«Η Ενωση βασίζεται στις αρχές της ελευθερίας, της δημοκρατίας, του σεβασμού των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών και του κράτους δικαίου, αρχές οι οποίες είναι κοινές στα κράτη-μέλη» ορίζει στην παράγραφο 1 το άρθρο 6 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ενωση. Ενάμιση χρόνο τώρα, από όταν ανέλαβε την εξουσία το κόμμα Νόμος και Δικαιοσύνη (PiS), η Πολωνία παρεκκλίνει ολοένα και πιο έντονα από αυτόν τον δρόμο. Η εθνολαϊκιστική, ευρωφοβική της κυβέρνηση έχει υπό τον έλεγχό της το Συνταγματικό Δικαστήριο. Ενίσχυσε τον κυβερνητικό έλεγχο των μέσων ενημέρωσης. Επέβαλε περιορισμούς στις δημόσιες συναθροίσεις. Περιόρισε τις δραστηριότητες των μη κυβερνητικών οργανώσεων. Και τώρα επιχειρεί να θέσει υπό τον απόλυτο έλεγχό της τη Δικαιοσύνη.

Για πρώτη φορά η ΕΕ την απείλησε προχθές πως θα ενεργοποιήσει την επονομαζόμενη «θεσμική πυρηνική βόμβα», το άρθρο 7 της ευρωπαϊκής συνθήκης που προβλέπει, εφόσον διαπιστωθεί η ύπαρξη «σοβαρής και διαρκούς παραβίασης από κράτος-μέλος αρχών που μνημονεύονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 6», «την αναστολή ορισμένων δικαιωμάτων τα οποία απορρέουν από την εφαρμογή της παρούσας συνθήκης ως προς το εν λόγω κράτος-μέλος, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων ψήφου του αντιπροσώπου της κυβέρνησης αυτού του κράτους-μέλους στο Συμβούλιο». Στην πράξη, βέβαια, η δύναμη της ΕΕ είναι περιορισμένη –θα χρειαζόταν για κάτι τέτοιο ομόφωνη απόφαση των υπόλοιπων μελών του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, και η Ουγγαρία του Βίκτορ Ορμπαν έχει ήδη καταστήσει σαφές πως θα ασκούσε βέτο. Η Κομισιόν μοιάζει να ποντάρει περισσότερο στην πολωνική κοινωνία των πολιτών, που παραμένει βαθιά φιλευρωπαϊκή: μέρες τώρα, οι διαδηλώσεις εναντίον της κυβέρνησης είναι καθημερινές, τόσο στη Βαρσοβία όσο και σε πολλές ακόμη πόλεις της χώρας.

Το νομοσχέδιο. Παρά την ξεκάθαρη απειλή περί ενεργοποίησης του άρθρου 7 που απηύθυνε προχθές στη Βαρσοβία η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τις προειδοποιήσεις του πολωνού διαμεσολαβητή για τα ανθρώπινα δικαιώματα Ανταμ Μπόντναρ πως η μεταρρύθμιση της Δικαιοσύνης που προωθεί η κυβέρνηση του PiS «θα στερούσε τους πολίτες από το δικαίωμα ενός ανεξάρτητου δικαστηρίου» και θα «τοποθετούσε μια βόμβα στα θεμέλια της πολωνικής Δικαιοσύνης», το πολωνικό Κοινοβούλιο υπερψήφισε χθες με 235 «ναι», 192 «όχι» και 23 αποχές νομοσχέδιο που προβλέπει αποπομπή όλων των νυν μελών του Ανωτάτου Δικαστηρίου και αντικατάστασή τους με δικαστές επιλεγμένους από τον υπουργό Δικαιοσύνης. Είχαν προηγηθεί, την περασμένη εβδομάδα, δύο άλλα νομοσχέδια προς την ίδια κατεύθυνση: το ένα αναδιαμορφώνει το Εθνικό Δικαστικό Συμβούλιο, το σώμα που επιλέγει τους μελλοντικούς δικαστές της χώρας, δίνοντας στο Κοινοβούλιο τη δύναμη να αποφασίζει για τα 15 από τα 25 μέλη του∙ το δεύτερο αλλάζει το καθεστώς των αστικών δικαστηρίων: οι πρόεδροί τους θα διορίζονται και αυτοί από τον υπουργό Δικαιοσύνης.

Ολα τα επίμαχα νομοσχέδια πρέπει να περάσουν βέβαια και από τη Γερουσία, που ελέγχεται όμως επίσης από το PiS, προτού φτάσουν για υπογραφή στον πολωνό πρόεδρο Αντρέι Ντούντα. Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ ζήτησε χθες καταπείγουσα συνάντηση με τον Ντούντα.

Ο πολωνός πρόεδρος φέρεται να αρνήθηκε. Ζήτησε ωστόσο να τροποποιηθεί το νομοσχέδιο που αφορά τον διορισμό των δικαστών, ώστε να χρειάζονται οι νέοι δικαστές 60% των ψήφων στο Κοινοβούλιο και όχι την απλή πλειοψηφία, κάτι που θα υποχρέωνε το PiS να εξασφαλίσει τις ψήφους τουλάχιστον ενός ακόμη κόμματος –ειδάλλως, προειδοποίησε, θα αρνηθεί να υπογράψει τον νόμο για το Ανώτατο Δικαστήριο. Πρόκειται άραγε για σημάδι μιας (ασυνήθιστης) ρήξης ανάμεσα στον Ντούντα και τον de facto ηγέτη της Πολωνίας, τον ηγέτη του PiS Γιάροσλαβ Κατσίνσκι, ή για ένα απλό τέχνασμα; Η πολωνική αντιπολίτευση δήλωνε αβέβαιη.

Πρόστιμα ενόψει

Μπορεί η ενεργοποίηση του άρθρου 7 της ευρωπαϊκής συνθήκης εις βάρος της Βαρσοβίας να θεωρείται ουσιαστικά αδύνατη, οι Βρυξέλλες ωστόσο έχουν κινήσει πολυάριθμες νομικές διαδικασίες που θα μπορούσαν να καταλήξουν στην επιβολή βαριών προστίμων στην Πολωνία. Και αρκετές ευρωπαϊκές χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Γαλλίας και της Ιταλίας, θέλουν, ενόψει των δύσκολων συζητήσεων για τον επόμενο κοινό προϋπολογισμό της ΕΕ, να συνδεθεί η χορήγηση ευρωπαϊκών κονδυλίων με τον σεβασμό των ευρωπαϊκών αξιών.