Ηταν μια διπλή τρομοκρατική επίθεση, όπως έσπευσε να τη χαρακτηρίσει σχεδόν αμέσως η Σκότλαντ Γιαρντ, στην καρδιά του Ηνωμένου Βασιλείου. Και ανοίγει μια ακόμη πιο βαθιά πληγή αν ληφθεί υπόψη ότι πραγματοποιήθηκε στην καλύτερα φυλασσόμενη περιοχή του Λονδίνου. Κατά πάσα πιθανότητα δεν συνέπεσε τυχαία με τη συμπλήρωση ενός χρόνου από τις πολύνεκρες επιθέσεις στο αεροδρόμιο και στο μετρό των Βρυξελλών. Ο τρόπος ωστόσο θυμίζει άλλες επιθέσεις: ο δράστης χρησιμοποίησε το αυτοκίνητό του ως φονικό όπλο παρασύροντας στη γέφυρα του Ουέστμινστερ απλούς πεζούς και στη συνέχεια – ο ίδιος ή κάποιος συνεργός του όπως πιστευόταν αρχικά – όρμησε με μαχαίρι κατά των φρουρών στο ίδιο το κτίριο του Κοινοβουλίου. Αρκετές ώρες μετά την επίθεση οι Αρχές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι ο δράστης και των δύο επιθέσεων ήταν ένας. Πάντως πάνοπλοι αστυνομικοί ερεύνησαν εξονυχιστικά όλους τους εσωτερικούς χώρους του Κοινοβουλίου με τα όπλα προτεταμένα.

Η άμεση αντίδραση ήταν να διακοπούν οι εργασίες του σώματος που βρίσκονταν εκείνη την ώρα σε εξέλιξη και να οδηγηθεί η Τερίζα Μέι στην πρωθυπουργική κατοικία με μια ασημί Τζάγκουαρ και κάτω από ισχυρή προστασία – λίγο αργότερα πηγές της Ντάουνινγκ Στριτ διαβεβαίωσαν ότι η πρωθυπουργός είναι ασφαλής. Απόφαση να διακόψει τις εργασίες του έλαβε λίγο αργότερα, σε ένδειξη συμπαράστασης και πένθους, και το Κοινοβούλιο της Σκωτίας όπου βρισκόταν σε εξέλιξη συζήτηση με θέμα το ενδεχόμενο νέου δημοψηφίσματος για την ανεξαρτησία της χώρας από το Ηνωμένο Βασίλειο. Την ώρα που τα δύο κοινοβούλια σφράγιζαν τις πύλες τους, στο Ουέστμινστερ κυριαρχούσε πανικός. Ασθενοφόρα και περιπολικά κατέφθαναν στον τόπο των επιθέσεων, ελικόπτερα επιτηρούσαν από τον ουρανό, ενώ οι Αρχές προχωρούσαν σε ευρεία επιχείρηση εκκένωσης της περιοχής και ο τοπικός σταθμός του μετρό κατέβαζε ρολά.

Από την επίθεση έχασαν τη ζωή τους πέντε άτομα, τα δύο είναι ο δράστης και ο αστυνομικός. Οι τραυματίες είναι τουλάχιστον σαράντα. Ανάμεσα σε αυτούς είναι και τρεις γάλλοι μαθητές, οι δύο από τους οποίους βρίσκονταν χθες σε κρίσιμη κατάσταση, και δύο Ρουμάνοι. «Ακουσα τον ήχο της σύγκρουσης. Γύρισα και είδα ένα αυτοκίνητο να πέφτει πάνω στον φράχτη του Κοινοβουλίου. Στην αρχή νόμιζα πως ήταν ατύχημα. Επειτα άκουσα ήχους που έμοιαζαν με πυροβολισμούς χωρίς όμως να είμαι και σίγουρη» δήλωσε η 70χρονη Κίρστεν Χάρελ, η οποία διατηρεί περίπτερο στην πλατεία του Ουέστμινστερ. Η ίδια είδε στη συνέχεια να βγαίνουν καπνοί από το αυτοκίνητο. Πίστεψε ότι θα ανατιναζόταν. Προτού απομακρυνθεί από το περίπτερό της χωρίς να το κλειδώσει, κάλεσε την αστυνομία.

Μια άλλη μαρτυρία προέρχεται από τον Οουεν Μπένετ, πολιτικό συντάκτη του «Χάφιγκτον Ποστ»: «Ακουσα κάτι σαν έκρηξη και φωνές έξω από το κτίριο του Κοινοβουλίου. Ετρεξα στο παράθυρο. Είδα κόσμο να τρέχει προς την πλατεία Νιου Πάλας Γιαρντ και κάποιον να επιχειρεί να μπει στο προαύλιο. Ενας αστυνομικός τον σταμάτησε και τον έριξε στο έδαφος. Επειτα άκουσα πυροβολισμούς. Βγήκα από το γραφείο μου και έτρεξα προς την έξοδο για να δω τι συμβαίνει. Η αστυνομία όμως δεν μας άφησε. Επέστρεψα στο γραφείο μου, από το παράθυρο είδα δύο άτομα στο έδαφος». Δημοσιογραφική είναι και μια τρίτη μαρτυρία. Σύμφωνα με τον κοινοβουλευτικό συντάκτη της «Ντέιλι Μέιλ» Κουέντιν Λετς, ένας άνδρας ντυμένος στα μαύρα επιτέθηκε στον αστυνομικό έξω από το Κοινοβούλιο πριν πυροβοληθεί δύο ή τρεις φορές καθώς επιχειρούσε να εισέλθει στη Βουλή των Κοινοτήτων. Ο ίδιος διέκρινε ότι ο άνδρας κρατούσε κάτι στα χέρια του και δύο αστυνομικοί προσπαθούσαν να τον αντιμετωπίσουν. Ενας από τους αστυνομικούς έπεσε χτυπημένος στο έδαφος.

Οι μαρτυρίες αυτές και οι λοιπές πληροφορίες συνθέτουν και το παζλ της επίθεσης. Ο δράστης, ένας άνδρας γύρω στα 40, πιθανώς ασιατικής καταγωγής, χρησιμοποίησε το φορτηγάκι του μάρκας Χιουντάι για να σκορπίσει τον θάνατο στη γέφυρα και στη συνέχεια κατευθύνθηκε με αυτό προς το Κοινοβούλιο. Επεσε πάνω στα κιγκλιδώματα, βγήκε έξω και πρόλαβε να μαχαιρώσει θανάσιμα έναν αστυνομικό πριν πέσει και ο ίδιος νεκρός από τα πυρά των άλλων φρουρών.

Λίγες ώρες μετά την επίθεση εκπρόσωπος της Σκότλαντ Γιαρντ κάλεσε τους πολίτες να αποφεύγουν συγκεκριμένες περιοχές της βρετανικής πρωτεύουσας, να βρίσκονται σε επαγρύπνηση και να παρέχουν στην αστυνομία οποιαδήποτε πληροφορία κρίνουν ότι θα μπορούσε να βοηθήσει στο έργο της. Το επόμενο διάστημα, σημείωνε η «Γκάρντιαν», η αστυνομική παρουσία αναμένεται να είναι ιδιαίτερα αυξημένη στους λονδρέζικους δρόμους. Τίποτε όμως δεν αποκλείει να επιστρατευτούν και μονάδες του στρατού αν αυτό κριθεί απαραίτητο.