Η πηγή της πληροφορίας είναι κάτι παραπάνω από αξιόπιστη: ο Τζο Μπάιντεν δήλωσε στο τηλεοπτικό δίκτυο NBC ότι ο Μπαράκ Ομπάμα έδωσε εντολή στη CIA να εξαπολύσει κυβερνοεπίθεση στη Ρωσία σε αντίποινα για την εισβολή των ρώσων χάκερ στους υπολογιστές του Δημοκρατικού Κόμματος και στο ηλεκτρονικό ταχυδρομείο της Χίλαρι Κλίντον. Σύμφωνα με τον αμερικανό αντιπρόεδρο, ο πρόεδρός του «θέλει να στείλει ένα μήνυμα στον Βλαντίμιρ Πούτιν». Και πότε θα το στείλει; «Οταν το αποφασίσουμε εμείς και σε συνθήκες που θα μεγεθύνουν το αποτέλεσμα». Το ίδιο το NBC επικαλείται πηγές από τη CIA σύμφωνα με τις οποίες οι χάκερ της υπηρεσίας είναι έτοιμοι εδώ και καιρό για την επίθεση περιμένοντας μόνο το «πυρ». «Εάν μας δώσουν το πράσινο φως μπορούμε να κάνουμε πολλά» λένε οι πηγές αυτές στο αμερικανό δίκτυο.

Η αποκάλυψη του Μπάιντεν έρχεται λίγες ημέρες μετά τη δημόσια κατηγορία τόσο από την πλευρά του αμερικανικού υπουργείου Εσωτερικών όσο και της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών ότι οι ρώσοι χάκερ συνδέονται άμεσα με τρεις ιστότοπους: το DCLeaks, τη Wikileaks και το Guccifer 2.0 και τη δημοσιοποίηση αυτών των τελευταίων στοιχείων σχετικά με το Δημοκρατικό Κόμμα και την προεκλογική εκστρατεία της Χίλαρι Κλίντον. Οι ίδιες κυβερνητικές πηγές θεωρούν βέβαιο ότι οι «επιθέσεις εξαπολύθηκαν μόνο έπειτα από εντολή των ανώτατων κλιμακίων της ρωσικής ηγεσίας».

Το Κρεμλίνο έδωσε μια πρώτη απάντηση πριν από λίγες ημέρες. Ο ρώσος πρόεδρος έκανε λόγο για «υστερία». Η επιδείνωση των διμερών σχέσεων Ρωσίας – ΗΠΑ συμπίπτει με την αποτυχία της κατάπαυσης του πυρός στη Συρία που είχε ήδη παγώσει τις σχέσεις των δύο πλευρών. Η δεύτερη απάντηση δόθηκε από τον εκπρόσωπο του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ, ο οποίος σημείωσε ότι η Μόσχα έχει λάβει τα μέτρα της για να διαφυλάξει τα συμφέροντά της απέναντι στην «επιθετικότητα των Ηνωμένων Πολιτειών».

Η δήλωση του Μπάιντεν στο αμερικανικό τηλεοπτικό δίκτυο δεν έχει πραγματικά προηγούμενο. Προηγούμενο, ωστόσο, δεν έχουν τέτοιου τύπου παρεμβάσεις στην αμερικανική προεκλογική εκστρατεία οι οποίες μάλιστα έχουν φιλορεπουμπλικανικό χρώμα. Ο πόλεμος πάντως είναι κάπως ασύμμετρος: δεν υπάρχει ένας ρώσος Τραμπ για να λειτουργήσει ως πολλαπλασιαστής τυχόν αποκαλύψεων από τους αμερικανούς χάκερ εις βάρος του ρώσου προέδρου, ενώ ο έλεγχος του Κρεμλίνου στα ρωσικά MME είναι τέτοιος που μπορεί να βάλει φρένο στην αναπαραγωγή τους. Τα ρωσικά φίλτρα δεν πτόησαν πάντως τις αμερικανικές υπηρεσίες. Σύμφωνα με τον Εντουαρντ Σνόουντεν, πρώην συνεργάτη της αμερικανικής Εθνικής Υπηρεσίας Ασφάλειας (NSA), η CIA έλαβε το 2013 κάπου 685 εκατομμύρια δολάρια ως χρηματοδότηση προκειμένου να προετοιμαστεί για τον ψηφιακό της πόλεμο. Ακόμη υψηλότερη είναι η χρηματοδότηση για τις κυβερνοεπιθέσεις: ένα δισ. δολάρια. Οι τεχνικοί που εργάζονται στο πεδίο αυτό είναι εκατοντάδες. Σύμφωνα με την ιταλική «Ρεπούμπλικα», οι πρώτες δοκιμές των Αμερικανών είχαν γίνει εις βάρος της Σερβίας του Μιλόσεβιτς και του Ιράκ του Σαντάμ Χουσεΐν. Ο πλέον πρόσφατος θρίαμβός τους ήταν η κοινή επιχείρηση με τους Ισραηλινούς εις βάρος του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν.

Και ποιος θα μπορούσε να είναι ο στόχος αυτή τη φορά –ή μάλλον η αχίλλειος πτέρνα του στόχου; Η περιουσία του Βλαντίμιρ Πούτιν τόσο στη Ρωσία όσο και εκτός ρωσικών συνόρων. Αλλά αυτό είναι το εύκολο κομμάτι της επιχείρησης. Το δύσκολο είναι αυτές οι αποκαλύψεις να προκαλέσουν κάποιου είδους κινητοποίηση της ρωσικής κοινής γνώμης. Προηγούμενο υπάρχει και εδώ: οι αποκαλύψεις για την περιουσία του κινέζου προέδρου Σι Τζινπίνγκ δεν πέρασαν ποτέ το φράγμα της κινεζικής λογοκρισίας.

Οι διαδηλώσεις και ο «αμερικανικός δάκτυλος»

Η πρώτη πράξη αυτού του ιδιότυπου πολέμου ανάγεται στον Δεκέμβριο του 2011 και στις ρωσικές εκλογές. Ο Πούτιν είναι βέβαιος ότι πίσω από τις μαζικές διαδηλώσεις στη Μόσχα για τη νοθεία στις εκλογές βρισκόταν αμερικανικός δάκτυλος. Ο Ομπάμα ήταν για το Κρεμλίνο ο ένας ενορχηστρωτής, ενώ ο άλλος ήταν ο Τζορτζ Σόρος, ο αμερικανός μεγαλοεπενδυτής που χρηματοδοτεί μη κυβερνητικές οργανώσεις που αγωνίζονται υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ο Πούτιν φοβάται όσο τίποτε άλλο μια «χρωματιστή επανάσταση» όπως αυτή που έζησε η Ουκρανία και άλλες πρώην σοβιετικές δημοκρατίες ή μια «άνοιξη» σαν αυτή που παρέσυρε τον αραβικό κόσμο.