Σε δύο μήνες η Γερμανία εκλέγει νέα Βουλή, από την οποία θα προκύψει και η νέα κυβέρνηση στην ισχυρότερη χώρα της ΕΕ. Οι Σοσιαλδημοκοκράτες δεν μπορούν να σηκώσουν κεφάλι μετά την πρόσκαιρη άνοδο με τον Μάρτιν Σουλτς κι επιστρέφουν στις δημοσκοπήσεις στα γνώριμα ποσοστά του 20%-25%. Το αρχαιότερο κόμμα της Γερμανίας, με ιστορία 150 και πλέον χρόνων, έχει μεγάλες δυσκολίες να κρατήσει την παραδοσιακή εκλογική του πελατεία αφενός και αφετέρου να παρακολουθήσει τις συνέπειες της κοινωνικής μετεξέλιξης της χώρας στην εκλογική συμπεριφορά των πολιτών. Το κενό καλύπτει μεταξύ άλλων το εθνικολαϊκιστικό μόρφωμα Εναλλακτική για τη Γερμανία, το οποίο αναμένεται ότι θα μπει και στην Ομοσπονδιακή Βουλή μετά τις επιτυχίες που κατέγραψε σε όλες τις περιφερειακές εκλογικές αναμετρήσεις των δύο τελευταίων χρόνων.

Μπαίνοντας στη θερμή φάση του προεκλογικού αγώνα, το Γερμανικό Ινστιτούτο Οικονομίας (DIW) παρουσίασε την περασμένη Τετάρτη τα αποτελέσματα έρευνας για την εισοδηματική εξέλιξη των Γερμανών σε συνδυασμό με την εκλογική τους συμπεριφορά. Η έκθεση του σοσιαλδημοκρατικής κατεύθυνσης ινστιτούτου DIW διαπιστώνει ότι τα τελευταία 15 χρόνια υπάρχουν σημαντικές αλλαγές στη σύνθεση της εκλογικής πελατείας των κομμάτων της Γερμανίας. «Η γήρανση της κοινωνίας και η μετάλλαξη του εργατικού δυναμικού επιδρούν στις εκλογικές προτιμήσεις. Αποτέλεσμα είναι να μην ισχύουν πλέον βασικά στερεότυπα, όπως για παράδειγμα ότι οι Σοσιαλδημοκράτες (SPD) είναι κλασικό κόμμα εργατών», λέει ο διευθυντής Ερευνας του DIW Αλέξανδρος Κρητικός.

Aπό την έρευνα προκύπτει επίσης ότι οι ψηφοφόροι της δεξιάς Χριστιανικής Ενωσης (CDU-CSU) και του Σοσιαλδημοκρατικού κόμματος SPD μοιάζουν όλο και περισσότερο. Αυτό σημαίνει ότι τα δύο μεγάλα κόμματα απευθύνονται σε εκλογική πελατεία που έχει τα ίδια χαρακτηριστικά.

Ταυτόχρονα, οι Πράσινοι γίνονται όλο και περισσότερο το κόμμα των δημοσίων υπαλλήλων και των απασχολουμένων στον ευρύτερο δημόσιο τομέα. Ως κόμμα των απλών εργατών, αλλά όχι μόνον, εξελίσσεται το εθνολαϊκιστικό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (ΑfD), το οποίο έχει τη δύναμή του γεωγραφικά στην πρώην κομμουνιστική Ανατολική Γερμανία όπως και το νεοκομμουνιστικό κόμμα Η Αριστερά.

Η μετάλλαξη. Η έρευνα του DIW ερμηνεύει εμμέσως και τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζει το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα να ξαναβρεί την παλιά του αίγλη, εξηγεί στα «ΝΕΑ» ο καθηγητής Κρητικός. «Τα τελευταία χρόνια τα δύο μεγάλα κόμματα λαϊκής βάσης επικέντρωσαν τη στρατηγική τους στοχεύοντας στους υπαλλήλους και τους συνταξιούχους. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να συγκλίνει η δομή της εκλογικής πελατείας Χριστιανοδημοκρατών και Σοσιαλδημοκρακτών» λέει ο Κρητικός. «Το SPD έχει ένα εμφανές πρόβλημα διαφοροποίησης από το CDU-CSU», προσθέτει, «του λείπει ένα χαρακτηριστικό ως ειδοποιός διαφορά, με την οποία θα μπορούσε να απευθυνθεί σε ευρύτερα εκλογικά στρώματα, χωρίς ταυτόχρονα να έχει μεγάλες απώλειες στις δύο αυτές σημαντικές κοινωνικές ομάδες».

Η μεγαλύτερη μετάλλαξη παρατηρείται στο εκλογικό σώμα του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος. Η πλειονότητα των ψηφοφόρων του SPD δεν είναι πλέον εργάτες, αλλά όλο και περισσότερο υπάλληλοι και συνταξιούχοι. Και στο κεντρώο κόμμα των Φιλελευθέρων αυξήθηκε σημαντικά το ποσοστό συνταξιούχοι ψηφοφόρων –έχει το υψηλότερο ποσοστό από όλα τα άλλα κόμματα.

Παράλληλα, η εκλογική πελατεία του εθνικολαϊκιστικού κόμματος Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) αποτελείται σε μεγάλο ποσοστό από απασχολουμένους χαμηλών εργασιακών απαιτήσεων. Σε όλες τις περιφερειακές εκλογές που προηγήθηκαν φάνηκε επίσης ότι το AfD αντλεί περισσότερο από κάθε άλλο κόμμα από τη δεξαμενή της αποχής. Η έρευνα του DIW δίνει και την εξήγηση: «Στα χαμηλότερα σκαλοπάτια της εισοδηματικής κλίμακας είναι εκείνοι που έχουν αποστραφεί από την πολιτική και δεν πηγαίνουν καν στις εκλογές» λέει ο Καρλ Μπρένκε, που συμμετείχε στη σύνταξη της έρευνας. Κατά συνέπεια, το κόμμα που εκφράζει σήμερα τους «μη προνομιούχους» της Γερμανίας είναι το AfD, ακολουθούμενο από την Αριστερά (Die Linke).