Βέτο ανακοίνωσε ότι θα ασκήσει ο πρόεδρος της Πολωνίας Αντρέι Ντούντα σε δύο από τα τρία νομοσχέδια που αφορούν μεταρρυθμίσεις στο δικαστικό σύστημα της χώρας και έφεραν τη Βαρσοβία σε σύγκρουση με την Ευρωπαϊκή Ενωση. Πρόθεση της κυβέρνησης ήταν να θέσει τη Δικαιοσύνη υπό τον απόλυτο έλεγχο της εκτελεστικής εξουσίας, καθώς στα νομοσχέδια προβλέπεται μεταξύ άλλων η απόλυση όλων των μελών του Ανώτατου Δικαστηρίου που δεν έχουν τοποθετηθεί στο Σώμα από τον υπουργό Δικαιοσύνης. Η ψήφιση του νόμου προκάλεσε κύμα διαδηλώσεων στην Πολωνία και την καταδίκη της διεθνούς κοινότητας.

«Αποφάσισα να αναπέμψω στην Κάτω βουλή –το οποίο σημαίνει πως θα θέσω βέτο –το νομοσχέδιο για το Ανώτατο Δικαστήριο, καθώς και εκείνο για το Εθνικό Δικαστικό Συμβούλιο», δήλωσε ο Ντούντα έπειτα από τις πολυήμερες μαζικές διαδηλώσεις. «Αυτός ο νόμος (για το Ανώτατο Δικαστήριο) δεν θα ενισχύσει το αίσθημα δικαιοσύνης» στην κοινωνία. «Αυτοί οι νόμοι πρέπει να διορθωθούν» ανέφερε ο αρχηγός του πολωνικού κράτους σε τηλεοπτική δήλωσή του. Ο Ντούντα είναι σύμμαχος της δεξιάς, ευρωσκεπτικιστικής κυβέρνησης του κόμματος Νόμου και Δικαιοσύνης και, παρότι είχε απειλήσει ότι θα ζητήσει αλλαγές για το ένα νομοσχέδιο, το γεγονός ότι θα ασκήσει βέτο και σε δεύτερο νομοσχέδιο αποτέλεσε έκπληξη.

Ορόσημο. Κάποιοι αναλυτές θεωρούν πως η απόφαση του προέδρου τον φέρνει σε αντιπαράθεση με τον ντε φάκτο ηγέτη της χώρας, Γιάροσλαβ Κατσίνσκι, ο οποίος είναι επικεφαλής του κυβερνώντος κόμματος, αλλά δεν κατέχει κάποιο αξίωμα. Ο Κατσίνσκι αρνήθηκε να απαντήσει στις ερωτήσεις των δημοσιογράφων καθώς έφθανε στα κεντρικά γραφεία του κόμματος για να πάρει μέρος σε έκτακτη σύσκεψη όπου συζητήθηκε το αναπάντεχο βέτο. Ανώτατο στέλεχος του κόμματος, όμως σχολίασε: «Αυτό δείχνει πως ο πρόεδρος θέλει να λαμβάνει αποφάσεις. Θα σκεφθούμε τι πρόκειται να συμβεί, θα έχουμε και άλλες συναντήσεις». Η Αννα Ματέρσκα, πολιτική επιστήμονας στο Πανεπιστήμιο της Βαρσοβίας, θεωρεί πως η κίνηση του Ντούντα να αποστασιοποιηθεί από μια από τις βασικές πολιτικές του κόμματος Νόμου και Δικαιοσύνης, παρότι μέχρι τώρα διατηρούσε στενούς δεσμούς με το κόμμα αυτό, θα αποτελέσει πολιτικό ορόσημο για την Πολωνία. Τα βέτο του προέδρου, θεωρητικά, μπορούν να παρακαμφθούν από το Κοινοβούλιο, όμως αυτό απαιτεί πλειοψηφία 2/3, που δεν μπορούν να συγκεντρώσουν το κυβερνών κόμμα και οι εταίροι του στην κυβέρνηση.

Θετικές αντιδράσεις. Το Σάββατο η Ανω Βουλή είχε εγκρίνει το νομοσχέδιο που θα απομάκρυνε αμέσως όλα τα μέλη του Ανώτατου Δικαστηρίου της χώρας, εκτός από εκείνα που είχε επιλέξει ο σημερινός υπουργός Δικαιοσύνης. Οι αλλαγές στο δικαστικό σύστημα, μαζί με άλλες κινήσεις του κυβερνώντος κόμματος να επεκτείνει τις εξουσίες του σε άλλους τομείς, συμπεριλαμβανομένου του ελέγχου των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, έχει προκαλέσει κρίση στις σχέσεις με την Ευρωπαϊκή Ενωση και μια από τις μεγαλύτερες πολιτικές συγκρούσεις από την κατάρρευση του κομμουνισμού στη χώρα, το 1989. Επί πολλές ημέρες, δεκάδες χιλιάδες διαδηλωτές συγκεντρώνονταν σε πόλεις όπως η Βαρσοβία, η Κρακοβία και το Πόζναν κρατώντας κεριά και απαιτώντας από τον Ντούντα να ασκήσει βέτο.

«Αυτό που είχαμε δεν ήταν μεταρρύθμιση, αλλά σφετερισμός των δικαστηρίων. Συγχαίρω όλους τους Πολωνούς, αυτή είναι μια μεγάλη επιτυχία, πραγματικά» δήλωσε η Καταρζίνα Λουμπνάουερ, επικεφαλής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του αντιπολιτευόμενου κόμματος Nowoczesna. Η αντιπολίτευση και διαπρεπείς νομικοί θεωρούν ότι οι αλλαγές παραβιάζουν το πολωνικό Σύνταγμα.

Η κίνησή του προέδρου Ντούντα, πάντως, φαίνεται ότι κρίθηκε ευνοϊκά από τους ξένους επενδυτές, με το πολωνικό νόμισμα, το ζλότι, να σημειώνει αμέσως άνοδο έναντι του ευρώ, καθώς πολλοί θεώρησαν ότι περιορίζεται ο πολιτικός κίνδυνος για την Πολωνία. Ο οικονομικός αναλυτής Ουίλιαμ Τζάκσον θεωρεί ότι, όσον αφορά τους ξένους επενδυτές, πολλά θα εξαρτηθούν πλέον από το πώς θα ξαναγραφτούν τα νομοσχέδια και «εάν, στην τελική τους μορφή, θα συνεχίσουν να ανησυχούν τόσο τους επενδυτές όσο και την Ευρωπαϊκή Ενωση».