αποτροπής των τρομοκρατικών επιθέσεων με αυτοκίνητα που πέφτουν πάνω σε πεζούς, χθες η καταλανική αστυνομία κατάφερε να σκοτώσει τον Γιουνές Αμπουγιακούμπ, βασικό ύποπτο για τις πρόσφατες τρομοκρατικές επιθέσεις στη Βαρκελώνη και το Καμπρίλς. Αστυνομικοί πυροβόλησαν και σκότωσαν τον 22χρονο Μαροκινό, ο οποίος φορούσε ψεύτικη ζώνη με εκρηκτικά, κοντά στην κοινότητα Σουμπιράτς δυτικά της Βαρκελώνης. Λίγο νωρίτερα μια γυναίκα είχε ενημερώσει τις Αρχές για την παρουσία υπόπτου στην περιοχή. Οπως αναφέρουν τα ισπανικά ΜΜΕ, από το πρωί χθες είχε δοθεί η φωτογραφία του στη δημοσιότητα και η γυναίκα τον εντόπισε να κινείται περίεργα κοντά στο σπίτι της. Εκείνος το αντιλήφθηκε και προσπάθησε να διαφύγει μέσα από αμπελώνες, όμως οι αστυνομικοί κατόρθωσαν να τον εντοπίσουν και να τον πυροβολήσουν σε δρόμο κοντά σε εργοστάσιο επεξεργασίας αποβλήτων.

«Επιβεβαιώνουμε ότι το πρόσωπο που σκοτώθηκε στο επεισόδιο στο Σουμπιράτς είναι ο Γιουνές Αμπουγιακούμπ, ο δράστης της τρομοκρατικής επίθεσης στη Βαρκελώνη» ανέφερε στο twitter εκπρόσωπος της αστυνομίας της Καταλωνίας. Ο νεαρός την περασμένη Πέμπτη είχε οδηγήσει ένα φορτηγάκι πάνω σε συγκεντρωμένο πλήθος στην κεντρική λεωφόρο της Βαρκελώνης Λας Ράμπλας, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν 13 άτομα. Αμέσως μετά διέφυγε πεζή, μαχαίρωσε έναν άνδρα για να κλέψει το αυτοκίνητό του και έπεσε πάνω σε μπλόκο της αστυνομίας με μεγάλη ταχύτητα καταφέρνοντας να διαφύγει. Ο Αμπουγιακούμπ ήταν ο μόνος από τα 12 άτομα που προετοίμαζαν τις επιθέσεις που δεν είχε συλληφθεί. Η μητέρα του Χανού Γκανίμι απηύθυνε έκκληση στο γιό της να παραδοθεί, λέγοντας ότι προτιμά να τον δει στη φυλακή παρά νεκρό. Από τους υπόλοιπους τζιχαντιστές οι 7 είναι νεκροί και 4 έχουν συλληφθεί. Από τα 120 άτομα που τραυματίσθηκαν στην επίθεση, 9 παραμένουν σε κρίσιμη κατάσταση στο νοσοκομείο.

Μέχρι στιγμής στην Ευρώπη είναι 12 οι περιπτώσεις που οδηγοί κατέπεσαν με αυτοκίνητο ή φορτηγό σε πεζούς. Οι δημοτικές Αρχές αντιλαμβάνονται ότι θα πρέπει να πάρουν μέτρα, όμως μέχρι στιγμής οι επιφυλάξεις για το κόστος, ο φόβος ότι τα μέτρα θα απομακρύνουν τους πολίτες και μια ανησυχία για τη δημιουργία προβλημάτων στην καθημερινότητα φαίνεται ότι αποτρέπουν τη λήψη άμεσων μέτρων, παρότι οι ειδικοί επιμένουν ότι χρειάζονται. «Δεν θέλουμε να γίνουμε σαν την Χεβρώνα», λέει η Ελς Αμπε, αντιδήμαρχος Βρυξελλών, αναφερόμενη στη πόλη της Δυτικής Οχθης όπου Παλαιστίνιοι και ισραηλινοί άποικοι χωρίζονται από μεγάλα τσιμεντένια εμπόδια. Η βελγική πρωτεύουσα έχει πολλούς πεζοδρόμους και ζώνες για πεζούς και εάν τοποθετούν εκεί, συνεχίζει, εμπόδια για οχήματα, θα περιορισθεί η πρόσβαση σε όσους μένουν ή έχουν επιχειρήσεις στην περιοχή. «Δεν μπορείς να μπλοκάρεις κάθε δρόμο. Οι κάτοικοι πρέπει να ζουν, να κινούνται και τα καταστήματα να παραλαμβάνουν εμπορεύματα. Πρέπει να βρούμε μια μέση λύση ανάμεσα στην ασφάλεια και στο να συνεχίσουμε κανονικά τη ζωή».

Αν όμως στις Βρυξέλλες και στη Βαρκελώνη υπαρχει ολιγωρία, δεν συμβαίνει το ίδιο στη Νίκαια της Γαλλίας, εκεί όπου σκοτώθηκαν 86 άτομα, όταν φορτηγό εμβόλισε κόσμο που περπατούσε στην παραλία την Ημέρα της Βαστίλλης. Στη Νίκαια έχουν εγκατασταθεί εμπόδια και νησίδες σε πολλούς δρόμους, ενώ έχουν γίνει και αλλαγές στην κίνηση οχημάτων. Βέβαια, σε αυτό παίζει ρόλο ότι η Νίκαια είναι ένας πλούσιος δήμος και μπορεί να επενδύσει στο θέμα της ασφαλειας.
Χωρίς πόρους

Το μέγεθος της πρόκλησης να γίνει μια πόλη ασφαλής είναι τεράστιο, παρατηρεί η Ελίζαμπεθ Τζόνστον, του Ευρωπαϊκού Φόρουμ Αστικής Ασφάλειας. «Εάν προστατεύσεις έναν στόχο η επίθεση μπορεί να γίνει κάπου αλλού. Οι περισσότερες πόλεις δεν διαθέτουν πόρους. Πρέπει να βρεθεί τρόπος να αντιμετωπίσουν αυτές τις αναγκαίες δαπάνες»